Έλληνες και Γερμανοί φίλοι αποχαιρέτησαν τον γνωστό εικαστικό καλλιτέχνη Παντελή Σαμπαλιώτη, σε μία λιτή εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο ατελιέ του, στο Βερολίνο. Η συγκίνηση ήταν μεγάλη, όπως και η απώλεια για την Τέχνη και τον Πολιτισμό. Ομιλητής ήταν ο κ. Δημήτρης Καλαντζής, (επικ. Καθηγητής στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και μέλος της ΕΣΠΑ), ο οποίος αναφέρθηκε στη ζωή και το έργο του Παντελή. Εκ μέρους της οικογένειας μίλησε η κόρη του Μελίνα και η σύζυγος του κ. Katia. Όπως ανακοινώθηκε, τον προσεχή Ιανουάριο η Δημοτική Πινακοθήκη του Wedding θα οργανώσει αναδρομική έκθεση με έργα του Παντελή. Πνευματικό και καλλιτεχνικό μνημόσυνο θα οργανώσει η ΕΣΠΑ ΜΚΟ στην Καρδίτσα, στα μέσα Δεκέμβρη. Ολόκληρη η ομιλία του κ. Καλαντζή έχει ως εξής:
Έφυγε από κοντά μας ο Παντελής Σαμπαλιώτης
«Με οδύνη και θλίψη έφθασε σε μένα η είδηση για τον πρόωρο και αδόκητο χαμό του αδερφικού μου φίλου και συμπατριώτη του Παντελή Σαμπαλιώτη. Άφησε σαν φύλο κατατρεγμένη απ’ την φουρτούνα της επάρατης νόσου, η ψυχή του το δένδρο της ζωής, γεμίζοντας την ψυχή μας με πένθος. Σίγουρα κι αποτελεί ο θάνατος ένα μέρος της ζωής, όταν επέρχεται στην καθορισμένη του στιγμή. Όταν όμως έρχεται σε τέτοια ηλικία, και κάτω από τέτοιες συνθήκες, τότε είναι κάτι το αφύσικο κι αναπάντεχο. Μας προκαλεί θρήνο για το χαμό ενός νέου ανθρώπου, ενός αναγνωρισμένου καλλιτέχνη και επιφέρει την καταστροφή στην οικογένειά του, στην κοινωνία, στους φίλους του, στην οικογένεια των καλλιτεχνών και στους θαυμαστές της τέχνης του.
Ο Παντελής Σαμπαλιώτης γεννήθηκε το 1955 στην Αγιοπηγή Καρδίτσας στην Ελλάδα. Από το 1969 μέχρι το 1973 μαθήτευσε στη βυζαντινή αγιογραφία (υδατογραφίες) και φιλοτέχνησε κατά την παραμονή του εκεί πολλά έργα σε διάφορες εκκλησίες. Στην Αθήνα εργάστηκε αργότερα στην διαφήμιση, όπου δημιούργησε υπερμεγέθη έργα. Από το 1973 αποφασίζει να εργαστεί ως ελεύθερος καλλιτέχνης. Ταξιδεύει στην Ευρώπη, επισκέπτεται και μελετά τα πιο σημαντικά μουσεία της. Διαμένει στη Ελβετία, στην συνέχεια στην Γαλλία, στην Ισπανία και την Σουηδία. Επανέρχεται το 1988 στην Ελλάδα και εγκαθίσταται με την γυναίκα του Katja στο νησί των καλλιτεχνών, την Ύδρα, όπου μελετά τον Ηράκλειτο και κατόπιν μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου εργάζεται ως καλλιτέχνης. Με τον ερχομό των παιδιών έρχεται στο Βερολίνο. Οι ατομικές εκθέσεις του είναι πάρα πολλές, τόσο στην Ελλάδα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Ιωάννινα, Βόλο, Κέρκυρα, ΄Υδρα, Καρδίτσα) όσο και στο εξωτερικό, για παράδειγμα την Γερμανία (Βερολίνο, Φουρστενβάλντε, Φούλντα, Στεντάλ, Βέσελινγκ) καθώς και σε άλλες χώρες όπως στην Ιαπωνία αλλά και την Γαλλία (στον Πύργο του Μποσ στην Αβερόν την γκαλερί Ζαν Μάρκ στο Κορντ συρ Σιέλ), όπου κινείται μεταξύ φίλων, όπως τον Ζαν Λυκ, την Μαρι Μπος την Βιλφρανς του Ρουεγκ. Τίτλοι εκθέσεών του μεταξύ άλλων στην Ελλάδα «Αλληγορίες της Ύλης», στην Γαλλία «Ξενιτεμένες Καρυάτιδες» και οι «Μεταπλάσεις», στην Γερμανία, «Τα Φαινόμενα», «Τα πάντα ρεί» κ.α. Άφησε την τελευταία του πνοή ως καλλιτεχνικός διευθυντής της Δημοτικής Πινακοθήκης του Wedding.
