Αν ήταν χτες η Χρυσή Αυγή που έκλεινε τις πόρτες του υπουργείου Εργασίας και όχι το ΠΑΜΕ, τι θα είχε συμβεί; Θα μιλάγαμε ή όχι για εκτροπή; Κι όμως! Απέναντι στις άνομες ενέργειες της αριστεράς υπάρχει εδώ και χρόνια μία ανοχή που έχει αναισθητοποιήσει τον μέσο άνθρωπο σε φαινόμενα πολιτικής βίας. Όταν οι «αγανακτισμένοι» πολίτες του Αλέξη πετούσαν γιαούρτια στους πολιτικούς αντιπάλους, τότε όλα ήταν καλά. Ήταν η «δίκαιη αγανάκτηση» του ελληνικού λαού απέναντι στο μνημόνιο και τους υπηρέτες της τρόικας. Όταν τα τάγματα εφόδου των αναρχικών έκαιγαν την Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2008, τότε όλα ήταν καλά. Ήταν η νέα γενιά που έπρεπε να βιώσει το δικό της Μάη του 68. Τώρα που η Χρυσή Αυγή βρήκε παράθυρο νομιμοποίησης της πολιτικής βίας, αναρωτιόμαστε όλοι τι έφταιξε. Ετοιμαστείτε για το επόμενο βήμα προς το χάος… Δεν χρειάζεται να έχεις κανείς φαντασία για να αντιληφθεί που ακριβώς οδηγούνται τα πράγματα. Τα όσα συνέβησαν στην Ιταλία την δεκαετία του 70 ίσως αποτελούν ένα καλό οδηγό για την περιήγησή μας στα χνάρια του κόσμου της κινούμενης άμμου που ετοιμαζόμαστε να εισέλθουμε. Κάποιοι ίσως μας κατηγορήσουν αυτή την στιγμή ότι βάζουμε στο ίδιο σακί τους «αγωνιστές της αριστεράς» με τους «συμμορίτες της ακροδεξιάς». Να με συγχωρούν, αλλά οι άνθρωποι και τα κινήματα χαρακτηρίζονται από τις πράξεις τους. Μπορεί η στόχευση των ενεργειών τους να είναι διαφορετική αλλά η πρακτική τους έχει κοινά στοιχεία. Η χρήση της βίας ως όπλο για την επιβολή των ιδεολογικών τους θέσεων στη κοινωνία είναι μία πρακτική που αργά ή γρήγορα οδηγεί στον εκτροχιασμό. Η ακροδεξιά με την ακροαριστερά δεν είναι το ίδιο, δεν ταυτίζονται ιδεολογικά. Αλλά είναι το ίδιο επικίνδυνες για το αστικό μας πολίτευμα. Λένε ότι για το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής ευθύνεται η ανεργία, η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Και για τον Δεκέμβριο του 2008 τι έφταιγε; Τότε που δεν υπήρχε ακόμη κρίση; Εκτός κι αν θεωρεί κανείς ότι ο καπιταλισμός είναι μόνιμα σε κρίση και πρέπει να ηττηθεί. Είναι ένα σημείο που πάντοτε συμφωνούσαν οι κομμουνιστές με τους φασίστες, από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Η πολιτική βία είναι κατακριτέα από όπου κι αν προέρχεται. Ο κ. Δένδιας κινδυνεύει να γίνει το μαύρο πρόβατο για την ελληνική ακροδεξιά. Γεγονός που δείχνει ότι βρίσκεται στο σωστό δρόμο. Ο κ. Δένδιας δεν αντέδρασε χτες , όταν το ΠΑΜΕ απέκλεισε την είσοδο σε ένα δημόσιο κτίριο. Γεγονός που δείχνει ότι έκλεισε τα μάτια του σε μία ακόμη άνομη πράξη. Ο κ. Δένδιας εξακολουθεί και κάνει το ίδιο λάθος που έκαναν όλοι οι συνάδελφοί του στην μεταπολίτευση: Φοβάται να εφαρμόσει το Νόμο. Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος σε αυτό τον πλανήτη που θα ήθελα να φιλοξενήσω έναν ρατσιστή στο σαλόνι του σπιτιού μου. Επίσης, δεν νιώθω την παραμικρή ανάγκη να κατανοήσω τον μασκοφόρο που σπάει μία βιτρίνα, επειδή θεωρεί υπεύθυνη την κοινωνία για τα υπαρξιακά του προβλήματα. Τέλος, δεν μπορώ να ασπαστώ το όνειρο της παγκόσμιας επανάστασης της ελληνικής αριστεράς. Από την άλλη πλευρά, με ενοχλεί αφάνταστα η λογοκρισία και μισώ θανάσιμα την βία. Πολύ περισσότερο με ενοχλεί και με θυμώνει η προοπτική να πρέπει να ζητήσω την άδεια από έναν τύπο με μαύρο ή κόκκινο σκούφο για να βγω από το σπίτι μου ή για να επισκεφτώ ένα δημόσιο κτίριο. Για να είμαστε ξεκάθαροι! Ακούω πολύ κόσμο να διαμαρτύρεται για την ποιότητα του πολιτικού μας κόσμου και να δικαιολογεί έτσι την ψήφο του στην Χρυσή Αυγή. Οι «κλέφτες πολιτικοί» ήταν πάντοτε ένα καλό άλλοθι για την άνοδο των λαϊκιστών στην εξουσία, αλλά αυτοί οι «κλέφτες» αναδείχτηκαν με την δική μας ψήφο. Όπως και με την δική μας ψήφο αναδεικνύονται σήμερα δυνάμεις που προωθούν τον ρατσισμό. Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ότι η ξενοφοβική και ρατσιστική ελληνική ακροδεξιά χρησιμοποιεί τα ίδια όπλα που χρησιμοποιούσε μέχρι σήμερα η ελληνική αριστερά. Αν τα προηγούμενα χρόνια η αριστερά είχε σεβαστεί τη νομιμότητα και δεν καταλάμβανε δρόμους, λιμάνια και δημόσια κτίρια, σήμερα ο κίνδυνος να μας κτίσουν τις εισόδους των σπιτιών μας θα ήταν απόμακρος. Δυστυχώς, όμως, το κτίσιμο ανθρώπων στους χώρους εργασίας τους είναι μία εικόνα που στα μάτια της κοινής γνώμης προάγει το επαναστατικό πνεύμα. Η Χρυσή Αυγή δεν είναι ένα φαινόμενο των ημερών». Είναι η αποπληρωμή ενός ακόμη γραμματίου της μεταπολίτευσης. Η διαφορά είναι ότι ένα «φαινόμενο» μπορεί και να εξαφανιστεί από μόνο του, ενώ ένα γραμμάτιο θα πρέπει να πληρωθεί με ό,τι αυτό κι αν συνεπάγεται. Θανάσης Μαυρίδης |
Πηγή:www.capital.gr