Την Κυριακή 7 Οκτωβρίου στις 07.00΄π.μ., εικοσιπέντε μέλη και φίλοι του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Καρδίτσας (ΕΟΣΚ), μεταξύ αυτών και δυο παιδιά ο Νικόλας και ο Αλέξης 9 και 8 χρονών αντίστοιχα, βρέθηκαν στο άγαλμα του Ν. Πλαστήρα. Προορισμός η κορυφή Τριγγία με υψόμετρο 2204 μ., η υψηλότερη κορυφή της νότιας Πίνδου και κατ’ επέκταση της Θεσσαλίας. Αφετηρία της ανάβασης το χωριό Κρανιά Τρικάλων Ασπροποτάμου, (La Kornu στα βλάχικα) που βρίσκεται σε υψόμετρο 1150 μέτρων και απέχει 72 χλμ από τα Τρίκαλα και 58 χλμ από την Καλαμπάκα. Ανάβαση εύκολη, χωρίς τεχνικές δυσκολίες, αλλά επίπονη, συνολικής διάρκειας 7 ωρών και με 1000 μέτρα υψομετρικής διαφοράς, καθόλου εύκολη υπόθεση για αρχαρίους ορειβάτες.
Η Κρανιά Ασπροποτάμου είναι βλάχικο ορεινό χωριό του νομού Τρικάλων, κτισμένο στις πλαγιές της νότιας Πίνδου και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Θεσσαλίας. Η Κρανιά άνηκε στην Κοινότητα Ασπροποτάμου και μετά τον Καλλικράτη το 2010 ενσωματώθηκε στο δήμο Καλαμπάκας. Απαρτίζεται από τρεις οικισμούς, τα Δολιανά, τα Κονάκια και το Κουκουφλί και όπως τα περισσότερα χωριά της περιοχής, ερημώνει το χειμώνα, ενώ ο πληθυσμός της το καλοκαίρι ξεπερνά τους 3.000. Ο πραγματικός της πληθυσμός ανέρχεται σε 363 κατοίκους με τα στοιχεία της απογραφής του 2001. Κατά το παρελθόν υπήρξε σπουδαίο κέντρο παραγωγής και εμπορίας μάλλινων υφασμάτων, τα οποία έμειναν ονομαστά ως «σκουτιά κρανιώτικα». Ο Κρανιώτικος, παραπόταμος του Ασπροπόταμου, χωρίζει στα δύο το χωριό και παράλληλα αποτελεί μοναδικό βιότοπο της άγριας πέστροφας. Το υπέστη πολλές καταστροφές στο παρελθόν. Η πρώτη λεηλασία της Κρανιάς έγινε στις 3 Απριλίου του 1824 από τον αρματολό των Αγράφων και μετέπειτα ήρωα της επανάστασης του 1821 Γ. Καραϊσκάκη, ο οποίος θέλοντας να εκδικηθεί τον οπλαρχηγό του Ασπροποτάμου Νικόλαο Στορνάρη, εισέβαλε στην Κρανιά και τα άλλα χωριά της περιοχής λεηλατώντας τα. Το πιο τραγικό όμως κεφάλαιο στην ιστορία της Κρανιάς γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1943 με την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής στον ορεινό όγκο της Πίνδου. Το μεσημέρι της 23ης Οκτωβρίου ένας λόχος 80 περίπου ανδρών αποσπάται από την κυρία δύναμη και εισέρχεται στο χωριό. Τις πρώτες δύο ημέρες προχωρά σε αναγνωριστικές κινήσεις στην περιοχή και ανακαλύπτει τους ομαδικούς τάφους των 78 γερμανών στρατιωτών, πού είχαν εκτελεστεί κοντά στο Μοναστήρι της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Αμέσως δίδεται το σύνθημα για την πυρπόληση του χωριού. Πυρπολούνται 766 σπίτια και εκτελούνται εν ψυχρώ οι 7 υπερήλικες κάτοικοι που είχαν παραμείνει σε αυτό. Ο ναός της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι σύμβολο ολόκληρου του Ασπροποτάμου, εξαιτίας της εκπληκτικής αρχιτεκτονικής του, που τον καθιστά μοναδικό στη χώρα μας. Ο ναός φέρει 12 τρούλους. Η παράδοση αναφέρει ότι κάθε ένας τρούλος ήταν αφιερωμένος στους μαθητές του Χριστού. Η ημερομηνία ανέγερσης του ναού τοποθετείται από όλους τους μελετητές του στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, πιθανότατα το 1770. Από το 1792 που υπάρχουν γραπτά στοιχεία, αναφέρεται ότι λειτούργησε σαν μοναστήρι μέχρι και το 1924. Στα επόμενα χρόνια θα λειτουργήσει ως εκκλησία, μέχρι και την καταστροφή του από τους Γερμανούς το 1943. Μεταπολεμικά ο ναός ανακατασκευάστηκε με τις φροντίδες της κοινότητας Κρανιάς και τις οικονομικές εισφορές των Κρανιωτών απ’ όλη την Ελλάδα.
