Η χώρα μας διέρχεται πολλαπλές κρίσεις, κρίση οικονομική, κοινωνική, κρίση θεσμών και αξιών. Μία, όμως, πάρα πολύ σημαντική κρίση είναι η απαξίωση του πολιτικού μας συστήματος.
Η συζήτηση για την εξυγίανση του πολιτικού βίου και τη διαφάνεια στο κυβερνητικό έργο είναι κάτι που το τελευταίο διάστημα είναι επιτακτικό όσο ποτέ άλλοτε. Η απαίτηση του λαού για κάθαρση, για ανάληψη ευθυνών και απονομή δικαιοσύνης έχει γίνει ακόμη εντονότερη τον τελευταίο καιρό εξαιτίας των σκανδάλων που αποκαλύπτονται, που ταλανίζουν τη δημόσια ζωή και προκαλούν την κοινωνία.
Συστήνονται επιτροπές, ανασκαλεύεται όγκος στοιχείων και ενδείξεων και η κοινή γνώμη είναι πεπεισμένη για τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί σε βάρος του κράτους και του Έλληνα φορολογούμενου. Όμως, όσοι είναι ένοχοι στη συνείδηση του λαού είναι αθώοι στα μάτια της δικαιοσύνης εξαιτίας του νομικού πλαισίου που διατηρείται ενάντια στις διακηρύξεις για κάθαρση και για δήθεν επανίδρυση του κράτους εδώ και χρόνια.
Είναι γεγονός ότι ο απλός πολίτης έχει κάθε λόγο να αισθάνεται κατάφορη την αδικία που συντελείται εις βάρος του. Για κάθε Έλληνα ισχύουν οι κανόνες του δικαίου. Για κάθε Έλληνα που παραβαίνει το νόμο υπάρχει η διαδικασία του αυτοφώρου, το δικαστήριο, η τιμωρία και ισχύουν συγκεκριμένες ρυθμίσεις όσον αφορά στην παραγραφή ή μη των εγκλημάτων του.
Πώς, λοιπόν, να μην αισθάνεται ότι τον κοροϊδεύουμε, όταν το άρθρο 86 του Συντάγματος και ο ειδικός ν. 3126 του 2003 επιτρέπουν στους εκλεγμένους αντιπροσώπους του να χαίρουν άλλης αντιμετώπισης από το νόμο; Πώς να μην αισθάνεται απογοήτευση και οργή, πώς να μην καταδικάζει σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, όταν αναγκάζεται να πληρώνει και να κάνει θυσίες, τη στιγμή που πρώην Υπουργοί που έχουν βλάψει το κράτος, που έχουν εμπλακεί σε πασίγνωστα σκάνδαλα, απολαμβάνουν τα κέρδη που παρανόμως αποκόμισαν, χωρίς να μπορεί κανείς να τους αγγίξει; Πώς μπορούμε να μη δικαιολογήσουμε τις κοινωνικές αναταράξεις, όταν σε μία εποχή βαθειάς κρίσης συγκεκριμένοι πολιτικοί χαίρουν προνομίων που τους έχει εξασφαλίσει το ισχύον νομικό πλαίσιο;
Δυστυχώς, πρόκειται για μία κατάσταση που όλοι εμείς δημιουργήσαμε και διαιωνίσαμε, παρ’ όλες τις εξαγγελίες και τις τυχόν καλές προθέσεις για αλλαγή του συστήματος. Η εποχή που ο κόσμος έκανε υπομονή και έδειχνε ανοχή προς τους πολιτικούς έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Τώρα, λοιπόν, είναι επιβεβλημένο να του αποδείξουμε ότι το καθολικό αίτημα των πολιτών για αποτελεσματική απόδοση ευθυνών σε πολιτικά πρόσωπα εισακούεται. Ότι θα εξαντλήσουμε κάθε περιθώριο προκειμένου να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα ενός νόμου που έχει πλήξει ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία του πολιτικού κόσμου. Ότι πρόθεσή μας είναι ήδη από τώρα να θέσουμε τις βάσεις, προκειμένου στην επόμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος να είμαστε έτοιμοι όλοι μαζί να διορθώσουμε το άρθρο 86.
