Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται προσπάθεια να ξαναρθεί στην επικαιρότητα το θέμα των «καταπατητών» και να καταδειχθεί η αδικία για εκατοντάδες συμπολιτών μας. Πρόσφατη αρθρογραφία περιγράφει συνοπτικά το πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που είναι πλέον γνωστό σε όλη του την έκταση.
Όσοι έχουν καταφύγει στην Δικαιοσύνη, έχουν αποδείξει με έγγραφα, ότι οι ιδιοκτησίες τους δεν προήλθαν από καταπάτηση δημοσίων γαιών, αλλά από νόμιμη αγορά από πλειστηριασμό της εποχής (1900 περίπου), εν γνώσει του τότε Δημάρχου και του τότε Νομάρχη. Προφανώς, γι’ αυτό και τους έχουν δικαιώσει πρωτόδικα τα δικαστήρια. Όμως υπάρχει η έφεση του Δημοσίου και ο πολυδάπανος αγώνας θα συνεχίζεται μέχρι τελεσιδικίας στο ανώτατο δικαστήριο.
Αυτή την στρέβλωση την έχουν υπόψη τους οι κυβερνητικοί Βουλευτές που ψήφισαν τον νόμο και τώρα είναι άφωνοι, όπως έχουν ξεχάσει τις διαβεβαιώσεις που έδιναν ότι το όλο θέμα θα τακτοποιηθεί, επειδή γνώριζαν την αδικία. Για να μην θυμίσουμε την επερώτηση πρώην Υπουργού, το 2011 μάλιστα, που ζητούσε τακτοποίηση χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση ή τις σκληρές διατυπώσεις που χρησιμοποιούσαν για το τότε νομοσχέδιο και που στη συνέχεια, με τις δικές τους ψήφους, το κατέστησαν νόμο του κράτους. Όχι πως οι ευθύνες των υπολοίπων κοινοβουλευτικών κομμάτων και η απραξία τους ξεχνιούνται.
Καιρός είναι τα μέσα ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά, να ζητήσουν δημόσια επανατοποθέτηση των Βουλευτών αλλά και των κομμάτων, για ένα τόσο καίριο θέμα που πλήττει εκατοντάδες συμπολίτες μας.
Τέλος, καλό θα ήταν και οι ίδιοι οι «καταπατητές» να βρούνε έναν τρόπο συνεννόησης μεταξύ τους για συνολική και μαζική αντίδραση, αφού είναι γνωστό ότι οι εγκαλούμενοι συνεχώς αυξάνονται. Οι καιροί ου μενετοί.