Η ομάδα του ΕΟΣΚ έφτασε στην Κρανιά στις 10.00΄π.μ. και από εκεί στον περιοχή Κονάκια, οικισμός των Σαρακατσαναίων, ο οποίος βρίσκεται τρία χιλιόμετρα ανατολικά του χωριού. Οι σύγχρονοι έλληνες λαογράφοι θεωρούν τους Σαρακατσαναίους ανέκαθεν ελληνόφωνους, κτηνοτροφικούς πληθυσμούς και απόλυτα νομαδικούς. Αρχικά οι καλύβες (κονάκια) των Σαρακατσαναίων ήταν εγκατεστημένες κοντά στο Σταυρό. Η επιδημία ευλογιάς που εκδηλώθηκε στην περιοχή το 1890 τους ανάγκασε να μετακομίσουν στη σημερινή τους θέση. Τα Κονάκια παραμένουν μέχρι και σήμερα ο μοναδικός οργανωμένος μόνιμος οικισμός Σαρακατσαναίων σε όλο τον Ασπροπόταμο.
Από τα Κονάκια ξεκινάει μονοπάτι, το οποίο χωρίς σήμανση ελίσσεται μέσα στο δάσος, συναντά τον δασικό δρόμο αρκετές φορές, μέχρι να βγει στα λιβάδια στα 1600 περίπου μέτρα υψόμετρο μετά από ανηφορική πορεία δύο ωρών. Από εκεί ακλουθώντας την βορειοδυτική κόψη φτάνει κανείς στην κορυφή σε περίπου δύο ώρες ομαλής σχετικά πορείας. Η θέα της κορυφής αποζημιώνει τον ορειβάτη για τον κόπο που έκανε για να ανέβει. Το μάτι εκτείνεται από την Γκαμήλα και τον Σμόλικα μέχρι τις κορυφές των Αγράφων, μέσα σε μια απέραντη θάλασσα βουνών. Η επιστροφή γίνεται από την νότια κόψη της κορυφογραμμής, από όπου σε τρείς ώρες περίπου φτάνει κανείς πίσω στα Κονάκια. Σε όλη τη διαδρομή συναντάμε τρεις πηγές, δυο κατά την ανάβαση και μια στην κατάβαση, αλλά ανάλογα την εποχή που θα βρεθούμε στο βουνό καλό είναι να φροντίσουμε να έχουμε γεμάτα παγούρια. Η ημέρα τελείωσε ευχάριστα στην πλατεία της Κρανιάς, με τσίπουρο το οποίο συνοδεύτηκε με μανιτάρια που μαζέψαμε από το βουνό.
Για όσους θέλουν να ζήσουν παρόμοιες και μεγαλύτερες συγκινήσεις, αλλά και να χαρούν τα βουνά μας με ασφάλεια, ο ΕΟΣΚ. διοργανώνει σχολή ορεινής πεζοπορίας αρχαρίων τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο φέτος, η οποία θα έχει διάρκεια τρία Σαββατοκύριακα. Για πληροφορίες στο τηλέφωνο 6934770763, στο www.eoskarditsas.blogspot.com καθώς επίσης και στο: https://www.facebook.com/eoskarditsas.