Ο ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2016 ανέλαβε την πρωτοβουλία να ξεκινήσει τη δημόσια συζήτηση για την συνταγματική αναθεώρηση, σε μια κομβική, αλλά και συμβολική πολιτική συγκυρία. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί τη συνταγματική αναθεώρηση κορυφαία στιγμή της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και οι προτάσεις του επεδίωκαν τον εκσυγχρονισμό των θεσμών, την εμβάθυνση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων, την ανάσχεση του νεοφιλελευθερισμού και τη θεραπεία θεσμικών αμαρτιών του παρελθόντος, με κορυφαίο παράδειγμα την απαράδεκτη ασυλία του πολιτικού προσωπικού.
Η ΝΔ τότε, ως αξιωματική αντιπολίτευση, είχε λοιδορήσει την εκκίνηση της συζήτησης και αδιαφορήσει για τη δημόσια διαβούλευση. Και σήμερα ως κυβέρνηση, έρχεται και απορρίπτει κάθε δημοκρατική και προοδευτική πρόταση που είχε κάνει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη αναθεωρητική διαδικασία.
Είναι η ΝΔ που δεν θέλει τη διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων, την προστασία της εργασίας και τη συνταγματική κατοχύρωση της ίσης αμοιβής για ίση εργασία ανεξαρτήτου ηλικίας. Ήταν το 2012, που θέσπισε τον ντροπιαστικό υποκατώτατο μισθό για τους νέους και καθόρισε τον κατώτατο μισθό με νόμο και όχι με την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, για να μπορεί να παρεμβαίνει στις μειώσεις μισθών.
Είναι η ΝΔ που δεν θέλει να διασφαλιστεί η επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων και η κατοχύρωση της ισχύς της ευνοϊκότερης ρύθμισης που το 2012 κατήργησε.
Είναι η ΝΔ που δεν θέλει να εξασφαλίσει την προστασία του δημόσιου χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος, απορρίπτοντας την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί προφανώς μέσα στα σχέδια της είναι η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος.
Είναι η ΝΔ που δεν θέλει την απαγόρευση κάθε είδους διακρίσεων σε βάρος συνανθρώπων μας, που δεν θέλει την καθιέρωση πολιτικής ορκωμοσίας για όλους τους κρατικούς λειτουργούς, που δεν θέλει τους πολίτες ενεργούς και συμμετοχικούς, που δεν θέλει ένα εκλογικό σύστημα πάγιο και δίκαιο, που δεν θέλει τον εξορθολογισμό των σχέσεων κράτους εκκλησίας, που δεν θέλει την ουσιαστική κατοχύρωση του δημόσιου ελέγχου των βασικών κοινωνικών αγαθών, όπως το νερό, την ηλεκτρική ενέργεια και των δικτύων διανομής τους.
Είναι η ΝΔ που δεν θέλει να συμφωνήσει με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ με σκοπό το κράτος να εγγυάται για την διασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολιτών και όχι απλά να μεριμνά. Αυτό επιτυγχάνεται όχι μόνο μέσα από την εξασφάλιση ενός ελάχιστου εισοδήματος, όπως προτείνει η ΝΔ, αλλά από τον συνδυασμό εισοδηματικών ενισχύσεων και καθολικών κοινωνικών υπηρεσιών.
