Στην ολομέλεια της Ελληνικής Βουλής μίλησε ο Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και Υπεύθυνος του Τομέα Υγείας κ. Κωνσταντίνος Τσιάρας κατά την τρίτη ημέρα συζήτησης του νομοσχεδίου για την Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2009.
Τα κυριότερα σημεία τη ομιλίας του κ. Τσιάρα έχουν ως εξής:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
στην τρίτη ημέρα συζήτησης του Προϋπολογισμού είναι δεδομένο πως έχουν ακουστεί πολλές και διαφορετικές απόψεις από όλους τους συναδέλφους. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό που κάνουμε εδώ, διαδεχόμενος ο ένας τον άλλον, είναι μια συνεχόμενη αντίκρουση επιχειρημάτων, σε μια λογική παρουσίασης αριθμών, που μπορεί να παρουσιάζουν όπως είναι γνωστό κάθε φορά το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο. Είναι μια γνωστή πρακτική, μια γνωστή διαδικασία.
Θα μπορούσα, λοιπόν, και εγώ πολύ εύκολα να εκθέσω τα θετικά στοιχεία του συζητούμενου προϋπολογισμού. Μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές και μέσα από συγκεκριμένες επιλογές η Κυβέρνηση δεν πρόκειται να επιβάλλει κανένα νέο φόρο. Από την άλλη προκύπτει με σαφήνεια ότι θα υπάρξει αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Παραδείγματος χάρη:
- οι δαπάνες για την κοινωνική προστασία αυξάνονται 15,3%.
- Οι πιστώσεις για το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας αυξάνονται κατά 12,9%.
- Οι πιστώσεις για το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης αυξάνονται κατά 8,9%.
Ταυτόχρονα, σε σχέση με το παρελθόν, έχει ελαττωθεί η ανεργία, έχει περιοριστεί το έλλειμμα. Έχουν ληφθεί, από την Κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο, συγκεκριμένα ενεργητικά μέτρα για να αντιμετωπίσουμε την χρηματοοικονομική κρίση. Μια κρίση, η οποία έχει καταλάβει όχι μόνο χώρες που βρίσκονται μακριά από εμάς, αλλά χώρες, οι οποίες βρίσκονται μέσα στον σφικτό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και βεβαίως, τα προηγούμενα χρόνια μέσα από μια συγκεκριμένη πρακτική οικονομικής πολιτικής, καταφέραμε επιτέλους να βρισκόμαστε μέσα στο Σύμφωνο Σταθερότητας.
Προφανώς όλα αυτά είναι θετικά. Πιστεύετε ωστόσο πως σημαίνουν κάτι για τον Έλληνα πολίτη που μας παρακολουθεί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Το λέω αυτό, γιατί πρέπει να δώσουμε ένα μήνυμα μέσα από το ρόλο μας και μέσα από τη συγκεκριμένη θέση στη συγκεκριμένη συζήτηση. Να δώσουμε στον πολίτη να καταλάβει τι είναι ο προϋπολογισμός; Τι ενδεχομένως συνιστά ο προϋπολογισμός;
Θα έλεγα λοιπόν πολύ απλά, ότι ο προϋπολογισμός είναι ένα πλάνο εργασίας, ένα επιχειρηματικό σχέδιο. Σημασία λοιπόν για την κάθε κυβέρνηση, που καλείται να τον υλοποιήσει, έχει το να πετύχει τους στόχους, που θέτει ο προϋπολογισμός. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα μείνει στάσιμη μπροστά στο όποιο εμπόδιο παρουσιάζεται αλλά το παρακάμπτει, με τον πιο πρόσφορο τρόπο για τους πολίτες, προκειμένου να φτάσει στο στόχο. Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, ότι επί ματαίω γίνεται ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτής της συζήτησης. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 80% με 85% περίπου των δαπανών που περιγράφονται στον προϋπολογισμό είναι ανελαστικές δαπάνες. Είναι δαπάνες που προϋποτίθενται κατ’ ελάχιστον, για την ομαλή λειτουργία του κράτους.
Από την άλλη πλευρά, το 1% ή το 2%, που μπορεί να δίνονται επιπλέον για την υγεία ή για την παιδεία, δεν σημαίνουν απολύτως τίποτε, αν δεν μπορούν στοχευμένα να επιτύχουν την επίλυση καταγεγραμμένων προβλημάτων. Δηλαδή, αυτό που πρέπει να βλέπει κανείς πρώτα και πάνω απ’ όλα, είναι το ποιος εγγυάται την καλύτερη δυνατή υλοποίηση των προτεινόμενων προϋπολογισμών.
