Πολύς λόγος γίνεται αυτές τις μέρες για το ταξίδι του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην Αγγλία και για την ανακίνηση του θέματος της επιστροφής των κλεμμένων γλυπτών του Παρθενώνα, προσπάθεια που ξεκίνησε η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη. Καλό θα είναι να πούμε λίγα λόγια για την υπόθεση αυτή.
Ο Τόμας Μπρους είναι ο γνωστός Ελγίνος, ήταν κόμης της κομητείας του Έλγιν της Σκοτίας. Γεννήθηκε στη Σκοτία όπου ήταν η κομητεία του μεγαλοκτήμονα πατέρα του. Μετά τις σπουδές του, έγινε πρεσβευτής της Βρετανίας στις Βρυξέλλες, Βερολίνο και Κωνσταντινούπολη. Η γυναίκα του πλούσια Εγγλέζα, ελληνολάτρισσα, άνθρωπος της μόδας που εκείνο τον καιρό επέβαλε την αρχαιοελληνική λατρεία. Για να την ευχαριστήσει, της υποσχέθηκε ότι για χάρη της θα κτίσει οίκημα με αρχαιοελληνική μορφή και με αυθεντικά υλικά από την Ακρόπολη.
Όταν ήταν πρεσβευτής της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη κατόρθωσε να αποσπάσει ένα φιρμάνι από τον τούρκο Μεγάλο Βεζίρη που του έδινε το δικαίωμα να πάρει από την Ακρόπολη μερικά κομμάτια πέτρας με επιγραφές και σχήματα και μία Καρυάτιδα. Το πρωτότυπο φιρμάνι χάθηκε ή το εξαφάνισε σκόπιμα ο Ελγίνος. Υπήρχε κι αντίγραφο στην ιταλική γλώσσα. Η επίμαχη φράση του φιρμανιού έλεγε ότι ο Ελγίνος μπορούσε να πάρει μερικα κομμάτια, αλλά ο Ναπολιτάνος μεταφραστής Τζιοβάνι Ρουσιέρι, ζωγράφος στην υπηρεσία του Ελγίνου, μετέφραζε οποιαδηποτε κομμάτια κι όχι μερικά.
Έτσι ο Ελγίνος, από το 1801, άρχισε το καταστροφικό του έργο. Πλήρωνε τον τούρκο φρούραρχο της Ακρόπολης 5 λίρες κάθε μέρα, προσέλαβε 350 εργάτες κι επί ένα χρόνο και στη συνέχεια όποτε ήθελε, λεηλατούσε την Ακρόπολη. Διακόσια κιβώτια αρχαιολογικών θησαυρών συσκευάστηκαν για να μεταφερθούν στο Λονδίνο.
Υπό την επίβλεψή του, από το λιμάνι του Πειραιά, απέπλευσε το ιδιόκτητο πλοίο του «Μέντορας» φορτωμένο με τα 65 πρώτα κιβώτια των θησαυρών. Ο ίδιος ο Ελγίνος έφυγε με άλλο μέσο για την Κωνσταντινούπολη. Όμως, το πλοίο του βυθίστηκε στο ακρωτήρι Μαλέα, οι ναύτες σώθηκαν και το πολύτιμο φορτίο στο βυθό ανάμεσα στα Κύθηρα και την Πελοπόννησο. Ο Ελγίνος ανέσυρε τα κιβώτια από τον βυθό, πληρώνοντας 6.000 λίρες. Στη συνέχεια, λόγω του Γαλλοαγγλικού πολέμου, ανακλήθηκε από την Κωνσταντινούπολη στο Λονδίνο, 1804. Φρόντισε να φορτωθούν τα 65 κιβώτια σε πολεμικό πλοίο της Αγγλίας για το Λονδίνο κι άνθρωποί του τα έκρυψαν σε αποθήκη που είχε νοικιάσει. Ο ίδιος προτίμησε να επιστρέψει οδικώς ως την Μάγχη κι από εκεί να περάσει στο Λονδίνο. Στον δρόμο τον συνέλαβαν στρατιώτες του Ναπολέοντα και τον έκλεισαν φυλακή. Κατόρθωσε, μετά από δύο χρόνια, το 1806, να αποφυλακιστεί και επέστρεψε στο Λονδίνο. Έχασε όμως την έδρα του στη Βουλή των λόρδων, γιατί δόθηκε σε άλλον. Η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για κάποιον άλλον άνδρα.
