Τοποθέτηση περιφερειάρχη Θεσσαλίας στην Καρδίτσα στη διαβούλευση για την κατάρτιση Προγραμμάτων Μέτρων επί των Σχεδίων Διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών


Στη διαβούλευση για την κατάρτιση Προγραμμάτων Μέτρων επί των Σχεδίων Διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών του υδατικού διαμερίσματος της Θεσσαλίας παρευρέθηκε ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας κ. Κώστας Αγοραστός, η οποία πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Επιμελητηρίου Καρδίτσας, παρουσία του ειδικού γραμματέα υδάτων κ. Ανδρέα Ανδρεαδάκη. Ο κ. Αγοραστός τόνισε πως «σε ότι αφορά τη Θεσσαλία η βούληση μας ως αιρετή Περιφέρεια, εκφράζοντας και την άποψη των Θεσσαλών, είναι να ολοκληρωθούν τα έργα στον Αχελώο καθώς ο τόπος μας έχει απόλυτη ανάγκη ένα μικρό μόνο μέρος από τα ύδατα του ποταμού που σήμερα καταλήγουν στη θάλασσα. Η μεταφορά νερού από την άνω ρου του Αχελώου μόνο οφέλη μπορεί να έχει καθώς το έργο αυτό είναι ενεργειακό, περιβαλλοντικό, υδρευτικό, αρδευτικό και διασφαλίζει το μέλλον της Θεσσαλίας»

Στην τοποθέτηση του ο κ. Αγοραστός ανέφερε τα εξής:

«Στη σύντομη αυτή παρέμβαση θέλω να επισημάνω τρία (3) βασικά ζητήματα που συνδέονται αποφασιστικά με το στόχο των μελετών που εκπονήθηκαν για τα Σχέδια Διαχείρισης των Νερών στο Θεσσαλικό Υδατικό Διαμέρισμα.

Το πρώτο αφορά στη ΓΕΩΡΓΙΑ.

Λόγω της στρατηγικής σημασίας των τροφίμων κατά τις επόμενες δεκαετίες γενικότερα στον κόσμο αλλά πιο ειδικά στη χώρα μας και τη Θεσσαλία η Γεωργία είναι πρωταρχικός στόχος.

Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις της νέας πολιτικής ηγεσίας στον τομέα αυτό αλλά και το περιεχόμενο της συμφωνίας των κυβερνητικών εταίρων.  Συγκεκριμένα θεωρείται ως «Πρώτος στόχος η μετατροπή του αρνητικού ισοζυγίου εισαγωγών-εξαγωγών στον αγροτικό τομέα σε θετικό» και η

«Αξιοποίηση του ρεύματος επιστροφής στην ύπαιθρο με παροχή κινήτρων, με παραχώρηση γης σε νέους αγρότες αλλά και ενεργούς αγρότες και συνεταιρισμούς».

Ειδικότερα ο νέος υπουργός ανέφερε μεταξύ άλλων ότι

«…η έννοια της αυτάρκειας, που ήταν κυρίαρχη και στις δύο προηγούμενες γενιές, έρχεται και σ’ εμάς από άλλη πλευρά.  Το πρόβλημα μάλιστα θα είναι οξύτερο γιατί μας λένε να διπλασιάσουμε την παραγωγή των τροφίμων τα επόμενα 15 με 20 χρόνια και να την τριπλασιάσουμε τα επόμενα 30 με 35 χρόνια».

Τέλος από κάθε κατεύθυνση αναζητείται η εκπόνηση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου για τη Γεωργία.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για μας; Σημαίνουν ότι στο στόχο για μια αειφόρο και βιώσιμη ανάπτυξη στην Θεσσαλία  είναι εκ «των  ουκ άνευ» η αξιοποίηση του συνόλου των φυσικών και ανθρώπινων δυνατοτήτων που μας προσφέρονται δηλαδή το μέγιστο των γεωργικών εκτάσεων, το μέγιστο των προσφερόμενων υδατικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών ταμιευτήρων της Θεσσαλίας, αλλά και των 600 εκ m3 ετησίως από μεταφορά από Αχελώο. Και αυτό γιατί όπως αναφέρουν τα σενάρια, που παρουσιάστηκαν απ’ τους μελετητές, είναι η προσφορότερη λύση και για να μην μειωθούν οι εκτάσεις που αρδεύονται και για να διατηρηθεί η απασχόληση, σε μια περίοδο που παρατηρείται μέσω της φυγής απ’ τα μεγάλα αστικά κέντρα, στροφή στην ύπαιθρο και στον πρωτογενή τομέα.

