Έχει καταγραφεί ότι από όλο το σύνολο των φυτικών ειδών μόνο 50 περίπου καλλιεργούνται παγκοσμίως, για την παραγωγή προϊόντων, ενώ μόνο 17 από αυτά καλύπτουν τις διατροφικές ανάγκες του ανθρώπου άμεσα ή έμμεσα. Σε αυτά περιλαμβάνονται τα σιτηρά, όπως το σιτάρι, το ρύζι, το καλαμπόκι, το κριθάρι, η βρώμη, η σίκαλη και άλλα. Παρόλο που η παγκόσμια καλλιεργούμενη έκταση σε σιτηρά παρουσίασε κατά τη διάρκεια των χρόνων μεταβολές η παραγωγή τους εν τέλει υπερδιπλασιάστηκε. Η αύξηση αυτή παρατηρήθηκε επειδή χρησιμοποιούνται πια πλέον πιο παραγωγικές ποικιλίες είτε με τη βελτίωση της τεχνικής των καλλιεργειών είτε με την αύξηση της χρησιμοποίησης της εισροών όπως είναι τα λιπάσματα και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα. Αυτή είναι η παγκόσμια κυριαρχία των σιτηρών σε ολόκληρο τον κόσμο οφείλεται σε κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τα οποία έχουν να κάνουν με την αποδοτικότητα, με την ασφάλεια παραγωγής, με την πηγή των τροφίμων, με την εύκολη αποθήκευση και διαχείριση, με τη ζωοτροφή, με την ποιοτική τροφή, καθώς και με την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας των καταναλωτών.
Ξεκινώντας από την αποδοτικότητα μπορούμε να πούμε ότι τα σιτηρά παγκοσμίως αποδίδουν τόσο με τις μειωμένες εισροές όσο και με συνθήκες υψηλών εισροών και πλήρης εκμηχάνισης. Αισθητά χαρακτηρίζονται και από μεγάλη προσαρμοστικότητα, ευελιξία και αξιοπιστία ώστε να αναπτυχθούν και σε περιοχές με μεγάλες διαφορές ως προς τις εδαφολογικές συνθήκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει το ρύζι το οποίο αναπτύσσεται και παράγεται σε στάσιμο νερό. Σε μια ξηρά περίοδο το χαρακτηριστικό των σιτηρών είναι ότι εξασφαλίζεται γρήγορη ανάπτυξη και ομοιόμορφη ωρίμανση. Όμως απαιτείται μηχανοποιημένη συγκομιδή.
Επίσης τα προϊόντα των σιτηρών αποτελούν βασικό πυλώνα της τροφικής αλυσίδας του πληθυσμού ολόκληρου του κόσμου, για παράδειγμα βάση της διατροφής στην Ασία αποτελεί το ρύζι, στην Ευρώπη το σιτάρι, στην Αφρική το καλαμπόκι κτλ. Ο σπόρος των σιτηρών βρίσκεται σε συμπυκνωμένη μορφή τροφής και με πολύ μικρή περιεκτικότητα σε υγρασία, οπότε απαιτεί μικρό χώρο αποθήκευσης, αποφεύγοντας ζημιές από παγωνιά και ξηρασία. Είναι σκληροί στη διαχείριση τους από τα μηχανήματα συλλογής, και κρατούνται αποθηκευμένοι σε κατάλληλη υγρασία, συνήθως 14% για αρκετό χρονικό. Τα σιτηρά παρουσιάζουν μεγάλη αποδοχή από τους καταναλωτές με αποτέλεσμα η διατροφή να κυριαρχείται από αυτά. Εκτός από πηγή υδατανθράκων και πρωτεϊνών τα σιτηρά παρέχουν στη διατροφή λιπαρές ουσίες και βιταμίνες. Σε διάφορα μείγματα με πρωτεϊνούχες τροφές οι σπόροι χρησιμοποιούνται για ζωοτροφή καθώς παρέχονται και χλωρά τροφή κατά τη διάρκεια της βόσκησης.
Εν κατακλείδι τα σιτηρά παρόλο που προσβάλλονται από διάφορους εχθρούς και ασθένειες δεν χρειάζονται εκτεταμένη χρήση αγροχημικών διότι η εφαρμογή τους δεν συμφέρει από οικονομική άποψη, καθώς έχουν καταφέρει μέσω της γενετικής παραλλακτικότητας να δημιουργηθούν ανθεκτικές ποικιλίες που μειώνουν τη χρήση φαρμάκων. Οπότε η μειωμένη χρήση προσφέρει σιγουριά στην υγεία των καταναλωτών.