«Σβήνει» η Ελλάδα που γνωρίσαμε, με τη διαρκή μείωση των γεννήσεων που παρατηρείται στις νεότερες γενιές να σημαίνει σήμα κινδύνου για το δημογραφικό. Έρευνα που παρουσιάζεται στο τελευταίο τεύχος του «Flash News», ένα ψηφιακό δελτίο που εκδίδεται από το ερευνητικό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με τίτλο «Δημογραφικά Προτάγματα στην Έρευνα και Πρακτική στην Ελλάδα», αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στη χώρα μας η μείωση των γεννήσεων άρχισε το 1980, ενώ η αύξηση των θανάτων εμφανίστηκε στις αρχές της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας!
Ο συγγραφέας του άρθρου, καθηγητής και επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος Βύρωνας Κοτζαμάνης μίλησε αναλυτικά για τα συμπεράσματα της έρευνας στο Ράδιο Ηχόραμα (100,8 FM), το μεσημέρι της Δευτέρας 23 Οκτωβρίου, στην εκπομπή «Μεσημεριανό Μαγκαζίνο» και στη Βάσω Μπαλαμπάνη.
Τα ευρήματα της μελέτης
Αναλύοντας τα ευρήματα της μελέτης, ο καθηγητής επεσήμανε τα εξής:
«Αυτή η μελέτη που κάναμε είναι η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για τις γεννήσεις του 2022 οι οποίες είναι 10% χαμηλότερες από τις γεννήσεις του 2021.
Είναι μια ολόκληρη ιστορία πως είναι δυνατόν να έχουμε τόσο μεγάλη μείωση των γεννήσεων.
Η μείωση των γεννήσεων είναι τόσο «μεγάλη» λόγω του κορωνοϊού γιατί οι γεννήσεις του 2022 ήταν οι συλλήψεις του 2021 και η περίοδος του κορωνοϊού δεν ήταν η καλύτερη περίοδος για τα νέα ζευγάρια να κάνουν παιδιά.
Αλλά ανεξάρτητα από το ότι ήταν εξαιρετική περίοδος του κορωνοϊού, οι γεννήσεις στη χώρα μας κάθε χρόνο, από το 1980 και μετά, όχι τα τελευταία χρόνια, μειώνονται προοδευτικά και οι θάνατοι αυξάνονται.
Είναι πολύ απλό γιατί γίνεται αυτό. Οι θάνατοι αυξάνονται γιατί ο πληθυσμός του ανθρώπου που είναι σε μεγάλη ηλικία αυξάνεται συνεχώς. Δηλαδή, οι 65 και άνω αυξάνονται συνεχώς. Είναι μια ομάδα πληθυσμού η οποία γερνάει πολύ πιο γρήγορα από τις υπόλοιπες ομάδες. Τέσσερις φορές παραπάνω από το 1951, επομένως αυξάνονται πολύ πιο γρήγορα από το συνολικό πληθυσμό οι 65 και άνω. Και θα συνεχίσουν να αυξάνονται.
Επομένως, όσο αυξάνονται οι 65 και άνω, τόσο περισσότερους θανάτους θα έχουμε».
Οι γεννήσεις μειώνονται από το 1982
Αναφερόμενος στη μείωση των γεννήσεων, ο καθηγητής Βύρωνας Κοτζαμάνης σημείωσε στο Ράδιο Ηχόραμα τα κάτωθι:
«Οι γεννήσεις μειώνονται από το 1982. Δεν μειώθηκαν λόγω της κρίσης. Η κρίση δημιούργησε ένα ακόμα πιο αρνητικό περιβάλλον.
Γιατί μειώνονται οι γεννήσεις; Για δύο λόγους. Γιατί τα νέα ζευγάρια όταν έρχονται κάθε χρονιά σε ηλικία να κάνουν παιδιά, κάνουν λίγο λιγότερα παιδιά από τους γονείς τους και σε λίγο μεγαλύτερη ηλικία.
Ταυτόχρονα, την τελευταία δεκαπενταετία έχουμε και κάτι άλλο που ωθεί τις γεννήσεις να είναι όλο και λιγότερες.
Είναι το πλήθος των ατόμων που είναι σε ηλικία να κάνουν παιδιά, κάνουν από τα 20 μέχρι τα 45.
Από το 2008 μέχρι το 2023 μειώθηκαν αρκετά, κατά 450.000.
Επομένως, έχετε δυο φαινόμενα. Ένα πλήθος ατόμων που είναι σε ηλικία να κάνουν παιδιά, που μειώνεται συνεχώς. Και όσοι είναι να κάνουν παιδιά, κάνουν όλο και λιγότερες γεννήσεις σε μεγαλύτερη ηλικία.
Αυτό θα συνεχιστεί μέχρι το 2050 ό,τι και να κάνουμε. Αυτή είναι η τάση.
Θα έχουμε περισσότερους θανάτους από γεννήσεις. Θα έχουμε ένα έλλειμμα κάθε χρόνο γύρω στις 50.000. Αν το πολλαπλασιάσετε από σήμερα, το 2023, 50 επί 27, είναι μια τάξη μεγέθους που οφείλεται στο ότι αυτή η ζυγαριά είναι αρνητική».