Αποτέλεσε για πολλά χρόνια ως καλλιτέχνης ένα φοβερά ενεργό μέλος της καλλιτεχνικής κοινωνίας των Ελλήνων και μη του Βερολίνου. Έχαιρε καθολικής αναγνώρισης από τους συμπατριώτες και τους φίλους της τέχνης, από τους συναδέλφους του, για την ευθύτητα και το μειλίχιο του χαρακτήρα του, την σύνεση, το δημοκρατικό του αίσθημα, τον διαρκή αγώνα του για την εξασφάλιση ενός καλύτερου Αύριο για την οικογένειά του και για τον ίδιο, την αφοσίωσή του στην Τέχνη. Αγάπησε την ζωή και τον κάθε τόπο που βρέθηκε, τον έκανε δικό του. Συνέχισε την γιγάντια πάλη δημιουργώντας ασταμάτητα και πολεμώντας έστω και με μισή ανάσα, την επάρατη ασθένεια, που τον οδήγησε τελικά πρόωρα μακριά μας.
Ο Παντελής ήταν αγαπητός από τους συγγενείς και τους φίλους, τους συνανθρώπους του, για την παλικαριά που τον διέκρινε, την ζεστή του ψυχή, το γεμάτο ζωή βλέμμα του, την καλοσύνη του, την στοργή του, τον διαρκή αγώνα του, για το χαμόγελό του, που χώραγε μέσα του τον κόσμο όλο.
Έτσι, πολύ σύντομα, είχε αποκτήσει στο Βερολίνο τις πρώτες μαθήτριες και μαθητές. Παράλληλα άρχισε να εργάζεται τα Σαββατοκύριακα για την «Νεολαία στο Μουσείο», οργανώνοντας σεμινάρια για παιδιά και νέους στα Ατελιέ του βοτανικού κήπου και τα τελευταία χρόνια στους χώρους του Kulturforum στην Potsdamer Platz. Όλοι όσοι για πολλά χρόνια τα σεμινάρια τούτα επισκέφτηκαν το έκαναν όχι μόνο εξ αιτίας της τέχνης, αλλά πάνω απ΄ όλα για τον Παντελή. Όταν πριν πέντε χρόνια το Ατελιέ στο Treptower Park αντί του σημερινού αντικατέστησε, είχε πλέον στην διάθεσή του τον κατάλληλο χώρο να προσφέρει σεμινάρια και για ενήλικες. Σε αυτά τα σεμινάρια γνώρισε την Αναστασία, την οποία από τότε είχε στο πλευρό του. Όλοι όσοι επισκεπτόταν τα σεμινάρια τούτα εύρισκαν στο πρόσωπο του Παντελή έναν φανταστικό δάσκαλο κι έναν θαυμάσιο φίλο. Εύρισκαν όχι μόνο την ευχαρίστηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά τη ζεστή ατμόσφαιρα της τέχνης με πλαίσιο την παρέα, την μουσική και γιατί όχι και το φαγητό. Το τέλος του μαθήματος άγγιζε ή ξεπερνούσε όχι σπάνια τα μεσάνυχτα.
Ο Παντελής μαζί με τόσους άλλους, πέρασε δυστυχώς, όσο κι αν δεν το θέλαμε, στο υπεραισθητό του κόσμου μας. Γι’ αυτό θα πρέπει να επιστρατεύσουμε την σκέψη μας, τη φαντασία μας, το πνεύμα μας, να επενδύσουμε ειλικρινά αισθήματα, όταν θα θέλουμε να επικοινωνήσουμε πλέον στο μέλλον μαζί του.
Έφυγες, φίλε μου Παντελή, σε μια εποχή ωριμότητας και συγκομιδής, σε μια εποχή που είχες ακόμα πάρα πολλά να δώσεις, και γιατί όχι και να πάρεις, από αυτά που η πείρα της ζωής και τα θησαυροφυλάκια της ιδιαίτερης και της θετής μας πατρίδας, πλουσιοπάροχα σου χάρισαν. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως είναι λίγα αυτά που έδωσες. Μας χάρισες ως κοινωνία δύο θαυμάσια παιδιά την Μελίνα και τον Φίλιππο και ένα αξιολογότατο καλλιτεχνικό έργο. Μας χάρισες μια εξαίρετη θύμηση για την ύπαρξή σου και την δράση σου, που θα μας συντροφεύει όσο θα ζούμε.
Όσοι είχαν την τύχη να σε ζήσουν από πολύ κοντά, σε γνώρισαν ως έναν από τους πιο πηγαίους, δίκαιους, ευθύς, εγκάρδιους και τους πραγματικά λεβέντες Βερολινέζους Καρδιτσιώτες.
Το πως αναπαύεσαι τώρα τον ύπνο του δικαίου και του δικαιωμένου, το ξέρω εδώ και μερικές μέρες φίλε μου Παντελή, να το πιστέψω όμως δεν θέλω ακόμα και με λυπούν ιδιαίτερα, ή μάλλον μου είναι αφάνταστα δύσκολα αυτά τα λίγα λόγια του για πάντα αποχαιρετισμού. Εύχομαι ολόψυχα να είναι ελαφρό το χώμα που σε σκεπάζει και να είσαι βέβαιος πως θα ζεις για πάντα στη μνήμη και στις καρδιές όλων, όσων σε γνώρισαν, διότι ήσουνα μια αστείρευτη πηγή αισιοδοξίας, εγκαρδιότητας, συμπόνιας, πηγή πραγματικής παλικαριάς. Και λέω τούτο, διότι η αισιοδοξία, η ψυχική δύναμη και το θάρρος, με τα οποία αντιμετώπισες την αρρώστια, και στις λίγες ώρες πριν αφήσεις τη ζωή, το έζησα ο ίδιος στο κρεβάτι του νοσοκομείου, ήταν ως το τέλος αστείρευτες .