Σημαίνουν επίσης ότι δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά σενάρια Γεωργίας συντηρητικά, άτολμα, που όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στις σημερινές συνθήκες για αξιοποίηση του συνόλου των δυνατοτήτων της Θεσσαλίας αλλά, αντίθετα, οδηγούν σε μετατροπή μεγάλων εκτάσεων σε ξηρικές (!),  μείωση καλλιεργειών, μείωση της απασχόλησης, μείωση των εισοδημάτων και εντέλει κίνδυνο πρόκλησης άσκοπων κοινωνικών εντάσεων.

Ενδεχόμενη υλοποίηση των σχεδίων σε λάθος κατεύθυνση, που δεν θα λαμβάνει υπόψη της τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις στην περιοχή μας, με θεωρητικές παραδοχές και ελλιπή σχεδιασμό, που αγνοούν την Θεσσαλική πραγματικότητα και τα σοβαρά προβλήματά της, αφ’ ενός δεν θα βοηθήσει το περιβάλλον, αφ’ ετέρου θα ακυρώσει τις αναπτυξιακές προοπτικές της Θεσσαλίας.

Με άλλα λόγια δεν θα έχουν καμία αξία τα σχέδια, εάν τα δούμε αποσπασματικά σαν μία ακόμη συμβατική ευρωπαϊκή υποχρέωση και όχι σαν εργαλείο υλοποίησης μίας ευρύτερης πολιτικής ανάπτυξης που είναι η ουσία τους, καθόσον κρίσιμοι τομείς της οικονομίας και του περιβάλλοντος (πόσιμο νερό, ενέργεια – ΥΗΕ, γεωργία-αρδεύσεις, κ.α.) θα εξαρτώνται τις επόμενες δεκαετίες, από τα σχέδια αυτά.

Στη Θεσσαλία, όπου το 90% του νερού καταναλώνεται στις αρδεύσεις, για να λύσουμε τα σοβαρά προβλήματα στην διαχείριση των υδατικών πόρων και να επιτύχουμε μέχρι το 2015 την «καλή κατάσταση» όλων των υδάτων, είναι επιτακτική η ανάγκη στρατηγικής διαχείρισης, που θα λαμβάνει υπόψη τους προαναφερθέντες στόχους αγροτικής πολιτικής με την υδατική πολιτική.

Το δεύτερο ζήτημα που επιθυμώ να θίξω είναι ο Φορέας Διαχείρισης των νερών στη Θεσσαλία. Κορυφαίο πολιτικό ζήτημα, συνθήκες υπερώριμες για να δρομολογηθούν λύσεις.  Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο βρίσκεται πολύ πίσω από τις σύγχρονες ανάγκες, δεν αξιοποιεί την επιστημονική γνώση, δεν επιβάλλει (ουσιαστικά αποτρέπει) την θεσμοθετημένη  αποφασιστική συμμετοχή των χρηστών.

Τρίτο ζήτημα: Στον τομέα της ενέργειας και των έργων ταμίευσης επιζητούμε: την μεγιστοποίηση της παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας με την πλήρη αξιοποίηση όλων των προσφερόμενων δυνατοτήτων και ειδικότερα των επιφανειακών νερών σε ήδη υφιστάμενα έργα (Μεσοχώρα, Σμόκοβο), σε ημιτελή έργα (Συκιά, σήραγγα Πευκοφύτου/άντληση-ταμίευση) και σε νέα έργα (Πύλη, Μουζάκι, Παληοδερλί, Καλούδα, Νεοχωρίτη κ.λ.π). Σημειωτέον ότι με την ολοκλήρωση ΥΗ έργων, τα οποία για την θεσσαλική λεκάνη είναι έργα πολλαπλού σκοπού (ύδρευση, άρδευση κλπ) θα αλλάξει πλήρως το τοπίο και στον τομέα των υπόγειων νερών που σήμερα αποτελούν, δυστυχώς, μονόδρομο για την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών, με σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τεράστιες απώλειες ενέργειας και μεγάλη οικονομική επιβάρυνση στους παραγωγούς και το κοινωνικό σύνολο.

Επιζητούμε ακόμη την ολοκλήρωση των δρομολογημένων έργων όπως η Λίμνη Κάρλα, τα φράγματα Αγιονερίου και Ληθαίου και των υπολοίπων έργων τοπικής σημασίας.

