Συμπληρώθηκε μια εβδομάδα από την έξοδο των τρακτέρ στα σημεία συνάντησης, χωρίς προς το παρόν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει και αυτή την κινητοποίηση με την προκρούστεια λογική «της εσωτερικής υποτίμησης» και της δημοσιονομικής προσαρμογής αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις. Η μη ικανοποίηση ορισμένων τουλάχιστον βασικών αιτημάτων που έχουν σχέση με το κόστος παραγωγής σαν συνέχεια των ήδη εφαρμοζόμενων πολιτικών στον αγροτικό τομέα, όπως η εκποίηση της ΑΤΕ και υγιών συνεταιριστικών βιομηχανιών (Δωδώνη, ΣΕΚΑΠ, κ.λ.π) και η απαξίωση βασικών εθνικών προϊόντων θα είναι η χαριστική βολή για το μέλλον της καλλιέργειας.
Ιδιαίτερα σήμερα που η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά τείνει να γίνει και επισιτιστική, η επάρκεια ασφαλών και ποιοτικών τροφίμων αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην οποία πρέπει να απαντάει μια σύγχρονη διατροφική πολιτική. Μάλιστα το αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα μπορεί να αποτελέσει και μια από τις «ατμομηχανές» που θα μας βγάλει από την κρίση και την ύφεση, αρκεί να αξιοποιηθούν ουσιαστικά τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα, τα οποία είναι:
α) η χαμηλή ένταση του επενδυόμενου κεφαλαίου με άμεση μάλιστα απόδοση
β) η δυνατότητα προσφοράς απασχόλησης στο κύμα των άνεργων της συστημικής κρίσης
γ) η ισχυρή διακλαδικότητα (κλάδοι εφοδιασμού, επεξεργασίας, μεταποίησης, εμπορίας ενέργειας, υγείας και τουρισμού)
δ) οι δυνατότητες ουσιαστικής αναπτυξιακής ενίσχυσης του συνόλου των περιφερειών
ε) η ενίσχυση της αυξανόμενης ζήτησης στις παγκόσμιες αγορές και υποκατάσταση των εισαγωγών
και στ) το ευνοϊκό πεδίο για την ενθάρρυνση παραγωγικών καινοτόμων συνεταιρισμών, αυτοδιαχειριζόμενων επιχειρήσεων, αλλά και άλλων μορφών αλληλέγγυας οικονομίας.
Ο πλούτος των φυσικών πόρων, η βιοποικιλότητα, η καταλληλότητα των εδαφοκλιματικών συνθηκών για την παραγωγή ευρέως φάσματος ποιοτικών προϊόντων με έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα, το ανθρώπινο δυναμικό και ο πολιτισμός που είναι ζυμωμένος με τον τόπο, αποτελούν το πολυτιμότερο, αλλά αναξιοποίητο μέχρι σήμερα, κεφάλαιο της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση που απορρέει από πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ: Στη χώρα μας η αύξηση της αξίας του «προϊόντος» του πρωτογενούς τομέα κατά 1% μπορεί να προσδώσει αύξηση στο συνολικό ΑΕΠ κατά 5%.
Ο γεωργικός τομέας της χώρας μας έχει μεγάλο εύρος και μπορεί να παράγει προϊόντα αυξημένης ζήτησης στην παγκόσμια αγορά, αλλά ταυτοχρόνως να καλύπτει τις διατροφικές μας ανάγκες. Είναι αδιανόητο να έχουν εγκατασταθεί στο τραπέζι μας π.χ τυριά από γειτονικές χώρες, όταν τα αντίστοιχα ελληνικά είναι πολύ καλύτερης ποιότητας και μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες μας. Όπως είναι επίσης ακατανόητο να εισάγουμε ζάχαρη, γιατί κλείνουμε τα εργοστάσια ζάχαρης και εγκαταλείπουμε την τευτλοκαλλιέργεια, σε μια περίοδο αυξημένης διεθνούς ζήτησης της ζάχαρης.
Οι κινητοποιήσεις των αγροτών επαναφέρουν με δραματικό τρόπο το ερώτημα: τι γεωργία και κτηνοτροφία θέλουμε ;. Από τις απαντήσεις της κυβέρνησης στα αιτήματά τους θα διαφανούν και οι προθέσεις της. Αν δηλαδή θα επιμείνει σε λογικές ξεκληρίσματος της αγροτιάς που εφαρμόστηκαν μέχρι τώρα ή θ΄ αλλάξει πορεία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ –ΕΚΜ με την τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα στην έκθεση της Θεσσαλονίκης σηματοδότησε το βάρος που θα δώσει η ριζοσπαστική αριστερά στην αγροτική δραστηριότητα, από την αξιοπρεπή διαβίωση του απασχολούμενου μέχρι την επαρκή και υγιεινή διατροφή του καταναλωτή.
Σήμερα έχει εξειδικεύσει ακόμα περισσότερο την πρότασή του για το αγροτοτοδιατροφικό σύμπλεγμα της χώρας μας και μπορεί να πετύχει αυτήν την αναγκαία αλλαγή πορείας: Με επανεκκίνηση της αγροτικής οικονομίας με συγκεκριμένους στόχους και διαχρονικές πολιτικές κατά κλάδο και περιφέρεια, αλλά και ουσιαστική στήριξή τους από το κράτος. Με νέες βάσεις στην εμπορία των αγροτικών προϊόντων και των εφοδίων, αλλά και πολιτικές που θα προσδίδουν μόνιμα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά στον αγροτοδιατροφικό τομέα που θα συμβάλλουν αποφασιστικά στην έξοδό μας από την κρίση .
Ο Ηλίας Τσιαμαντάς είναι μέλος της Ν.Ε Καρδίτσας του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