Μέχρι στιγμής κανένας πολιτικός που πέρασε από το Υπ. Παιδείας δεν έχει απαντήσει στην ερώτηση αν η Ελλάδα χρειάζεται 22 παιδαγωγικά τμήματα, 32 σχολές πληροφορικής και 14 γεωπονίας, 14 τμήματα θεάτρου, 21 σχολές αρχιτεκτονικής, 36 οικονομικά τμήματα και 50 τμήματα διοίκησης επιχειρήσεων, 8 τμήματα ηλεκτρολογίας, 8 τμήματα μηχανολογίας, 5 τμήματα δασοπονίας και δασολογίας και 13 τμήματα περί τη λογιστική, τη λειτουργία των οποίων πληρώνει αδρά το κράτος για να αποφοιτούν άνεργοι πτυχιούχοι. Στο ερώτημα αυτό καλείται να απαντήσει και ο κ. Κων/νος Αρβανιτόπουλος ο οποίος όμως έχει προαναγγείλει την υλοποίηση ενός σχεδίου αναμόρφωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας. «Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι 40 Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα στη χώρα είναι πολλά, όταν για παράδειγμα το Ισραήλ (των 8 εκ. κατοίκων) έχει μόνο 7», δήλωσε πρόσφατα ο ίδιος. Πρόκειται για μια προσπάθεια να μπει τάξη στον άναρχο «χάρτη» των ΑΕΙ και ΤΕΙ, με την κατάργηση και συγχώνευση τμημάτων που δεν έχουν αντίκρισμα στην αγορά εργασίας και τα οποία δημιουργήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες για να ικανοποιήσουν κατά τόπους πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Τα τμήματα
Βασικό ρόλο στην υλοποίηση του σχεδίου «Αθηνά» θα παίξει η Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας (ΑΔΙΠ) της οποίας ομάδα εργασίας θα καταθέσει μελέτη για τη νέα «γεωγραφία» της ανώτατης εκπαίδευσης, για την οποία στη συνέχεια θα γίνει διάλογος με τους εκπροσώπους των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Στο επίκεντρο των σχετικών διαβουλεύσεων αναμένεται να τεθούν πανεπιστημιακά τμήματα με πρόγραμμα σπουδών που δεν μπορεί να βρει αντικείμενο στην αγορά εργασίας ή να καλύψει ανάγκες του δημοσίου. Επίσης από την ακαδημαϊκή κοινότητα κρίνεται απαραίτητο να περάσουν από «κόσκινο» τα τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ με παρεμφερές επιστημονικό αντικείμενο εντός της ίδιας πόλης ή ακόμα και του ίδιου του ιδρύματος, όπως το τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ με το Κοινωνικής και Ποιμαντικής Θεολογίας του ίδιου πανεπιστημίου, το τμήμα Θεολογίας με το Κοινωνικής Θεολογίας του ΕΚΠΑ και το Νοσηλευτικής του ΕΚΠΑ με τις 2 νοσηλευτικές του ΤΕΙ Αθήνας. Σημειώνεται πως ακόμα και σήμερα υπάρχουν τμήματα στα οποία δεν έχει καθοριστεί γνωστικό αντικείμενο! Σε αυτά συγκαταλέγονται τα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής στα Πανεπιστήμια Μακεδονίας και Πελοποννήσου, Πολιτιστικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Αιγίου, Οργάνωσης και Διαχείρισης Αθλητισμού στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, ενώ υπάρχουν και τμήματα, όπως το Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων της Κορίνθου όπου παρατηρείται τεράστια διαρροή φοιτητών προς άλλα συναφή τμήματα. Η ανάγκη για υλοποίηση του συγκεκριμένου σχεδίου είχε διαπιστωθεί και από τις προηγούμενες κυβερνήσεις αλλά οι τότε ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας δεν αναλάμβαναν το πολιτικό κόστος μιας τέτοιας πρωτοβουλίας παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι κάτι παραπάνω από άναρχη. Χαρακτηριστικό είναι ότι ανά την επικράτεια λειτουργούν 24 ΑΕΙ σε 36 διαφορετικές πόλεις και 16 ΤΕΙ σε 40 πόλεις και κωμοπόλεις, ενώ συνολικά υπάρχουν περισσότερα από 590 τμήματα. Παράλληλα ακαδημαϊκοί έχουν υπογραμμίσει κατά καιρούς πως στο σύστημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας είναι ανύπαρκτη η αποτύπωση των αναγκών στην αγορά εργασίας, όπως και ο προγραμματισμός και καθορισμός τόσο των ειδικοτήτων όσο και του επιπέδου σπουδών από τα οποία θα αποδίδονται συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα ή θα δίδονται τα αναγκαία επαγγελματικά προσόντα. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι να υπάρχει η ίδια ειδικότητα σε διαφορετικά επίπεδα σπουδών. Ωστόσο η επιτυχία του σχεδίου «Αθηνά» θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο η διαδικασία των αναγκαίων συγχωνεύσεων ή καταργήσεων τμημάτων θα μείνει ανεπηρέαστη από αντιδράσεις των κατά τόπους κομματικών ή άλλων παραγόντων, αλλά και πανεπιστημιακών συμφερόντων, που θέλουν να μείνουν ανέγγιχτα τα «κεκτημένα» τους. Πάντως μέχρι στιγμής φαίνεται να υπάρχει θετική διάθεση και από τις διοικήσεις αρκετών πανεπιστημίων, που εμφανίζονται πρόθυμες να προχωρήσουν ακόμα και σε εθελούσιες συνενώσεις τμημάτων και σχολών.