Είναι η ΝΔ που προτείνει να μπορεί να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με 120- 130 βουλευτές. Η πρόταση της ΝΔ είναι ενδεικτική της αντίληψης που έχει για το κράτος και τους θεσμούς. Προτείνει ο ανώτατος πολιτειακός θεσμός, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, να είναι επί της ουσίας κομματάρχης της εκάστοτε πλειοψηφίας και του στερεί τη συνταγματική πρόβλεψη να είναι ρυθμιστής του πολιτεύματος, υπεράνω των κομματικών διαφορών. Ο ΣΥΡΙΖΑ συμφωνεί στην ανάγκη αποσύνδεσης της εκλογής ΠτΔ από τις πολιτικές εξελίξεις, ώστε να διασφαλιστούν ομαλοί κύκλοι τετραετούς διακυβέρνησης. Προτείνει να γίνονται αλλεπάλληλες κοινοβουλευτικές διαδικασίες εξεύρεσης αυξημένης πλειοψηφίας για τον ΠτΔ, ώστε να εκβιάζεται η συναίνεση μεταξύ πολιτικών δυνάμεων και εάν αυτό δεν καταστεί εφικτό μετά από 6 φορές, η εκλογή να γίνεται από τους πολίτες.
Μείζων υποκρισία, ιδιαίτερα επικίνδυνη για τη νομιμοποίηση του πολιτεύματος, συνιστά και η άρνηση ΝΔ και ΚΙΝΑΛ να υπερψηφίσουν την ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 86 που επιτρέπει την διαλεύκανση υποθέσεων δωροδοκίας πολιτικών χωρίς τις ασφυκτικές προθεσμίες της παραγράφου 3 που οδηγούν σε παραγραφή. Ειδικά ενόψει της διερεύνησης του σκανδάλου Novartis, η επιλογή αυτή συνιστά προφανή απόπειρα συγκάλυψης τυχόν ποινικών ευθυνών για πολιτικά στελέχη των κομμάτων αυτών.
Στην πρώτη αναθεωρητική Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε να προστεθεί ερμηνευτική δήλωση που να διευκρινίζει ότι στα υπουργικά αδικήματα δεν περιλαμβάνονται όσα τελέστηκαν απλώς επ’ ευκαιρία της άσκησης υπουργικών καθηκόντων. Κι ότι αυτά, επομένως, ιδίως πράξεις δωροδοκίας, διώκονται από τη Δικαιοσύνη, όχι από τη Βουλή. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι αυτό προκύπτει ήδη ερμηνευτικά από την ισχύουσα ρύθμιση. Είναι όμως σημαντικό να διευκρινιστεί, για να αποκλείσουμε διαπαντός αντίθετες ερμηνευτικές κατασκευές και να κλείσουμε «παραθυράκια» που μπορεί να σκεφτούν να ανοίξουν κάποιοι. Και, κυρίως, για να διασφαλίσουμε ότι δεν θα οδηγηθούν στην ατιμωρησία τετελεσμένες ήδη πράξεις δωροδοκίας.Η άρνηση της ΝΔ να ενσωματώσει στο Σύνταγμα τη στοιχειώδη και αυτονόητη αυτή ρήτρα, θα αποτελέσει, με ευθύνη των βουλευτών της συμπολίτευσης, βαρύ πλήγμα για το πολιτικό σύστημα. Θα εμπεδώσει στην κοινή γνώμη την υπόνοια της διατήρησης αδικαιολόγητων προνομίων για το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Η Βουλή και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του έχουν την ευκαιρία να δώσουν με την προσθήκη της ερμηνευτικής δήλωσης ένα καθαρό σήμα: ότι σε οποιαδήποτε υπόθεση δωροδοκίας υπάρχουν υπόνοιες για πολιτικά πρόσωπα, η Δικαιοσύνη θα μπορεί απερίσπαστη να τις διερευνήσει, όπως κάνει με τον κάθε πολίτη και δεν θα εξαναγκάζεται να τις θέτει στο αρχείο.
Και σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ έρχεται και απορρίπτει κάθε δημοκρατική και προοδευτική πρόταση που είχε κάνει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη αναθεωρητική διαδικασία και αντί όλων αυτών που μπορεί να θέλει η κοινωνία αλλά όχι η ΝΔ, προτείνει επί της ουσίας ένα νεοσυντηρητικό και βαθιά οπισθοδρομικό Σύνταγμα για τα επόμενα χρόνια.
Του βουλευτή Καρδίτσας Σπύρου Λάππα