Η Αποφρακτική Άπνοια του Ύπνου είναι μία πολύ συχνή πάθηση που αφορά κυρίως ηλικίες 30-65 ετών όπου η επίπτωση αγγίζει το 20%. Ενώ αποτελεί ισχυρό παράγοντα κινδύνου για τροχαία ατυχήματα, μεταβολικές διαταραχές και όλα τα καρδιαγγειακά προβλήματα, είναι αισιόδοξο το ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά αν διαγνωσθεί έγκαιρα. Ο σημαντικότερος προδιαθεσικός παράγοντας είναι η παχυσαρκία, ειδικά η κεντρική (αυξημένη περίμετρος λαιμού- μέσης), ενώ το κάπνισμα, το αλκοόλ και η ρινική συμφόρηση λειτουργούν επιβαρυντικά. Ανατομικά αίτια όπως υπερτροφία αμυγδαλών και οπισθογναθία μπορεί επίσης να ευθύνονται, ειδικά σε περιπτώσεις νεαρών ενηλίκων.
Xαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα επεισόδια απόφραξης του φάρυγγα κατά τη διάρκεια του ύπνου ενώ ο ασθενής καταβάλλει έντονες αναπνευστικές προσπάθειες. Συγκεκριμένα κατά τον ύπνο μειώνεται ο τόνος των φαρυγγικών μυών καθώς και το αντανακλαστικό αρνητικής πίεσης στους αεραγωγούς κατά την εισπνοή, φαινόμενα τα οποία είναι πιο έντονα σε ορισμένα άτομα, οδηγώντας σε μείωση του εύρους του φαρυγγικού αυλού με αποτέλεσμα το ροχαλητό, που προηγείται συνήθως πολλά χρόνια πριν από την πλήρη σύγκλειση του αεραγωγού, δηλαδή την άπνοια. Κατά τη διάρκεια της άπνοιας το ροχαλητό διακόπτεται λόγω της διακοπής της ροής αέρα. Οι αναπνευστικές κινήσεις όμως συνεχίζονται και αυξάνονται μέχρις ότου μια ‘‘αφύπνιση’’ (συχνά μόνο ηλεκτροεγκεφαλογραφική και όχι πλήρης έγερση) αποκαταστήσει τη μυϊκό τόνο και τη βατότητα του αεραγωγού. Τότε συμβαίνει ¨λύση¨ της άπνοιας, ξανακούγεται πολύ πιο έντονο το ροχαλητό που είχε σταματήσει και βαθμιαία αποκαθίσταται η οξυγόνωση και ο ύπνος. Όμως τα παραπάνω φαινόμενα μπορεί να επαναληφθούν και πάλι, συχνά εκατοντάδες φορές κάθε νύχτα.
Οι μικροαφυπνίσεις λειτουργούν προστατευτικά τερματίζοντας τα απνοϊκά επεισόδια, έχουν όμως ως αποτέλεσμα τη διαταραχή της αρχιτεκτονικής του ύπνου με φυσικό επακόλουθο την εκσεσημασμένη ημερήσια υπνηλία. Η ημερήσια υπνηλία με τη σειρά της προκαλεί ευερεθιστότητα και γενικότερα διαταραχές συμπεριφοράς, ενώ η τραγικότερη συνέπειά της είναι τα τροχαία ατυχήματα. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη άτομα με σύνδρομο αποφρακτικής άπνοιας έχουν 7-πλάσια πιθανότητα σε σύγκριση με υγιείς να υποστούν τροχαίο ατύχημα σε διάστημα 5 ετών. Το πρόβλημα λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις αν αναλογισθεί κανείς το πόσοι επαγγελματίες οδηγοί παραμένουν αδιάγνωστοι.