Αναζητούν κριτήρια για συγχωνεύσεις
Στην οριστικοποίηση των κύριων κριτηρίων βάσει των οποίων θα υλοποιηθεί από το υπ. Παιδείας το σχέδιο συγχώνευσης και κατάργησης τμημάτων θα προχωρήσει το επόμενο διάστημα η ΑΔΙΠ, έχοντας ως αφετηρία το Νόμο 4076, που αφορά ρυθμίσεις των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Σύμφωνα με αυτόν, «μπορούν να συγχωνεύονται, κατατέμνονται, μετονομάζονται και καταργούνται ΑΕΙ και να μεταβάλλεται η έδρα τους, καθώς επίσης και να ιδρύονται, συγχωνεύονται, κατατέμνονται, μετονομάζονται και καταργούνται σχολές ή και τμήματα και να μεταβάλλεται η έδρα τους, για τους ακόλουθους κατά περίπτωση λόγους:
Α) όταν είναι αναγκαίο για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων κοινωνικών αναγκών για την ανάπτυξη της ανώτατης εκπαίδευσης ή για την καλλιέργεια νέων επιστημονικών και τεχνικών πεδίων ή πεδίων διεπιστημονικού χαρακτήρα που κρίνονται απαραίτητα για την οικονομικοκοινωνική ανάπτυξη της χώρας και δεν καλύπτονται με επάρκεια από τα ΑΕΙ ή τις σχολές ή τα τμήματα που λειτουργούν
Β) όταν επιβάλλεται από τον δυσανάλογα μεγάλο ή αντίστοιχα μικρό ετήσιο αριθμό φοιτητών ή αποφοίτων ανά καθηγητή σε ένα ΑΕΙ ή μια σχολή ή ένα τμήμα
Γ) Όταν η λειτουργία μεμονωμένων ΑΕΙ ή σχολών ή τμήματος δεν δικαιολογείται επιστημονικά και αντιθέτως δυσχεραίνει την έρευνα και τη διδασκαλία στα αντίστοιχα γνωστικά πεδία
Δ) Όταν συμφωνούν με τις ανάγκες και τις δυνατότητες της εθνικής οικονομίας
Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται να μελετηθούν εκτενώς τα τμήματα των ΑΕΙ και ΤΕΙ που δεν προσελκύουν το ενδιαφέρον των φοιτητών, δεν έχουν πολλούς εισακτέους και εμφανίζουν φθίνουσα πορεία στην «παραγωγή πτυχιούχων» με τελευταία πενταετία, αυτά με παρεμφερές επιστημονικό αντικείμενο εντός της ίδιας πόλης ή του ίδιου ιδρύματος, αλλά και αυτά με πρόγραμμα σπουδών που δεν μπορεί να βρει αντικείμενο στην αγορά εργασίας ή να καλύψει ανάγκες του δημοσίου. Ο αριθμός των εν λόγω τμημάτων ξεπερνά τα εκατόν πενήντα. Επίσης στο επίκεντρο θα τεθούν και ιδρύματα που δεν έχουν αποκτήσει έως τώρα ακαδημαϊκή οντότητα όπως και αυτά με μικρό αριθμό διδασκόντων τα οποία έως και φέτος καλύπτουν τις ανάγκες τους με προσλήψεις συμβασιούχων. Σημειώνεται ότι στις σχετικές αποφάσεις θα υπολογιστούν και τα σύγχρονα αναπτυξιακά κριτήρια της χώρας, δεδομένου ότι η ίδρυση αρκετών τμημάτων τις προηγούμενες δεκαετίες στην περιφέρεια αποφασίστηκε με στόχο την τόνωση των τοπικών οικονομιών, ενώ η τριτοβάθμια εκπαίδευση λειτούργησε αυτόνομα και μακριά από τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας, κάτι όμως που κρίνεται αναγκαίο να αναθεωρηθεί. Παράλληλα στα κριτήρια αναμένεται να ενταχθεί και η απόδοση των επαγγελματικών προσόντων που παρέχουν τα ελληνικά πτυχία στην Ε.Ε. Η ενσωμάτωση μάλιστα της οδηγίας 2005/36/ΕΚ με το Π.Δ. 122/2010 στο ελληνικό δίκαιο έχει πλέον ταράξει τα λιμνάζοντα νερά στον τομέα των επαγγελματικών δικαιωμάτων στη χώρα μας. Η υποχρέωση στο εξής απόδοσης επαγγελματικών προσόντων που έχουν αποκτηθεί από ένα άτομο σε άλλη χώρα της Ε.Ε. και στη χώρα μας και μάλιστα ανεξαρτήτως του εκπαιδευτικού επιπέδου, δημιουργεί νέα δεδομένα.
«Παραπολιτικά»