Πρόσφατα, λοιπόν, πριν μερικές ημέρες, συζητήσαμε τον οικονομικό Απολογισμό και Ισολογισμό προηγουμένων ετών. Εκεί είχα την ευκαιρία και εγώ να εκφράσω την άποψη μου, εκτιμώντας ότι τουλάχιστον μέσα από τα δεδομένα της πραγματικότητας και σε αντίθεση, με την καταστροφολογία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, -μιλούσανε για τρομερή ύφεση, έκρηξη ανεργίας, ελάττωση ρυθμών ανάπτυξης- είδαμε ότι τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έγινε. Και το αναφέρω γιατί μόλις χθες άκουσα τον κ. Σημίτη να μας εκθέτει τις σκέψεις του σχετικά με μία τραγική κατάσταση της οικονομίας της χώρας. Μα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ξεχνούν οι Έλληνες πολίτες ποιος φταίει γι’ αυτήν την οικονομική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε; Νομίζω ότι αδικείτε τον εαυτό σας, όταν χειροκροτείτε τις σκέψεις του πρώην Πρωθυπουργού, τον οποίον εσείς βεβαίως πρόσφατα διαγράψατε από την παράταξη σας. Ο ίδιος, όπως όλοι γνωρίζουμε είναι ο κύριος υπεύθυνος γι’ αυτή την κακή οικονομική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα.
Επιπλέον, ακουστήκανε κάποιες σκέψεις ή χαρακτηρισμούς, για τις οποίες δεν θα μπορούσα να αποφύγω το σχολιασμό τους. Είστε εσείς, οι οποίοι μιλάτε για εικονική πραγματικότητα, για δημοκοπία, για το ότι εδώ βρίσκονται μαστροχαλαστές της οικονομίας; Ξεχνάει κανείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα διπλά βιβλία, την εκτίναξη του δημοσίου χρέους, την απίστευτη αύξηση του ελλείμματος; Όλα αυτά είναι μια πραγματικότητα την οποία εσείς κληροδοτήσατε στην Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Κλείνω με κάτι τελευταίο. Ψιθυρίζεται λίγο ή πολύ από όλους σας η πρόθεση σας να πάει η Κυβέρνηση σε εκλογές. Πριν από έναν χρόνο ή πριν από δύο χρόνια, ενδεχομένως και πολύ λιγότερο, πριν από έξι μήνες, όταν ακούγατε τη λέξη «εκλογές», γυρίζατε την πλάτη. Όχι μόνο δεν τολμούσατε να ζητήσετε κάτι τέτοιο, αλλά αντίθετα αποφεύγατε οποιαδήποτε σχετική συζήτηση. Όλα αυτά βέβαια είναι γνωστό ότι συμβαίνουν, γιατί βλέπετε κάποιες καλές δημοσκοπήσεις. Αυτό όμως, στη λογική με την οποία το ζητάτε και στη λογική με την οποία το προβάλλετε ως πολιτικό επιχείρημα, να γνωρίζετε ότι εσάς θα βρει εκτεθειμένους πρώτα απ’ όλα.
Η ευθύνη, την οποία αναζητούν οι πολίτες απ’ όλους μας, και από την άλλη πλευρά η αναξιοπιστία, στην οποία έχει πέσει όλο το πολιτικό σύστημα εξ’ αιτίας ανάλογων πρακτικών ,νομίζω ότι δεν σας έχει γίνει μάθημα. Και αυτό σύντομα θα το δούμε στην κρίση συνολικά των πολιτών. Η ευθύνη για την εικόνα του πολιτικού συστήματος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ευθύνη όλων μας, δεν είναι ευθύνη ούτε μιας παράταξης, ούτε ενός πολιτικού.
Και οι πολίτες είναι σε θέση να γνωρίζουν, πολλές φορές καλύτερα και από εμάς, ποιος υποβαθμίζει το δημόσιο βίο και ποιος συμβάλει καθοριστικά στην αναξιοπιστία της πολιτικής.
Επειδή όμως πιστεύω πως αυτή η Κυβέρνηση έχει δείξει μέχρι τώρα πως είναι ικανή, ότι μπορεί να υλοποιεί τους προϋπολογισμούς, υπερψηφίζω τον προτεινόμενο Προϋπολογισμό, γιατί πιστεύω ότι είναι ένα ακόμη βήμα προς το αύριο της ελληνικής κοινωνίας και το καλό των Ελλήνων πολιτών.»