Είναι, λοιπόν, περιορισμένες οι αλλαγές που το Σύνταγμα μας επιτρέπει να θεσπίσουμε, αλλά είναι ουσιαστικές και δείχνουν ότι προτεραιότητά μας είναι να δώσουμε τέλος στο καθεστώς που επιτρέπει σε Υπουργούς που διαπράττουν εγκλήματα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να μένουν ατιμώρητοι και να απολαμβάνουν προνομιακή μεταχείριση έναντι άλλων πολιτών που διαπράττουν ίδια αδικήματα.
Πρώτη βασική αλλαγή που εισάγει η συγκεκριμένη τροποποίηση είναι η κατάργηση των εξαιρετικά σύντομων παραγραφών που προβλέπονται για τα αδικήματα των Υπουργών. Είδαμε τι έγινε με το Βατοπέδι, είδαμε τι έγινε με τη Siemens. Αν δεν ίσχυαν οι ευνοϊκές παραγραφές για τους Υπουργούς, η κατάσταση σήμερα θα ήταν διαφορετική και το γνωρίζουμε όλοι αυτό πολύ καλά. Πλέον, η παραγραφή για αδικήματα Υπουργών θα είναι αυτή που ισχύει για όλους τους Έλληνες πολίτες. Τα πλημμελήματα για τα πολιτικά πρόσωπα θα παραγράφονται στα πέντε χρόνια και τα κακουργήματα σε δεκαπέντε χρόνια.
Δεύτερο σημείο, η επιβολή περιοριστικών όρων σε πολιτικά πρόσωπα, όπως η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και η κατάσχεση οποιουδήποτε οικονομικού οφέλους έχουν προσπορισθεί από παράνομη δραστηριότητα, από τη στιγμή που η Βουλή θα ασκήσει δίωξη και θα επιληφθεί το δικαστικό συμβούλιο. Δεν είναι δυνατόν να μην μπορούν να επιβληθούν περιοριστικοί όροι σε πολιτικά πρόσωπα, ακόμη και εάν έχει συσταθεί ειδικό δικαστήριο. Και βέβαια, επόμενο βήμα που θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο της Αναθεώρησης του Συντάγματος είναι η επιβολή και των λοιπών περιοριστικών όρων που ισχύουν για κάθε πολίτη.
Τρίτον, προβλέπεται η δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών και άλλων χρηματοπιστωτικών τίτλων πολιτικών προσώπων που διώκονται για αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος. Η δέσμευση θα μπορεί να γίνει μόνο εάν υπάρχουν υπόνοιες τέλεσης αδικήματος, όπως ακριβώς ισχύει και για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Τέταρτον, σημαντική αλλαγή στο ισχύον καθεστώς επέρχεται με τη δημιουργία Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, το οποίο θα αποτελείται από έναν αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και δύο εισαγγελείς εφετών, θα ελέγχει τη δικογραφία που διαβιβάζεται στη Βουλή και θα γνωμοδοτεί για το εάν θα πρέπει να διερευνηθεί πιθανή ευθύνη Υπουργών.
Η έννοια της ατιμωρησίας στη χώρα μας, έχει διαβρώσει όχι μόνο τον πολιτικό βίο, αλλά και τον δημόσιο βίο εν γένει. Όταν οι κυβερνώντες δεν τιμωρούνται για τα αδικήματά τους, γιατί να αποδέχεται ο πολίτης τους νόμους και τους κανόνες; Αυτό το αίσθημα αδικίας πιστεύω ότι ικανοποιείται, εν μέρει τουλάχιστον, και στο πλαίσιο που μας επιτρέπει το Σύνταγμα της χώρας, με το παρόν νομοσχέδιο.
Δεν κρύβουμε τίποτε κάτω από το χαλί. Εάν κάποιος παρανομήσει του δείχνουμε το δρόμο της δικαιοσύνης. Αυτό συμβαίνει για κάθε πολίτη αυτής της χώρας και το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για εμάς τους τριακόσιους και για όποιον από εμάς αναλαμβάνει υπουργικό αξίωμα. Είναι μία καλή αρχή για να κερδίσουμε και πάλι την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού. Να του αποδείξουμε ότι δεν στρεβλώνουμε τους νόμους, εκμεταλλευόμενοι την ισχύ μας, όπως μας συμφέρει. Να του δείξουμε έμπρακτα ότι τον σεβόμαστε.
Πιστεύω ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει κανείς σε αυτή την Αίθουσα που να μη συμφωνεί με αυτή τη βασική αρχή, γι’ αυτό και οφείλουμε όλοι να υπερψηφίσουμε το νομοσχέδιο.