Η οπαδική βία είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο φαινόμενο, ευμετάβλητο χρονικά και χωρικά, που έχει τις ρίζες του στις πρώτες κιόλας ποδοσφαιρικές συναντήσεις. Το «εγκληματικό» αυτό φαινόμενο ανδρώθηκε κάπου εκεί στην πολυτάραχη περίοδο του 1970, όπου ξεκίνησε ως κάτι περιθωριακό και ανάξιο αναφοράς καθώς επρόκειτο για μικρές συμπλοκές, οι οποίες έληγαν με το πέρας της παρεξήγησης δίχως να υπάρχουν θύματα.
Τη δεκαετία του 1980 υπήρχε όξυνση του φαινομένου και οδήγησε την πολιτεία στη λήψη μιας σειράς ποινικών και διοικητικών μέτρων, γραφειοκρατικών διαδικασιών και ηλεκτρονικών μέτρων παρακολούθησης. Το ζήτημα της οπαδικής βίας ουσιαστικά απασχόλησε την Ευρώπη το 1985 μετά τον αγώνα στο Χέιζελ μεταξύ της Λίβερπουλ και της Γιουβέντους. Τότε υπογράφηκε η πρώτη Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την καταπολέμηση της βίας.Στη συνέχειατη δεκαετία του 1990 εφαρμόσθηκε το μέτρο των «νεκρών ζωνών» μεταξύ των αντίπαλων οπαδών, το οποίο μείωσε προσωρινά τα επεισόδια.
Στις αρχές του 2000 εφαρμόζεται για πρώτη φορά ο θεσμός της ηλεκτρονικής εποπτείας των αγωνιστικών χώρων, ο οποίος ήταν επιτυχημένος. Από εκεί και πέρα μια σειρά νόμων, όπως η καθιέρωση του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, η ίδρυση της λέσχης των φιλάθλων, η υποβολή στοιχείων στη Γ.Γ.Α., περιόριζαν προσωρινά το φαινόμενο.
Να σημειωθεί ότι οι φίλαθλοι,έχουν την ανάγκη να εκδηλώνονται ομαδικά σαν κοινωνικά όντα μιας ευρύτερης ομάδας. Πολλές φορές μάλιστα τιμούν με θρησκευτική ευλάβεια την ομάδα τους και αυτό τους οδηγεί σε βίαιες συμπεριφορές στους χώρους των γηπέδων αλλά και εκτός αυτών, σε ύβρεις, σε εισβολές στον αγωνιστικό χώρο με σκοπό την πρόκληση αναταραχών και σε βίαιες συγκρούσεις με τους αντίπαλους οπαδούς.
Από την άλλη η πανδημία του κορονοϊού, που μαστίζει τον πλανήτη ολόκληρο, τα τελευταία δύο χρόνια, απέδειξε ότι το σοκ αυτής της παγκόσμιας κρίσης δεν ήταν αρκετό να μας νουθετήσει, απεναντίας γέννησε μια νέα κοινωνική και οικογενειακή βία που εμφανίζεται σα μάστιγα και δυστυχώς μετράει ανθρώπινες απώλειες.
Ιδιαίτερα το πρόσφατο τραγικό γεγονός της δολοφονίας του άτυχου Άλκη, πυροδότησε νέες συζητήσεις και ανησυχίες αναφορικά με την οπαδική βία.
Η κυβέρνηση έχει ήδη επικυρώσει τη σύμβαση Μακολίν, όπου προβλέπονται ουσιαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Πρόσθετα καιμετά το περιστατικό της Θεσσαλονίκης, αποδεικνύει τη βούλησή της για την αντιμετώπιση της βίας όχι μόνο μέσα στα γήπεδα, αλλά και έξω απ’ αυτά με την επεξεργασία ενός αυστηρού πλαισίου καταπολέμησης του φαινομένου, θεσπίζοντας ένα νομικό οπλοστάσιο εφαρμόσιμο, ρεαλιστικό, σύγχρονο και πάνω απ’ όλα κοινωνικά αποδεκτό.
Μέσα από μια συντονισμένη δράση μεταξύ των υπουργείων Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη, παραγόντων του αθλητισμού και οπαδών επιδιώκεται ο επαναπροσδιορισμός του Ελληνικού αθλητισμού και ειδικότερα του ποδοσφαίρου σε νέες βάσεις, ώστε ναμας αντιπροσωπεύει και ναπροσελκύει το σύνολο των Ελλήνων .
Η αντιμετώπιση της οπαδικής βίας πέρα από θεσμικές παρεμβάσεις είναι υπόθεση όλων μας. Οφείλουμε όλοι (πολιτεία, κοινωνία, σωματεία, παράγοντες, αθλητές, δημοσιογράφοι, φίλαθλοι) να προσπαθήσουμε να ανακόψουμε τη διαδικασία αποπολιτισμού και κοινωνικού μίσους στην οποία υποβάλλονται οι νέοι μας. Οφείλουμε να αποδεσμεύσουμε τη φαντασία, τη χαρά, τη μαχητικότητα που έχουν εξ ορισμού διαθέτει η νέα γενιά, μέσα από την εκπαίδευση, τη δημιουργία και τον πολιτισμό.
Είναι η στιγμή να κάνουμε το άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά, όπως είπε και ο Εθνικός μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, να κάνουμε ένα αποφασιστικό βήμα στη δημιουργία αποτελεσματικών συνθηκών ασφαλείας στα αθλητικά γεγονότα, ανάμεσα στα υπόλοιπα δραστικά μέτρα, που λαμβάνονται.
Να αγωνιστούμε όλοι μαζί για έναν ασφαλή, ποιοτικό Αθλητισμό, έναν Αθλητισμό για όλη την οικογένεια.