Πεθαίνεις γύρω στα ογδόντα και ο θάνατος σου για όλους, εκτός από τους οικείους θεωρείται φυσιολογικός. Προχθές συζητούσα με τον φίλο μου τον Σοφοκλή μέσα στην εκκλησία στη διάρκεια της εξόδιου ακολουθίας για το φίλο μας τον Περικλή που έφυγε ξαφνικά.
Αναστέναξε βαθιά, Πριν δυο μέρες συζητούσαμε. Τραγικό, από την μια στιγμή στην άλλη έφυγε από επεισόδιο καρδιακό.
-Υπάρχουν και χειρότερα Σοφοκλή.
-Χειρότερα από το θάνατο;
-Ναι , να ήσουνα στη θέση του εσύ. Τι ήταν να το πω, σε έξη μέρες πέθανε ο Σοφοκλής.
Αδύνατο να το πιστέψω, μάλλον έχουν δίκιο όσοι λένε ότι είναι αιώνια η ζωή. Δεν μπορεί από τη μια στιγμή στην άλλη ο άνθρωπος να χάνεται σαν να μην υπήρξε ποτέ..
Άφησα τη φαντασία μου να πλανηθεί και ρώτησα τον εκλιπόντα φίλο μου τον Σοφοκλή λίγο πριν την ταφή. Σε όλη του τη ζωή με ζάλιζε με την πολυλογία , θα μου μιλήσει σκέφτηκα και τούτη τη στιγμή. Έμοιαζε ζωντανός.
– Σοφοκλή, αιώνια σου η μνήμη κατ’ αρχάς ,λένε πως ο θάνατος σου είναι φυσιολογικός, τι έχεις να πεις γι’ αυτό.
-Τραγικό. Εγώ πριν ελάχιστο καιρό άρχισα σαν άνθρωπος να ζω.
Όλα τα χρόνια ήμουνα φορτωμένος με ζυγό. Σαν γάιδαρος κουβαλούσα φορτία
και ευχόμουνα να ρθει η μέρα για να ξεκουραστώ. Και μόλις από τα φορτία μου ένιωσα πως έχω απαλλαγεί, μου λες πως φεύγω απ’ τη ζωή.
Αν το γνώριζα αυτό τι νόημα είχε να ζω σαν άνθρωπος, καλλίτερα να ζούσα σαν αληθινός γάιδαρος. Έχει τόσα προτερήματα αυτό το ζώο που το ζηλεύω πραγματικά.
Εγκράτεια, υπομονή, ηρεμία, λίγες επιθυμίες στη ζωή και το κυριότερο σε μια ημέρα μεγαλώνει παιδί. Ο άνθρωπος για να μεγαλώσει ένα παιδί για χρόνια δεινοπαθεί. Ανθρώπινη ζωή λένε πολλοί. Κυνηγημένος από το πρωί μέχρι το βράδι σε όλη σου τη ζωή
Ένα ατέλειωτο μαρτύριο για τον άνθρωπο η ζωή. Ευτυχώς υπάρχουν οι αμαρτίες και απολαμβάνει λίγο τη ζωή.
-Το γνώριζες και εσύ πως θα φύγεις από τη ζωή όπως όλοι μας, αλλά δεν ήθελες να το πιστέψεις.
Ίσως αυτή είναι η ξεκούραση που για όλους μας θα ρθεί, τα βάσανα της ζωής δεν έχει τελειωμό.
-Ξεκούραση το λες αυτό; Όμως άμα πέθανα πως σου μιλώ.
-Δεν μιλάς εσύ, μόνος μου ρωτάω, μόνος μου απαντώ.
Με τον εαυτό μου ομιλώ, γιατί σαν θα ρθει και για μένα τούτη η στιγμή, να το κάνω και ο ίδιος θα αδυνατώ.
Αν ο θεός είναι όπως λένε φιλεύσπλαχνος μπορούσε να κάνει ένα καλό. Τον θάνατο τους όλοι να τον υφίστανται μόνον αυτοί. Κανένας άλλος να μην πονούσε
εκείνη τη στιγμή.
-Πως μπορούσε να συμβεί αυτό;
-Αν ήμουνα θεός θα σου απαντούσα. Μια σκέψη κάνω τούτη τη στιγμή.
Αντί να στέλνει το χάρο, να στέλνει νεράιδες με τραγούδια και χορούς να παίρνουν τον εκλιπόντα για να αισθάνονται όλοι πως πράγματι πηγαίνει σε μια καλλίτερη ζωή.
-Όσο, βλέπεις το θεό και το χάρο, άλλο τόσο και τις νεράιδες θα δεις.
-Δεν τον είδες ούτε στον ουρανό;
-Όχι.
-Ούτε στη γη τον βλέπουμε, αν δεν τον δούμε ούτε στον ουρανό τότε είναι σαν να μην υπάρχει για εμάς. Κάποιον άλλον είδες;
-Σκοτάδι, πίσσα, ούτε τη μύτη μου δεν μπορώ να δω.
Κάτι άλλο έχεις να μου πεις; Βιάζομαι πολύ.
-Γιατί ;
– Με περιμένει η άλλη η ζωή.
Ξέσπασα σε γέλια .
-Με κοροιδεύεις, στο νεκροταφείο είσαι λίγο πριν τη ταφή, για ποια άλλη ζωή μιλάς . Μήπως εννοείς που σε πέντε χρόνια ένα υπόλοιπο σου στο οστεοφυλάκιο θα βρεθεί;
– Δεν υπάρχει λες άλλη ζωή, κρίμα και νόμιζα πως θα δω το θεό νεκρός.
-Δεν τον είδες ποτέ ζωντανός και νομίζεις πως θα τον δεις δίχως μάτια νεκρός;
Πάλι ξέσπασα σε γέλια.
-Μην γελάς αμαρτωλέ, δεν σέβεσαι την τελετή ;
-Συγνώμη πάτερ βρισκόμουνα αλλού.
Ο παπάς όμως ενοχλήθηκε και τον άκουσα να ψελλίζει.
Που θα με πας, θα έρθει και για σένα ετούτη η στιγμή και τότε να δω αν θα γελάς. Τα μισά θα διαβάσω και στην εκκλησία και εδώ αμαρτωλέ. Θα καείς στη κόλαση.
Μετά βίας μπόρεσα να συγκρατήσω τα γέλια σαν άκουσα αυτά.
Φεύγοντας έκανα τη σκέψη. Μήπως είναι η πρώτη φορά, σπάνια βρίσκομαι εκεί που είμαι. Με τη φαντασία μου, το καλλίτερο μου όπλο, ταξιδεύω από τη γη στον ουρανό, στα απρόσιτα βουνά, σε ωραία πελάγη στα οποία δεν αρμένισα ποτέ, σε όλες της γης τις ομορφιές.
Ξεφεύγω έτσι από την πραγματικότητα τη φρικτή.