Οι τράπεζες οφείλουν να λειτουργούν με αναπτυξιακά κριτήρια και να στηρίξουν τις επιχειρήσεις, τις επενδύσεις, την οικονομία και την κοινωνία. Στην 84η Συνέλευση των Αντιπροσώπων (Σ.τ.Α.) του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΟΕΕ), εκδόθηκε το παρακάτω ψήφισμα, καθώς και μια δέσμη προτάσεων του ΟΕΕ για τη στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών από τις τράπεζες και την Πολιτεία.
Η παγκόσμια οικονομία βιώνει μια παρατεταμένη περίοδο οικονομικών κραδασμών, με τις εκτιμήσεις για το επόμενο έτος να καταγράφουν επιβράδυνση ή ακόμα και ύφεση του ρυθμού ανάπτυξης, στις περισσότερες οικονομίες. Η ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού, εξαιτίας κυρίως της ενεργειακής κρίσης, αλλά και ως απόρροια της πανδημικής κρίσης, με τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και την αυξημένη κατανάλωση, έχουν δημιουργήσει ένα σύνθετο μίγμα οικονομικών πολιτικών συνθηκών.
Για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού χρειάζεται ένας συνδυασμός συνετής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Η αύξηση των βασικών επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες αποτελεί ένα βασικό εργαλείο στην φαρέτρα των υπευθύνων χάραξης οικονομικής πολιτικής, με στόχο των περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων. Όμως, η άνοδος των επιτοκίων συμπαρασύρει αναπόφευκτα και τα επιτόκια των στεγαστικών, καταναλωτικών και επιχειρηματικών δανείων, σε μια περίοδο όπου το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών περιορίζεται, ενώ τα λειτουργικά έξοδα των επιχειρήσεων αυξάνονται ραγδαία, με συνέπεια την μείωση των αποτελεσμάτων τους και ενδεχομένως την ύπαρξη ζημιών στα αποτελέσματά τους.
Σε διάστημα μικρότερο των πέντε μηνών, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει προβεί σε αύξηση των επιτοκίων συνολικά κατά 250 μονάδες βάσης, που αποτελεί τον πιο απότομο και επιθετικό κύκλο αύξησης που έχει γίνει ποτέ, στην ιστορία της ΕΚΤ. Στόχος, να διασφαλιστεί η μείωση του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα.
Η αύξηση των βασικών επιτοκίων από την ΕΚΤ και η αναμενόμενη αύξηση των δόσεων, έχει οδηγήσει πολλούς συμπολίτες μας, και ιδιαίτερα τους οικονομικά ασθενέστερους, να αδυνατούν να εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις τους προς τα πιστωτικά ιδρύματα. Αυτό εγκυμονεί κινδύνους, τόσα για την ευημερία των πολιτών όσο και για τη λειτουργία των τραπεζών, αφού υπάρχει η πιθανότητα αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Η χώρα μας έχει καταβάλει επίμονη προσπάθεια για τη μείωση των ΜΕΔ και θα πρέπει να αποφευχθεί η δημιουργία νέων.
Το τραπεζικό σύστημα, υστέρα από τις ανακεφακαιοποιήσεις που πλήρωσε με χρήματα ο ελληνικός λαός, οφείλει να σταθεί αρωγός στην προσπάθεια αυτή και να στηρίξει τα ευάλωτα νοικοκυριά. Ειδικότερα σήμερα, όπου όλες οι συστημικές τράπεζες παρουσιάζουν αξιοσημείωτη κερδοφορία στους ισολογισμούς τους, λόγω των εσόδων από τόκους χορηγήσεων και προμήθειες, ενώ τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν σχεδόν αμετάβλητα.
Για το λόγο αυτό, το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος προτείνει μια δέσμη μέτρων για τη στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών.
Αρχικά, να προσδιορίσουμε ότι η πρότασή μας αφορά τους ευάλωτους συμπολίτες, που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες καθημερινές ανάγκες και βλέπουν το διαθέσιμο εισόδημά τους συνεχώς να συρρικνώνεται.
