Τα σοβαρά προβλήματα στο Νοσοκομείο Καρδίτσας όχι μόνο δεν επιλύονται, αλλά και γιγαντώνονται. Ενώ κατά την έναρξη της πανδημίας του COVID-19 το Νοσοκομείο μας και γενικότερα το δημόσιο σύστημα υγείας κατά γενική ομολογία (παραδοχή από Κυβέρνηση, Υπουργείο Υγείας, 5η ΥΠΕ, Διοίκηση) ήταν ανέτοιμο να την αντιμετωπίσει, σήμερα που βρισκόμαστε τρία χρόνια μετά, οι γιατροί που υπηρετούν είναι ακόμα λιγότεροι. Συγκεκριμένα, ενώ στα τέλη του 2019 στο Νοσοκομείο εργάζονταν(εάν αφαιρέσουμε τους αποσπασμένους σε άλλους νομούς) 70 μόνιμοι και 16 επικουρικοί γιατροί (αριθμός που απείχε ήδη κατά πολύ από τις οργανικές θέσεις με πάνω από 30% ελλείψεις) σήμερα εργάζονται στο Νοσοκομείο 66 μόνιμοι και 12 επικουρικοί γιατροί.
Μιλάμεγια μείωση κατά 10% στη δύναμη των γιατρώνμέσα σε ένα διάστημα που όλοι οι εκπρόσωποι της κυβερνητικής πολιτικής διατυμπάνιζαν την υποτιθέμενη στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας. Αποκαλύπτεται, λοιπόν, ότι ως ενίσχυση εννοούσαν τα βήματα που με διάφορες αποφάσεις, από νομοσχέδια στη βουλή έως και εφαρμογή τους από την ΥΠΕ και τις διοικήσεις, πραγματοποιούσαν στην ιδιωτικοποίηση του συστήματος υγείας μετατρέποντας ακόμα περισσότερο την υγεία σε εμπόρευμα.
Ακόμα και οι ελάχιστες προσλήψεις που έγιναν δεν ήταν αρκετές για να αντισταθμίσουν τη μείωση από τις συνταξιοδοτήσεις και από τις παραιτήσεις συναδέλφων που εν μέσω εξοντωτικής εντατικοποίησης, χαμηλών μισθών και για μεγάλα διαστήματα απλήρωτων δεδουλευμένων, άφησαν το Νοσοκομείο μας, για το οποίο πάλεψαν για χρόνια. Την ίδια ώρα ακούμε ειδήσεις, διαρροές και υποσχέσεις για προκήρυξη πότε 10, πότε 14 και πότε για 7 θέσεων γιατρών. Καλοδεχούμενες, αλλά αυτό το γαϊτανάκι κρατάει ένα χρόνο τώρα, όπως και οι χιλιοταγμένεςαπό τον πρωθυπουργό αυξήσεις στους μισθούς μας που καθυστερούν μισό χρόνο ήδη.
Οι γιατροί του δημόσιου συστήματος υγείας βρισκόμαστε πλέον στη θέση να παλεύουμε με την υπομονή και τις αντοχές μας για να στηρίξουμε το Νοσοκομείο και τους ασθενείς μας. Τα προβλήματα είναι διάσπαρτα σε όλες τις κλινικές και τα τμήματα, με κάποια όμως να βρίσκονται σε πιο τραγική κατάσταση από ποτέ.
Τι θα γίνει με το Ακτινοδιαγνωστικό Τμήμα επιτέλους;
Πέρασε ενάμισης χρόνος από τότε που το ακτινολογικό τμήμα του νοσοκομείου καλύπτει τις απαραίτητες εφημερίες μόνο με μετακινήσεις συναδέλφων από άλλους νομούς. Πέρασαν 6 μήνες από τότε που κάποιες μέρες το νοσοκομείο εφημερεύει χωρίς ακτινολόγο δημιουργώντας επισφαλείς συνθήκες λειτουργίας. Σήμερα ένας μοναδικός ακτινολόγος κάνει εφημερίες τουλάχιστον τρείς φορές πάνω από αυτές που προβλέπει ο νόμος, ενώ τακτικά φτάνει στο σημείο να κάνει έως και έξι συνεχόμενα 24ωρα, πριν μείνει το νοσοκομείο χωρίς εφημερεύοντα για την επόμενη ημέρα.
