Μία από τις σημαντικότερες ενέργειες που πρέπει να κάνει ο παραγωγός πριν ξεκινήσει την καλλιέργεια του είναι να αναλύσει αρκετά το έδαφος, που θα αποτελεί την οικογένεια των φυτών, για τους επόμενους μήνες. Η εδαφολογική ανάλυση πρέπει να εξετασθεί για να δει ο παραγωγός τι ελλείψεις και τι περίσσιες θρεπτικών στοιχείων υπάρχουν έτσι ώστε να ξέρει ακριβώς τα λιπάσματα που πρέπει να συνθέσει για να δώσει όλα εκείνα τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία που χρειάζονται αργότερα τα φυτά.
Η ανάλυση πρέπει να γίνεται συνήθως πριν την τοποθέτηση κάποιας καλλιέργειας έτσι ώστε να καταλάβουμε τι χρειάζεται το χωράφι και τι όχι. Αν βέβαια έχει τοποθετηθεί ήδη η καλλιέργεια και αρχίζουμε να παρατηρούμε διάφορα συμπτώματα στα φυτά τις πρώτες μέρες, θα ήταν επιθυμητή μια άμεση διάγνωση σε σχέση με την περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά έτσι ώστε να αποφευχθούν τυχόν τροφοπενίες ή υπερβολική λίπανση που αργότερα συνεπάγεται τοξικότητα. Βέβαια αρκετά προβλήματα του εδάφους μπορούν να μην εντοπιστούν λόγω κλιματικών συνθηκών όπως είναι ο καιρός, η υγρασία, η θερμοκρασία κτλ.
Θέλοντας και μη είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι η λήψη ενός δείγματος αντιπροσωπεύει ολόκληρο το χωράφι, οπότε τουλάχιστον η δικιά μου άποψη είναι να λαμβάνονται δείγματα από διαφορετικά μέρη του χωραφιού και να συγκρίνονται μεταξύ τους έτσι ώστε να ο γεωπόνος που θα «μεταφράσει» τα δείγματα, να καταλήξει σε αποτελέσματα που μπορεί να τείνουν προς το κοινό.
Αν ένας γεωργός με ρωτούσε πότε θα ήταν η κατάλληλη εποχή δειγματοληψίας, τότε θα του απαντούσα ότι καλό θα ήταν να λαμβάνονται δείγματα πριν ακριβώς την εφαρμογή οποιαδήποτε λίπανσης. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να αποφύγουμε προβλήματα όπως, πχ. αν τα δείγματα του εδάφους ληφθούν κατά το στάδιο ανάπτυξης των φυτών τότε σημαντικό ποσοστό των θρεπτικών στοιχείων που ήταν στο έδαφος πριν την ανάλυση, θα έχουν προσληφθεί ήδη από τα φυτά και η ανάλυση θα δείξει χαμηλή περιεκτικότητα, οπότε και λανθασμένα αποτελέσματα. Αντίστοιχα τα δείγματα εδάφους που μπορεί να ληφθούν μετά τη συγκομιδή και την ενσωμάτωση όλων των φυτικών υπολειμμάτων θα έχει ως αποτέλεσμα να δίνει υψηλότερες τιμές λόγω συσσώρευσης, οπότε και πάλι λανθασμένα αποτελέσματα. Επίσης, πρέπει να αποφεύγεται ή να μην λαμβάνονται δείγματα εδάφους κατά την διάρκεια και μετά από βροχοπτώσεις , διότι προκαλείται έκπλυση ορισμένων απαραίτητων χημικών στοιχείων. Ειδικότερα, μέρες με υψηλή υγρασία, προκαλείται ελάττωση αζώτου εξαιτίας της απώλειας του με την απονιτροποίηση.
Η εδαφική ανάλυση καθορίζει αρκετά την κατάσταση γονιμότητας ενός χωραφιού και αποτελεί συμβουλευτικό χαρακτήρα καθοδηγώντας τον παραγωγό, με οδηγίες του γεωπόνου, σε λήψη σημαντικών αποφάσεων για την επίλυση των διάφορων προβλημάτων του εδάφους.
Γράφει ο Χρήστος Αποστόλου, Φοιτητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο