Του Ντίνου Χρ. Ρόβλια,
Υφυπουργού Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας
——- . ——-
Η ανάγκη για «ανάπτυξη» χρησιμοποιείται τόσο συχνά, όσο και αφηρημένα. Σ’ ένα εύρος τέτοιο που ξεκινάει από την θετική πρόταση και καταλήγει στην πολιτική κακοπιστία. Στα όρια της αισιόδοξης προοπτικής ή και της αντιπολιτευτικής τακτικής. Με χαμένη πολλές φορές την ουσία και το στόχο. Τα συμπτώματα αυτά γίνονται πολύ πιο έντονα στις μέρες μας, δηλαδή στις μέρες του Μνημονίου και της οικονομικής δυσπραγίας. Κι αν η ανάπτυξη πάντοτε ήταν ένα εγχείρημα δύσκολο και πολύπλοκο, τώρα γίνεται ακόμη δυσκολότερο, αφού φαίνεται να προσκρούει, εκτός των άλλων, στις δραματικές εισπρακτικές ανάγκες της κεντρικής κυβέρνησης, στην κακή ψυχολογία της αγοράς και στη φοβία του κοινού για τις εξελίξεις.
Σ’ αυτό το πλαίσιο και τα δεδομένα, θα συνεισφέρουμε τρεις ενότητες σκέψεων για το θέμα.
1. Συνταγές δοκιμασμένες σε οριζόντια διαδρομή.
Όταν βρισκόμαστε κάτω από έκτακτες συνθήκες, θα δώσουμε προτεραιότητα σε τομείς που η αγορά, οι επιχειρήσεις, το ανθρώπινο δυναμικό και οι καταναλωτές τούς γνωρίζουν και τούς έχουν «δουλέψει». Αυτοί οι τομείς έχουν τον ρόλο της ατμομηχανής, που θα έλκει τους υπόλοιπους. Αν δεν επικεντρωθούμε επιλεκτικά σε συγκεκριμένες επιλογές, κινδυνεύουμε να παλινωδούμε σε καιρούς που δεν δίνουν στο ελάχιστο τέτοιο περιθώριο πολυτέλειας. Δοκιμασμένες συνταγές, υπό την έννοια αυτή, θεωρούνται (μεταξύ άλλων) ο τομέας των κατασκευών, του τουρισμού και της αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας. Πολλές φορές αλληλένδετοι, αυτοί οι τομείς, κινητοποιούν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της αγοράς σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού (περιλαμβανομένου και επιστημονικού), επιχειρήσεων παραγωγής υλικών, επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών, επιχειρήσεων μεταφορών κλπ. Και όταν γίνεται αναφορά σε «οριζόντια διαδρομή» αυτό σημαίνει ότι οι τομείς αυτοί απευθύνονται σε επιχειρήσεις, των σχετικών κλάδων, όλων των μεγεθών.
2. Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, έτοιμες για δράση.
Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα μας, περιλαμβανομένων των αυτοαπασχολούμενων, υπερβαίνουν τις 800.000. Είναι παραδοσιακά η σπονδυλική στήλη της οικονομίας μας και πασχίζουν να ξεπεράσουν την κρίση. Δείχνουν αξιοπρόσεκτη σοβαρότητα σε επίπεδο προτάσεων και ταυτόχρονα εύλογη αγωνία για την πορεία τους ή την επιβίωσή τους. Είναι αντιληπτή η πρότασή τους (αλλά δεν εξαρτάται μόνο από την ελληνική κυβέρνηση) για επιμήκυνση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής, προκειμένου να μπορέσουν να απελευθερωθούν πόροι για το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και για την ενίσχυση της ρευστότητας. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (περισσότερο από τις μεγάλες) έχουν ανάγκη από ασφαλές περιβάλλον επιχειρηματικής δράσης σε επίπεδο φορολογικών προβλέψεων, σχέσεων με το τραπεζικό σύστημα και αυστηρών ελέγχων στα θέματα αθέμιτου ανταγωνισμού, παραεμπορίου και ολιγοπωλίων. Η απόφαση στήριξης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων είναι πολιτική απόφαση, είναι απόφαση της κυβέρνησης. Τα αρμόδια υπουργεία και κυρίως το οικονομίας, εργάζονται συστηματικά σ’ αυτή τη κατεύθυνση.
3. Μεγάλες επενδύσεις εκτός παγίδων (γραφειοκρατικών και λοιπών).
Φαίνεται παράλογο, αλλά είναι δυστυχώς αλήθεια: το ίδιο το κράτος να διώχνει ή να αποτρέπει επενδύσεις, που χάνονται στις απίθανες διαδρομές της γραφειοκρατίας, των κενών στη νομοθεσία ή της ερμηνείας των διατάξεων (και όχι μόνον). Ελάχιστοι επενδυτές έχουν τις οικονομικές, ψυχικές και χρονικές αντοχές που απαιτούνται για να φτάσουν στο τέλος, είτε αυτό είναι θετικό είτε (έστω) αρνητικό. Δυστυχώς έχει αναπτυχθεί μια κουλτούρα αποτροπής επενδύσεων, πολλές φορές επενδεδυμένη με περίεργους δικαιολογητικούς μανδύες, πολλοί από τους οποίους είναι τραγικά εκτός πραγματικότητας.
Με έξυπνες λύσεις και γρήγορες αποφάσεις μπορεί να σταματήσει και – εν συνεχεία – να αναστραφεί το κύμα φυγής των επενδυτών από την Ελλάδα. Τέτοιες αποτελεσματικές πρακτικές ακολουθήθηκαν την εποχή της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων. Δεν χρειάζεται συνεπώς να ανακαλύψουμε την Αμερική…
Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Επικρατείας για τις μεγάλες επενδύσεις φαίνεται να επιλέγει τέτοιες ρυθμίσεις, δηλαδή να επιλέγει το αυτονόητο και αναγκαίο, συναρτώντας – και σωστά – εν πολλοίς την υπαγωγή μιας επένδυσης στις συγκεκριμένες διατάξεις, προς τις δημιουργούμενες θέσεις εργασίας, τα κεφάλαια που επενδύονται κλπ.
Κλείνοντας την παράθεση των σκέψεων αυτών για τα θέματα αγοράς και ανάπτυξης, δεν θα παραλείψουμε να αναφερθούμε και στον επιθυμητό «πράσινο» χαρακτήρα τους, ένα ιδιαίτερο και κρίσιμο χαρακτηριστικό, που επίσης διατρέχει οριζόντια το σύνολο των θεμάτων και τομέων, ως ειδικό και πριμοδοτούμενο επενδυτικό – αναπτυξιακό προσόν.
(Δημοσιεύτηκε στο ειδικό ένθετο της ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ για την Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, την 14-9-2010)