Τι θα γίνει με το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) επιτέλους;
Και εκεί σήμερα εργάζεται μόνο μία γιατρός στην οποία χρωστούνται οι κανονικές άδειες δύο χρόνων και τα ρεπό ενός εξαμήνου. Για τέτοια εντατικοποίηση μιλάμε στο τμήμα που υποδέχεται όλα τα έκτακτα περιστατικά του νομού σε περίοδο έξαρσης των ιώσεων χωρίς να έχει τελειώσει η πανδημία του COVID-19. Ακόμα και η συμβολή στο ΤΕΠ από τους νεότερους παθολόγους, δεν μπορεί να ελαφρύνει το φόρτο, αφού και αυτοί εργάζονται και στην παθολογική και στην COVID-19 κλινική. Σε αυτές τις συνθήκες ελλείψεων και εντατικοποίησης δημιουργείται το έδαφος για καθυστερήσεις, αμέλεια και παραβλέψεις, για τα οποία αποκλειστικά υπεύθυνη είναι η πολιτική αποσάθρωσης του δημόσιου συστήματος υγείας.
Τι θα γίνει με την Κλινική COVID-19 επιτέλους;
Παρά τα βαρύγδουπα λόγια για το «τέλος της πανδημίας»,μέσα στο 2022, που ήταν η τρίτη χρονιά της πανδημίας, μετρήσαμε σχεδόν 14.000 θανάτους από COVID-19.Δηλαδή το 40% του συνόλου των θανάτων καταγράφηκε τη χρονιά που η κυβέρνηση «σφύριξε» τη λήξη της πανδημίας. Μπορεί οι εισαγωγές και οι νοσηλείες να έχουν μειωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα φονικά κύματα της πανδημίας, αλλά και πάλι μένουν σε διψήφια νούμερα στο νοσοκομείο μας. Το χειρότερο είναι ότι ο ένας και μοναδικός γιατρός της κλινικής βρίσκεται σε αυτή τη θέση εδώ και 3 συνεχόμενα χρόνια με εναλλαγές στη βοήθεια πότε από παθολόγους, πότε από γιατρούς των ΤΕΠ, πότε από γενικούς ιατρούς των κέντρων υγείας. Η σωματική και ψυχική φθορά γιγαντώνεται πλέον μέρα με τη μέρα. Κι ας ακούσαμε τρανταχτές ανακοινώσεις για δήθεν «ίδρυση πνευμονολικής κλινικής» στο νοσοκομείο μας στις αρχές της πανδημίας. Ο ένας αυτός πνευμονολόγος μαζί με την ομάδα των υπόλοιπων μετακινούμενων γιατρών και των ειδικευόμενων κατάφεραν να σώσουν εκατοντάδες ζωές ασθενών μας.
Το επόμενο διάστημα θα δώσουμε μάχη ώστε όχι μόνο να ορθοποδήσουν αυτά τα τμήματα, αλλά και για να μην προστεθούν κι άλλα σε αυτή τη μαύρη λίστα. Δυστυχώς, Μικροβιολογικό, Παιδιατρική και Γυναικολογική κινδυνεύουν εάν δεν προγραμματιστούν έγκαιρα οι απαραίτητες προσλήψεις γιατρών, αφού κινούνται ήδη σε οριακό αριθμό υπηρετούντων και μετακινούμενων γιατρών που θυσιάζουν άδειες και προβλήματα υγείας για να συνεχιστεί απρόσκοπτα η λειτουργία τους. Αλλά έως πότε θα προσφέρουν μόνο οι γιατροί; Που είναι η κρατική ευθύνη;
Δεν μας αρκούν τα χειροκροτήματα.
Μας εξοργίζει η κατάσταση που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια να παρουσιάσουν αύριο ως «σωτήρα υγειονομικών και ασθενών» τον ιδιωτικό τομέα.
- Απαιτούμε εδώ και τώρα να γίνουν μαζικές προσλήψεις γιατρών, με προκήρυξη όλων των κενών οργανικών θέσεων. Να μονιμοποιηθούν όλοι οι επικουρικοί χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
- Να επανέλθουν οι μισθοί μας στα επίπεδα του 2012, όπως αποφάσισε το ΣτΕ, και εκεί να δοθούν αυξήσεις μεγαλύτερες από τον πληθωρισμό.
- Άμεση ένταξή μας στα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα
- Δεν ανεχόμαστε καμία καθυστέρηση των δεδουλευμένων μας εφημεριών, τακτικών και πρόσθετων.
- Καμία σκέψη για συγχωνεύσεις κλινικών και νοσοκομείων, να μην προχωρήσουν οι ΣΔΙΤ στο δημόσιο σύστημα υγείας.