Όμως, συνέχισε το κακουργηματικό του έργο, βανδαλίζοντας και λεηλατώντας τον Παρθενώνα και την Ακρόπολη, συλλέγοντας ακόμη και αγγεία, 253 τεμάχια, μεταφέροντας τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς στο Λονδίνο κι επιδεικνύοντάς τους σε φίλους και γνωστούς. Ένας από αυτούς ο ζωγράφος Χένρι Φουζέλι, όταν είδε τα εκθέματα άρχισε να φωνάζει από θαυμασμό και να λέει: «Οι Ελληνες ηταν Θεοι». Ο ζωγράφος Λουσιέρι, στην υπηρεσία του Ελγίνου, το 1812, έστειλε στο Λονδίνο τα τελευταία κιβώτια ολοκληρώνοντας την καταστροφή.
Ο Ελγίνος το 1816, αποφάσισε να πουλήσει τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς στη Βρετανία και ζήτησε 74.240 λίρες. Η κυβέρνηση της Βρετανίας δέχτηκε χωρίς ντροπή να συνδιαλλαγεί με έναν κλέφτη. Έλυσε το ηθικό ζήτημα με το αστείο αιτιολογικό ότι τα μάρμαρα σαπίζουν στην Ακρόπολη και ότι οι Άγγλοι θα τα συντηρούσαν. Ως προς το ποσό, επιδόθηκε στον Ελγίνο: «μείον η μεταφορά με αγγλικό πολεμικό πλοίο, μείον το γεγονός ότι η απόκτησή τους οφείλεται στο ότι ο κόμης ενεργούσε ως κυβερνητικός υπάλληλος, μείον ότι θα κτιστεί ειδική αίθουσα στο Βρετανικό μουσείο, κάνει να παίρνει 35.000 λίρες», επιβραβεύοντας χωρίς ντροπή τον μεγαλύτερο αρχαιοκάπηλο του κόσμου.
Ο Ελγίνος, πέθανε στα 1841, σε ηλικία 70 ετών, στερημένος από αξιώματα και καταφρονημένος ακόμα και στην ίδια του πατρίδα. Ο μεγάλος αρχαιολόγος της εποχής Νάιτ τον κατηγορούσε «για άθλιο βάνδαλο και καταστροφέα του Παρθενώνα και αρχαιοκάπηλο». Ο λόρδος Βύρων είχε σκαλίσει σε μαρμάρινη πέτρα τα εξής: «Ό,τι δεν κατάφεραν οι Γότθοι, το έκαναν οι Σκότοι (Σκοτσέζοι)»
Η Αγγλία όχι μόνο δεν επέστρεψε ακόμη τους θησαυρούς αυτούς στον φυσικό τους χώρο, όχι μόνο δεν ζήτησε συγνώμη για την καταστροφή που προξένησε ένας ανώτερος κρατικός υπάλληλός της, αλλά εδώ και 200 και πλέον χρόνια κερδίζει, κάθε χρόνο, αμύθητα ποσά από τους επισκέπτες που τρέχουν να θαυμάσουν τα απαράμιλλης αξίας αριστουργήματα του αρχαιοελληνικού πνεύματος, πληρώνοντας ακριβό εισιτήριο.
Γράφει ο Δημήτρης Απ. Ρήτας, Φιλόλογος-συγγραφέας-στιχουργός-Δ/ντής Περιφερειακού Θεάτρου Καρδίτσας