Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Τιμόθεος, την Α΄ Κυριακή των Νηστειών (της Ορθοδοξίας) 24 Μαρτίου 2024, χοροστάτησε στην ακολουθία του Όρθρου και τέλεσε τη Θεία Λειτουργία στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Καρδίτσης.
Προ της απολύσεως, προέστη της λιτανεύσεως των αγίων Εικόνων, κατά το τυπικό της Ορθοδόξου κατ’ Ανατολάς Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε, ότι «στην εορτή της Ορθοδοξίας, η Εκκλησία μας προβάλλει την ορθή πίστη, όπως καθορίστηκε το 787 μ.Χ. από την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία μας δίδαξε περί της προσκυνήσεως των ιερών εικόνων και της παραδόσεως της Εκκλησίας.
Στις 11 Μαρτίου του 843 μ.Χ., όταν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο Άγιος Μεθόδιος και βασιλείς ήταν ο Μιχαήλ και η μητέρα του Αγία Θεοδώρα η Αυγούστα, εφαρμόστηκαν οι αποφάσεις της Ζ’ Οικουμενικής συνόδου και αναστηλώθηκαν οι ιερές εικόνες στους ιερούς ναούς και στους λοιπούς χώρους των Χριστιανών.
Οι άνθρωποι διδάσκονται από τις ιερές εικόνες και προσβλέπουν στο Πρόσωπο του ενανθρωπίσαντος Ιησού Χριστού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και των Αγίων, για να ενδυναμώνονται και να χαριτώνονται.
Στο αποστολικό ανάγνωσμα από την προς Εβραίους επιστολή, ο Απόστολος Παύλος μίλησε για την ορθή πίστη του Μωυσή και των Δικαίων, που είναι μοναδική, γιατί ο Θεός την αποκάλυψε σε αυτούς και επιβεβαιώνοντάς την, την μεταδίδουν σε εμάς, που ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί, πρέπει να την τηρούμε στον πνευματικό μας αγώνα.
Όπως ο Μωϋσής «πίστει μέγας γενόμενος», αρνήθηκε τον πλούτο και την δόξα που είχε ως πρίγκηπας της Αιγύπτου και προτίμησε «συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ» έτσι πρέπει και εμείς, δια της ακραιφνούς πίστεως στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, να ακολουθούμε την στενή και τεθλιμμένη οδό. Να μην συσχηματιζόμαστε στα πράγματα του κόσμου, αλλά μιμούμενοι τα πάθη και τον σταυρικό θάνατο του Κυρίου, να πάσχουμε εκουσίως για τους άλλους ανθρώπους και να σταυρώνουμε τα πάθη και τις αδυναμίες μας, ώστε να επιβεβαιώνουμε την πίστη με τα έργα μας.
Όποιος έχει αληθινή πίστη, ελπίζει στον θεό και η πίστη του τον ενδυναμώνει, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τις δοκιμασίες χωρίς να απελπίζεται, όπως οι Άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης, που έζησαν «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι». Πρέπει να αγωνιστούμε με νίψη και προσευχή, να αποκτήσουμε την εν Χριστώ πίστη, ώστε η Χάρις του Θεού να εγκατασταθεί στην καρδιά μας και να βιώσουμε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στη ζωή μας.
Με την πίστη καταργείται ο θάνατος, που προκαλεί φόβο στους ανθρώπους, όπως συνέβη με τους Προφήτες και τους Δικαίους, που προτίμησαν τον θάνατο για να κερδίσουν την ανάσταση.
Η αληθινή πίστη στον Χριστό, μας ελευθερώνει από τον φόβο του θανάτου και μας επιβεβαιώνει, ότι ο θάνατος είναι το πέρασμα για να εισέλθουμε στην αιώνια ζωή.
Ο Απόστολος Παύλος τονίζει, ότι για αυτή την πίστη «οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος» και αυτό το διαπιστώνουμε με τα δυσάρεστα γεγονότα της καθημερινότητας, όταν οι άνθρωποι δεν βιώνουν την ευεργετική παρουσία του Θεού στη ζωή τους.
Όταν όμως υπάρχει η πίστη στον Ιησού Χριστό, αλλοιώνει τον νου, τη σκέψη και την καρδιά των ανθρώπων, που ζουν με ευπρέπεια κατά Χριστόν και διασώζονται από την ολισθηρότητα του κόσμου και από τον φόβο του θανάτου.
Σε αυτήν την σωτήρια πίστη, μας προτρέπει η Εκκλησία μας με την εορτή της Ορθοδοξίας, που αποτελεί την εορτή της αυτοσυνειδησίας των Χριστιανών, οι οποίοι με την πίστη στον Ιησού Χριστό κερδίζουν αληθινή ζωή και σωτηρία».