Από την άλλη, οι καρδιαγγειακές επιπτώσεις του συνδρόμου είναι εμφανείς από τα αρχικά στάδια της νόσου. Οι αιμοδυναμικές μεταβολές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των απνοϊκών επεισοδίων ευθύνονται τόσο για οξείες βλάβες που μπορεί να συμβούν κατά τον ύπνο όπως είναι το οξύ πνευμονικό οίδημα, τα αγγειακά ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια, η ισχαιμία και το έμφραγμα του μυοκαρδίου, όσο και για χρόνιες καρδιαγγειακές επιπτώσεις όπως είναι η ανάπτυξη συστηματικής αρτηριακής υπέρτασης, οι αρρυθμίες και η καρδιακή ανεπάρκεια. Με άλλα λόγια ο ασθενής με Αποφρακτική Άπνοια δεν κινδυνεύει μόνο κατά τον ύπνο του αλλά και από χρόνιες καρδιαγγειακές βλάβες δεδομένου ότι τα επαναλαμβανόμενα επεισόδια απνοιών συνηγορούν στην καταστροφή του αγγειακού ενδοθηλίου και την εμφάνιση αθηροσκλήρωσης. Πολύ συχνά μία ανθιστάμενη στη θεραπεία υπέρταση υποκρίπτει σύνδρομο Αποφρακτικής Άπνοιας. Ακόμη και το καθημερινό ροχαλητό χωρίς άπνοιες, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα.
Η Αποφρακτική Άπνοια διαταράσσοντας επίσης τον μεταβολισμό της ινσουλίνης, της λεπτίνης και άλλων παραγόντων εμπλέκεται στην ανάπτυξη του μεταβολικού συνδρόμου με την εγκατάσταση υπερχοληστεριναιμίας και Σακχαρώδους διαβήτη τύπου II, ενισχύοντας τον καρδιαγγειακό κίνδυνο
Τέλος, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η αποφρακτική άπνοια έχει συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου οποιασδήποτε αιτιολογίας
Για τη διάγνωση του συνεπειών του ροχαλητού και του πλήρους συνδρόμου της Αποφρακτικής Άπνοιας του ύπνου απαραίτητη είναι η πλήρης πολυσωματοκαταγραφική μελέτη ύπνου που περιλαμβάνει τη συνεχή καταγραφή ηλεκροεγκεφαλογραφήματος, ηλεκροοφθαλμογραφήματος, ηλεκρομυογραφήματος των κινήσεων θώρακα και κοιλιάς, της ροής αέρα σε μύτη-στόμα, του κορεσμού της αιμοσφαιρίνης, ηλεκτροκαρδιογραφήματος, της θέσεως σώματος και του ροχαλητού. Η εξέταση προϋποθέτει την εισαγωγή και παραμονή του ασθενή για ένα βράδυ σε Εργαστήριο μελέτης Ύπνου. Η ακριβής σταδιοποίηση του ύπνου όπως και το πλήρες σκοράρισμα των υποαπνοϊκών γεγονότων οφείλουν να γίνουν από εξειδικευμένο προσωπικό.
Θεραπεία εκλογής για το Σύνδρομο Αποφρακτικής Άπνοιας στον Ύπνο αποτελεί η συσκευή συνεχούς θετικής πίεσης με ρινική μάσκα n-CPAP. Για τη σωστή εφαρμογή και ρύθμιση της συσκευής CPAP χρειάζεται δεύτερη μελέτη ύπνου στο Εργαστήριο. Η συνεχής θετική πίεση που παρέχεται με τη συσκευή CPAP σταθεροποιεί την διαβατότητα των ανωτέρων αεραγωγών, εξασφαλίζοντας την συνεχή ροή αέρα και αποκλείοντας τα απνοϊκά επεισόδια. Σε επιλεγμένους, κυρίως νεαρής ηλικίας ασθενείς, μπορεί να προταθεί ΩΡΛ ή ορθοδοντική αντιμετώπιση.
Γράφει η Βιβή Παστάκα, Διευθύντρια ΕΣΥ Υπεύθυνη Εργαστηρίου Ύπνου
Παν. Πνευμονολογικής Κλινικής Παν/μίου Θεσσαλίας