Δεν κρίνω σκόπιμο να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες.  Έχουν καταγραφεί πολλές προτάσεις (συνέδρια, ημερίδες, Πανεπιστήμια, Στελέχη Δημόσιας Διοίκησης κ.ο.κ.).  Υπάρχει διάχυτη η εμπειρία άλλων χωρών που εφαρμόζουν σύγχρονα συστήματα διοίκησης-διαχείρισης νερών.  Συνοπτικά πρέπει οριστικά να εκλείψει η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και το Διοικητικό Αλαλούμ που παρατηρείται.

Άλλωστε η δυνατότητα να υλοποιηθούν με επιτυχία τα Σχέδια Διαχείρισης βασίζεται μόνο στα πλαίσια ενός ενιαίου, σύγχρονου και αποτελεσματικού φορέα, που θα εμπνεύσει εμπιστοσύνη και θα βοηθήσει να ξεπερασθούν νοοτροπίες και αδυναμίες δεκαετιών.  Από τις εκτεθείσες μελέτες δεν αναδεικνύεται το πρόβλημα του φορέα, θεωρείται ίσως πρόβλημα των αγροτών και παραπέμπεται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, παρότι η διαχείριση του νερού, είναι θέμα που αφορά όλους τους χρήστες.  Είναι βέβαιο ότι δεν επαρκούν οι υφιστάμενες δομές της αποκεντρωμένης και της αιρετής Περιφέρειας, που μαζί με τους «γερασμένους» ΤΟΕΒ που ήδη προσαρτήθηκαν στους «Καλλικρατικούς» Δήμους, διαχειρίζονται το πρόβλημα ανεπιτυχώς. Με τα σχέδια φοβάμαι, ότι ουσιαστικά το πρόβλημα παραπέμπεται στις καλένδες και θεωρώ ότι θα πρέπει να εξεταστεί εκ νέου, αφού αντλήσει παραδείγματα και από άλλες γειτονικές χώρες.

Επιθυμούμε λοιπόν τα Σχέδια Διαχείρισης όταν οριστικοποιηθούν να διαπνέονται από τους παραπάνω στόχους και ελπίζω με την αναμόρφωσή τους όλοι οι θεσσαλικοί φορείς να δούνε στα Σχέδια Διαχείρισης σαν μία ευκαιρία εκσυγχρονισμού και ανασυγκρότησης της Γεωργίας και του τομέα των υδατικών πόρων και όχι σαν κίνδυνο για τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά τους.

Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα η Περιφέρεια Θεσσαλίας πρόκειται να συνεργαστεί με τους φορείς που δραστηριοποιούνται σε ζητήματα Υδάτων και Γεωργίας δηλαδή: ΓΕΩΤΕΕ, ΤΕΕ, Συνεταιριστικές ενώσεις, Ομοσπονδίες αγροτικών συλλόγων, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, ΤΕΙ Λάρισας, ΠΕΔΕ, Δήμοι, ΤΟΕΒ, ΔΕΗ, κ.α. με στόχο την διαμόρφωση ενός πλαισίου θέσεων για Γεωργία και Αρδεύσεις. Η Περιφέρεια δεσμεύεται να λάβει πρωτοβουλία προς κάθε κατεύθυνση (πολιτικούς, φορείς αγροτών κ.ο.κ.) για την υλοποίηση των προαναφερθέντων, ζητώντας  παράλληλα την συνεργασία της Ειδικής Γραμματείας Υδάτων και των μελετητών στην προσπάθεια να ανταποκριθούν τα Σχέδια Διαχείρισης στις, κατά την γνώμη μας, απόλυτα ρεαλιστικής προτάσεις μας».

Στη διαβούλευση συμμετείχαν ακόμη ο βουλευτής Καρδίτσας του ΣΥΡΙΖΑ κ. Νίκος Μιχαλάκης, ο αντιπεριφερειάρχης Καρδίτσας κ. Βασίλης Τσιάκος, οι δήμαρχος Καρδίτσας κ. Κώστας Παπαλός και Σοφάδων κ. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, οι περιφερειακοί σύμβουλοι κ.κ Ευάγγελος Λέμας, Φώτης Αλεξάκος και Ευάγγελος Μπούτας, οι αντιδήμαρχοι Καρδίτσας κ. Μαρκινός και Σοφάδων κ. Τρίγκας, ο τ. νομάρχης κ. Αναγνωστόπουλος.

 

Προηγούμενο άρθρο Παύλος Σιούφας: «Μια απόφαση Οδηγός!»
Επόμενο άρθρο Εορτάσθηκε η μνήμη της Αγίας Μαρίνας στο Μαυρομμάτι