Ανέφικτη η σταθεροποίηση
Σε ερώτηση του Ράδιο Ηχόραμα για το αν μπορεί να υπάρχει σταθεροποίηση, ο καθηγητής υπογράμμισε:
«Είναι ανέφικτο να υπάρχει μια σταθεροποίηση. Εκείνο το οποίο είναι εφικτό είναι το εξής. Γιατί μειώνονται οι άνθρωποι που κάνουν παιδιά; Μειώνονται γιατί καταρχάς τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια μια σειρά νέοι άνθρωποι παραγωγικής και αναπαραγωγικής ηλικίας, δηλαδή σε ηλικία που παράγουν και κάνουν παιδιά στη χώρα μας.
Επομένως, το πρώτο είναι να μην φεύγουν οι νέοι μας. Αλλά και πάλι ο αριθμός αυτών των ανθρώπων που θα ήταν σε ηλικία να κάνουν παιδιά, έρχονται να κάνουν παιδιά που γεννήθηκαν πριν 20, 30 χρόνια όπου ήταν πολύ πιο λίγα από τους γονείς τους
Επομένως, υπάρχει μια τάση για τη μείωση του πληθυσμού που είναι σε ηλικία να κάνει παιδιά.
Μπορεί να ανακοπεί αυτή η τάση με δύο τρόπους.
Πρώτον, με τη φυγή των νέων μας. Με το πώς θα επιστρέψουν. Δεύτερον, με κάποια μέτρα πολιτικής. Αν γίνει κάτι αντίστοιχο που έγινε τις δεκαετίες του 1990 και του 2001, αν έρθουν στη χώρα μας και ενσωματωθούν κάποιοι νέοι αλλοδαποί.
Αυτά είναι μέτρα πολιτικής για να μη μειωθεί τόσο πολύ ο αριθμός των ανθρώπων που θα κάνουν παιδιά.
Από εκεί και πέρα, μπαίνει και μια δεύτερη παράμετρος η οποία είναι πως θα ανακοπεί η τάση όπου νέα ζευγάρια να κάνουν όλο και λιγότερα παιδιά. Και στη συνέχεια, σε ένα δεύτερο βήμα, να αυξηθεί ο αριθμός των παιδιών που κάνουν.
Είναι θέμα δημογραφικής και οικογενειακής πολιτικής. Στη χώρα μας δεν έχουμε το εξαιρετικά ευνοϊκό περιβάλλον για να κάνουμε παιδιά και οικογένεια.
Αυτό πρέπει να αλλάξει με διάφορα μέτρα που πρέπει να παρθούν και τα οποία, όμως, δεν θα αποδώσουν την επόμενη δεκαετία. Θα αποδώσουν μετά από είκοσι με τριάντα χρόνια. Δεν θα αποδώσει την επόμενη μέρα».
Η κατάσταση στη Θεσσαλία
Επόμενο ερώτημα που θέσαμε στον κ. Κοτζαμάνη ήταν το ποια είναι η εικόνα ειδικά στη Θεσσαλία. Όπως μας απάντησε ο καθηγητής:
«Στη Θεσσαλία είστε στις ίδιες τάσεις, όπως σε όλη την Ελλάδα. Όσον αφορά σαν Περιφέρεια και σαν Περιφερειακές Ενότητες, δεν είμαστε και στην καλύτερη θέση.
Παραδείγματος χάριν, αν πάρουμε τις δύο τελευταίες απογραφές του πληθυσμού, ο πληθυσμός στη χώρα μας μειώθηκε κατά τρία τοις εκατό.
Στη Θεσσαλία μειώθηκε παραπάνω από τρία τοις εκατό.
Έχετε κάποιους Δήμους οι οποίοι με τη μεταβολή του πληθυσμού σε μια δεκαετία. Ελασσόνα, Κιλελέρ, Τέμπη, Τύρναβος, Φάρσαλα είναι πάνω από δέκα τοις εκατό. Ζαγορά, Αλμυρός είναι επίσης πάνω από δέκα τοις εκατό.
Είναι τρείς φορές παραπάνω η μείωση από αυτή που έγινε στο μέσο όρο της χώρας μας
Οι μισοί Δήμοι, δηλαδή, της Θεσσαλίας έχουν μειώσεις οι οποίες είναι πάνω από δέκα τοις εκατό. Επομένως, δεν είμαστε καλά.
Το δεύτερο που έχω να σας πω για τη Θεσσαλία είναι το εξής. Αν κοιτάξουμε λίγο τις αναλογίες γεννήσεων προς θανάτους, δηλαδή πόσες γεννήσεις αντιστοιχούν σε έναν θάνατο, πάλι στη χώρα μας είμαστε στο σημείο να αντιστοιχούν ανά μία γέννηση να αντιστοιχούν 1,4 θάνατοι.
Στη Θεσσαλία έχετε περιοχές όπου αντιστοιχούν τέσσερις θάνατοι ανά μία γέννηση.
Στη Φαρκαδόνα, ας πούμε, είναι τέσσερις θάνατοι ανά μία γέννηση πριν από τον κορωνοϊό. Ο κορωνοϊός έκανε ακόμα χειρότερα τα πράγματα.
Να μην σας πω για την Αργιθέα και τον Πλαστήρα όπου έχετε ανά δέκα θανάτους μία γέννηση.
Δηλαδή, δεν είμαστε στη Θεσσαλία στην καλύτερη των περιπτώσεων. Σε μια σειρά από Δήμους είμαστε χειρότερα από το μέσο όρο 1 γέννηση ανά 1,4 θάνατοι».