Στις 18 Μαΐου ψηφίστηκε στο Ελληνικό κοινοβούλιο από την κυβερνητική πλειοψηφία των ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-ΑΝ.ΕΛ. μία ακόμη συμφωνία με τους δανειστές με την ονομασία «Συμπληρωματικό Μνημόνιο κατανόησης». Το 4ο μνημόνιο όπως ονομάστηκε, θεσμοθετεί επιπλέον επιβαρύνσεις για μια διαλυμένη οικονομικά Ελληνική κοινωνία με υψηλά πλεονάσματα της τάξης του 3,5% έως το 2021, επιπλέον περικοπές συντάξεων, υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές για τους απασχολούμενους, ελαστικοποίηση της εργασίας και επιπλέον δυσβάσταχτα φορολογικά μέτρα. Βέβαια, αυτή τη φορά όμως υπήρχε μια ουσιαστική διαφορά σε σχέση με τα προηγούμενα μνημόνια και αυτή είναι τα περιβόητα αντίμετρα που ψηφίστηκαν μαζί με τα νέα μέτρα και θα εφαρμοστούν στην περίπτωση που θα επιτευχθούν οι μη ρεαλιστικοί στόχοι του προγράμματος. Το τι άλλο όμως θα επινοήσουν οι δανειστές για να περάσουν τα μέτρα σε συνεργασία με τις ελεγχόμενες κυβερνήσεις και να «πειστούν» κάθε φορά τόσο η εκάστοτε κοινοβουλευτική ομάδα της πλειοψηφίας όσο και η Ελληνική κοινωνία που τα υπομένει, αποτελεί έναν μόνον τμήμα των «αμοιβαίων συμφωνιών» μεταξύ των εταίρων προς όφελος τους. Η σταθεροποίηση τελικά της Ελληνικής οικονομίας που επιδιώκεται με την εφαρμογή περικοπών και σκληρών πολιτικών λιτότητας μέσα στο μνημονιακό πλαίσιο κάθε φορά θα αποτυγχάνει και αυτό αποτελεί αδήριτη πραγματικότητα που την βιώνει το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας.
Το ελληνικό χρέος και μια πιθανή αναδιάρθρωση ή περικοπή του αποτελεί μια συνεχής φαρσοκωμωδία από το 2010 χωρίς τέλος που διαδραματίζεται έως σήμερα, με την ανοχή των προηγούμενων κυβερνήσεων αλλά και της σημερινής, ώστε να επιβάλλονται κάθε φορά πιο επώδυνα μέτρα. Στα τέλη του 2012 το Eurogroup αποφάσισε ότι αν η Ελλάδα φτάσει σε ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα, υπό την προϋπόθεση της πλήρους εφαρμογής όλων των όρων που περιέχονται στο μνημόνιο, τότε η Ευρωζώνη θα «μελετούσε» την ανάγκη λήψης νέων μέτρων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ τότε με πρόσχημα αυτή τη δέσμευση έφερε το 2ο μνημόνιο με σκληρά διαθρωτικά μέτρα και περικοπές και όταν τελικά πέτυχε το 2014 πρωτογενές πλεόνασμα 0,8%, αυτό που ονόμαζε ο σημερινός πρωθυπουργός αιματοβαμμένο, δεν πήρε καμία λύση για το χρέος από τους εταίρους της. Η σημερινή κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να κλείσει την πρώτη αξιολόγηση ψήφισε νέα επιπλέον μέτρα και πήρε ως ανταμοιβή τη «δέσμευση» για μελλοντική ρύθμιση του χρέους μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου τον Αύγουστο του 2018. Επιπλέον με δηλώσεις του ο ίδιος ο πρωθυπουργός στις αρχές του 2017 επέμενε ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να νομοθετήσει η κυβέρνηση ούτε ένα ευρώ επί πλέον μέτρα από όσα προβλέπει η συμφωνία και πολύ περισσότερο, για την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν αντισυνταγματικό. Τελικά όμως η ισχυρή θέληση για παραμονή στην εξουσία έκαμψε όλες τις υποτιθέμενες αντιστάσεις και για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση ψηφίστηκαν μέτρα που θα δεσμεύουν τη χώρα για πολλά χρόνια ακόμη.
Έτσι συνεχίζεται μια ατέρμονη και χωρίς κάποιο αποτέλεσμα κατάσταση με συνεχείς ελιγμούς τόσο από τους δανειστές αλλά και από τις μνημονιακές κυβερνήσεις δεσμεύοντας τη χώρα με συμφωνίες και μνημόνια που διογκώνουν το χρέος και τα ελλείματα. Η επίκληση για το περιβόητο ελατήριο της οικονομίας που έχει συμπιεστεί τόσο πολύ και θα εκτιναχτεί δίνοντας ώθηση για πρωτοφανή ανάπτυξη αλλά και η προσμονή για το ξέφωτο στο οποίο θα βρεθεί η χώρα σύντομα, δεν ακούγονται πλέον ως ουτοπία αλλά ως συνειδητή εξαπάτηση του Ελληνικού λαού. Η κοινοβουλευτική ομάδα της κυβέρνησης όμως παραμένοντας πιστή στο κώδικα δεοντολογίας που της επιβλήθηκε από την ηγεσία του κόμματος, ψηφίζει τα πάντα ακόμη και τροπολογίες με προαπαιτούμενα μνημονίου σε άσχετα νομοσχέδια όπως έγινε τελευταία στη συνεδρίαση στις 9/6. Με διαδικασία του κατεπείγοντος ψηφίστηκαν τροπολογίες που αφορούν τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τις συντάξεις κτλ. στο νομοσχέδιο που αφορά την «Κύρωση της τροποποιημένης συμφωνίας για την ίδρυση της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο». Η αυτοταπείνωση στην οποία οδηγείται ακόμη μία μνημονιακή κυβέρνηση, που υπηρετεί τις επιθυμίες των δανειστών χωρίς να μπορεί ουσιαστικά να διεκδικήσει την χειραφέτηση της χώρας από την επιτροπεία που της έχει επιβληθεί, δεν μπορεί να μακροημερεύσει και η ιστορία θα την καταγράψει και αυτή στις μελανότερες σελίδες της.
Του Ξυλομένου Κωνσταντίνου Διπλ. Πολιτικού Μηχανικού Α.Π.Θ., MSc – Αντιδημάρχου τεχνικών υπηρεσιών και πολεοδομίας-περιβάλλοντος Καρδίτσας