Το συνολικό ετήσιο εισόδημα του νοικοκυριού, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 12.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος του νοικοκυριού, και ανώτατο οικογενειακό εισοδηματικό όριο τις 30.000 ευρώ. Επίσης, η μέγιστη αξία της πρώτης κατοικίας δεν μπορεί να ξεπερνάει τις 200.000 ευρώ, ενώ οι συνολικές καταθέσεις στα τραπεζικά ιδρύματα, τις 12.000 ευρώ ατομικά και 30.000 ευρώ συνολικά.
Δικαιούχοι θα είναι οι δανειολήπτες με στεγαστικό δάνειο καθώς και αυτοί που έχουν δάνειο μικρών επιχειρήσεων, το οποίο εξασφαλίζεται με εμπράγματη ασφάλεια στην 1η κατοικία.
Το ΟΕΕ προτείνει για τους συμπολίτες μας που πληρούν τα παραπάνω κριτήρια:
- Καμία αύξηση των επιτοκίων. Οι τράπεζες να επιδοτούν το 100% της αύξησης του επιτοκίου (με ημερομηνία υπολογισμού την 30.6.2022, δηλαδή πριν την πρώτη αύξηση από την ΕΚΤ), για όσο διάστημα η ΕΚΤ χρησιμοποιεί την αυστηρή νομισματική πολιτική για την επαναφορά του πληθωρισμού πέριξ του 2%.
- Μείωση των προμηθειών που χρεώνουν οι τράπεζες για τις υπηρεσίες τους κατά τουλάχιστον 50% και αύξηση του ορίου στα 1000 ευρώ ημερησίως για τη δωρεάν μεταφορά χρημάτων μέσω της υπηρεσίας IRIS payment.
- Αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και ιδιαίτερα των προθεσμιακών καταθέσεων διάρκειας ενός έτους ή μεγαλύτερης, στα επίπεδα του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Η Πολιτεία, με εποικοδομητική συνεργασία με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, οφείλει να στηρίξει περαιτέρω τους πολίτες που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες και να τους προστατεύσει. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα «σχήμα» για την προστασία τους.
Το ΟΕΕ προτείνει:
- Να εξεταστεί η δυνατότητα επιδότησης των δόσεων των στεγαστικών δανείων για τα ευάλωτα νοικοκυριά, στα πλαίσια του Προγράμματος Γέφυρα 1, για την επόμενη τριετία, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις η ΕΚΤ θα έχει καταφέρει να τιθασεύσει τις πληθωριστικές πιέσεις.
- Προστασία της πρώτης κατοικίας για τους ευάλωτους δανειολήπτες, και αναστολή πλειστηριασμών των κατοικιών τους, τουλάχιστον όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση και οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
- Την αύξηση του Ακατάσχετου λογαριασμού για οφειλές από τα 1.250 ευρώ στα 2.000 ευρώ, αφού η ακρίβεια έχει οδηγήσει σε αύξηση των καθημερινών αναγκών, με το αναφερθέν ποσό να μην δύναται να καλύψει πολλές φορές τις καθημερινές ανάγκες μιας οικογένειας.
- Άμεση νομοθετική παρέμβαση για την προστασία των δανειοληπτών (υπολογίζονται σε 85.000), που την περίοδο 2006-2009 έλαβαν στεγαστικό δάνειο σε ελβετικό φράγκο. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια ραγδαία επιδείνωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, οδηγώντας τους δανειολήπτες που αγνοούσαν τον συναλλαγματικό κίνδυνο, να αδυνατούν να αποπληρώσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις. Για το λόγο αυτό προτείνουμε να καλύψουν οι Τράπεζες και η Πολιτεία το 75% της αυξημένης συναλλαγματικής ισοτιμίας και ο δανειολήπτης το υπόλοιπο 25%. Τέλος, η προτεινόμενη πρωτοβουλία καλό θα ήταν να είχε αναδρομική ισχύ από την έναρξη της πανδημίας.
Εν κατακλείδι, οι ευάλωτοι συμπολίτες μας χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Η Πολιτεία, κυρίως, και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οφείλουν να σταθούν δίπλα τους σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, και να βρουν λύσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την αύξηση του πληθωρισμού και την άνοδο των επιτοκίων της ΕΚΤ. Το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας θα συνεχίσει τις παρεμβάσεις του προς αυτήν την κατεύθυνση, και με τις τεκμηριωμένες επιστημονικές προτάσεις του θα συμβάλει καθοριστικά στην ανασύνταξη της ελληνικής οικονομίας με κοινωνικό πρόσημο.