Στην συντετριμμένη οικογένειά σου, ιδιαίτερα στα παιδιά σου, στην γυναίκα σου την Katja, στην αδερφή σου, στην Φίλη σου Αναστασία και σε όλους τους οικείους σου, εύχομαι θερμά συλλυπητήρια και δύναμη να ξεπεράσουν, ή δυνατόν, τον απροσδόκητο χαμό σου. Διότι ο πόνος ενός τέτοιου χαμού οριοθετεί μεν τα σύνορα της στεναχώριας, αλλά δεν αφήνει και κανένα περιθώριο στην αναγκαστική επιστροφή για αυτούς πίσω στη ζωή.
Σίγουρο πάντως είναι, πως ό,τι καλό δημιουργήσει και προσφέρει το κάθε άτομο στη ζωή του, δεν χάνεται κι ούτε πάει ποτέ χαμένο. Ιδιαίτερα η καλλιτεχνική δημιουργία, καθότι οι πηγές έμπνευσης του Παντελή Σαμπαλιώτη ήταν το φυσικό υλικό, η μάνα Γη. Το έργο του το χαρακτηρίζουν οι δεσμοί του με τον άνθρωπο, με την υψηλότερη σκέψη, με την μετουσίωση της ύλης, την παραλλαγή της, τα μηνύματα που διοχετεύονται μέσω αυτής και που η ίδια μας μεταφέρει. Η ύλη, διαποτισμένη με πνεύμα, σημαίνει για αυτόν την αιωνιότητα.
Ο Παντελής την πλησίασε με το ξύλο, το υλικό τυποποίησης, το χαρτόνι και το φυσικό κερί, το μέταλλο, τους καρπούς των φυτών. Παρατηρώντας κανείς τα έργα του, τα στοιχεία αυτά, μαζί με τον μύθο, παίρνουν μια ιδιαίτερη θέση στην ψυχή κι αντιμετωπίζονται ως αναπόσπαστο μέρος με τα υλικά και τα χρώματα από το πνεύμα. Και όλα μαζί με μια αφοπλιστική απλότητα, μεταμορφώνονται σε σύμβολα, ιδέες, εικόνες, φιλοσοφικά αντικείμενα, αληθινά έργα τέχνης. Αυτή η απλότητα ίσως να κάνει τον καλλιτέχνη ξεχωριστό στον τρόπο που δημιουργούσε κι αυτή η απλότητα να τον έφερε στον κύκλο ονομαστών Βερολινέζων καλλιτεχνών στο «Prisma Haus», στο «Willy Brand Haus», στο «Κessel Haus» στην «Kommunalgalerie Neuköln» και πρότινος ως υπεύθυνο στην «Kommunalgalerie του Wedding».
Μια άλλη διάσταση στο έργο του Σαμπαλιώτη αποτελεί ο Χρόνος. Το έργο του Παντελή δεν μπορεί όμως να περιοριστεί στα πλαίσια ενός συναισθηματικά αφόρητα φορτισμένου λόγου. Για τούτον και την τέχνη του θα ομιλήσουν σίγουρα πάρα πολλές γενιές στο μέλλον.
Γι’ αυτό και δεν δύναται ο θάνατος να κόψει εντελώς τον δεσμό της αγάπης, της εκτίμησής μας και του θαυμασμού σε τούτον δω τον καλλιτέχνη. Η Ελληνική Τέχνη γίνεται με τον χαμό σου πολύ φτωχότερη, ο καλλιτεχνικός και ο φυσικός χώρος που σε φιλοξένησε, η πρώτη μας κι δεύτερη Πατρίδα το Βερολίνο επίσης.
Πεθαίνει όμως κανείς μόνο τότε, όταν δεν ζει πλέον στην μνήμη μας. Εσύ Παντελή, ζεις και θα υπάρχεις και στο μέλλον, διότι δεν πέρασες από τον κόσμο αυτό χωρίς να αφήσεις καν ίχνη. Τα καλλιτεχνικά σου ίχνη είμαι σίγουρος ότι θα αποτελέσουν βατήρες για την δημιουργία νέων καλλιτεχνών. Η θύμησή σου σε μας που σε ζήσαμε από κοντά εφαλτήριο ζωής και θάρρους για το μέλλον.
Καλό ταξίδι λοιπόν και αιωνία σου η μνήμη, ακριβέ μου φίλε και συμπατριώτη, Παντελή. Σε αφήνω στην αιωνιότητα με πολλά δάκρυα στα μάτια.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα της μητέρας γης που στοργικά θα σε δεχθεί κοντά της.
Ο για πάντα φίλος σου Δημήτρης.»