Η 28η Οκτωβρίου είναι ημέρα γιορτής για όλες τις Ελληνίδες και τους Έλληνες


  Η 28η Οκτωβρίου είναι ημέρα γιορτής για όλες τις Ελληνίδες και τους Έλληνες. Είναι ημέρα υπερηφάνειας για το σθένος και τη δύναμη ψυχής που επέδειξε ο ελληνισμός την ώρα του “ΟΧΙ”. Είναι επέτειος απόδοσης της οφειλόμενης τιμής σε όλους όσοι όρθωσαν το ανάστημά τους στις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού και της βίας. Σήμερα, 69 χρόνια μετά, το μήνυμα για εθνική ενότητα και πίστη σε αρχές και αξίες είναι πάλι επίκαιρο. Κάθε γενιά αντιμετωπίζει τις δικές της προκλήσεις. Κάθε γενιά καλείται να επιδείξει τις δικές της αντιστάσεις, να πει τα δικά της μεγάλα «ΟΧΙ». Χθες στην Καρδίτσα πραγματοποιήθηκε εκδήλωση στο Δημοτικό Κινηματοθέατρο προς τους δημοσίους και δημοτικούς υπαλλήλους, η οποία περιείχε ομιλία από τον φιλόλογο του 4ου Λυκείου Καρδίτσας κ. Βαγγέλη Ντελή, τραγούδια, σκετς και απαγγελία ποιημάτων από μαθητές.

Ο κ. Ντελής

Ο κ. Ντελής, στην ομιλία του, τόνισε τα εξής:

«Η περίοδος 1940-41 αποτελεί μια από τις πιο ένδοξες και συνάμα δραματικές σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Ο ελληνικός λαός άδραξε τα όπλα και χωρίς φόβο, χωρίς δισταγμό, γεμάτος περηφάνια και διαποτισμένος από το ιερό καθήκον υπεράσπισε το μεγαλύτερο αγαθό του, την εθνική ελευθερία του, την ανεξαρτησία της πατρίδας του από ξένους δυνάστες. Σαν σήμερα πριν από 69 χρόνια άρχιζε ο αγώνας της Ελλάδας κατά της φασιστικής ένοπλης επίθεσης. Ήταν μια από τις κορυφαίες στιγμές στην ιστορία του ελληνισμού. Ο ξένος φασισμός χτύπησε την χώρα μας, απείλησε με τα όπλα την εθνική ανεξαρτησία και ελευθερία, πρόσβαλε την τιμή και την αξιοπρέπεια του έθνους. Και η ψυχή του λαού σκίρτησε. Σύσσωμος σε μια πανελλήνια ενότητα και ομοψυχία ξεσηκώθηκε ο λαός κι άρχισε τον αγώνα, τα στρατευμένα παιδιά του στο πεδίο της μάχης, οι άμαχοι, άνδρες και γυναίκες στα μετόπισθεν. Υπάρχουν στιγμές που δεν λησμονούνται, που δεν διαγράφονται απ’τη μνήμη των λαών, στιγμές ιστορικές, αποφασιστικές, στιγμές που μιλάει η ψυχή και η λογική απλά αποδέχεται και συμπορεύεται. Όταν η εθνική συνείδηση δρα συλλογικά, όταν οι πολίτες ενός κράτους συνειδητοποιούν ότι στη δική τους αποφασιστικότητα κρέμεται το μέλλον το δικό τους μα και των παιδιών τους, όταν νιώσουν το ύψιστο χρέος να φανούν αντάξιοι συνεχιστές της ιστορίας τους, τότε ανατρέπονται οι ισορροπίες, γιατί στο ζύγι μπαίνει κάτι ανυπολόγιστο: αυτοθυσία! Τις ημέρες εκείνες του 1940 τα δείγματα ότι ήταν θέμα χρόνου να εμπλακεί και η Ελλάδα στον πόλεμο που μαίνονταν στην Ευρώπη ήταν έντονα. Τον Αύγουστο ανήμερα της γιορτής της Παναγίας ο τορπιλισμός της Έλλης μέσα στο λιμάνι της Τήνου κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων προς τιμήν της Μεγαλόχαρης, έκανε βαριά την ατμόσφαιρα στις ψυχές των Ελλήνων. Όσο προχωρούσε ανεμπόδιστα ο στρατός των Γερμανών και καταλάμβανε τη μια μετά την άλλη τις ισχυρές χώρες της Ευρώπης, τόσο ο Ιταλικός στρατός επεκτείνονταν στα Βαλκάνια προκειμένου να δημιουργήσει το προγεφύρωμα προς την ανατολή και την Αφρική. Όλοι στην Ελλάδα περίμεναν τον πόλεμο. Το μόνο που δεν ήξεραν ήταν το πότε. Περίμεναν με ανυπομονησία να προστατεύσουν την εθνική μας ανεξαρτησία. Να φανούν αντάξιοι συνεχιστές των προγόνων μας, καθώς είχαν γαλουχηθεί με την ένδοξη ιστορία μας. Μια εθνική συνείδηση χτισμένη πάνω στα κατορθώματα του Μιλτιάδη, του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, μα και του Κολοκοτρώνη, του Αθανασίου Διάκου, και τόσων επώνυμων και ανώνυμων ηρώων, είναι μια εθνική συνείδηση χαλκευμένη με τα υψηλότερα ιδανικά. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι αξίες όπως η Δημοκρατία, η Ελευθεροφροσύνη, η Παρρησία, η Ισονομία, η Ισότητα γεννήθηκαν σ’αυτό το λίκνο του πολιτισμού. Δεν είναι τυχαίο που οι Έλληνες έρχονταν συχνά αντιμέτωποι με μεγάλους κινδύνους στη μακραίωνη ιστορία τους. Κι αν ακόμη δεν κέρδιζαν, ποτέ δεν χάνονταν. Ήταν αυτός ο πολυσύνθετος πολιτισμός τους, αυτό το ευρύτατο πεδίο σκέψης και διανόησης, αυτή η βαθιά παράδοση, τόσο βαθιά ριζωμένη που κατάφερναν να διώχνουν τους κατακτητές ‘η ακόμη και να τους εκπολιτίζουν, να τους αφομοιώνουν ‘η να κρατούν αναλλοίωτη την ελπίδα για τη λευτεριά, ώσπου μια μέρα ο ήλιος φώτιζε ξανά ελεύθερο το έθνος μας. Η γλώσσα μας, η θρησκεία μας, η ιστορία και οι παραδόσεις μας διαμορφώνουν μια πολύ καθαρή εθνική ταυτότητα. Οι Έλληνες πιστεύουν στη δικαιοσύνη κι όταν νιώθουν ότι απειλούνται τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, ότι απειλείται η υπόσταση του κράτους τους, η εθνική τους συνέχεια, συνενώνονται με ένα πρωτόγνωρο πάθος που συνθλίβει κάθε αντίσταση. Το ανυπόταχτο φρόνημα των Ελλήνων βρέθηκε εκείνη τη στιγμή της ιστορίας αντιμέτωπο με τις δυνάμεις του Άξονα και δεν λύγισε στο μέτωπο. Όλοι μαζί, άντρες και γυναίκες ξεχύθηκαν στους δρόμους εκείνο το πρωινό του Οκτώβρη. Δέχθηκαν την ιταλική πρόταση παράδοσης με ένα βροντερό ΟΧΙ, ΟΧΙ στη βία, ΟΧΙ στην τυραννία, ΟΧΙ στο φασισμό. Κι αυτή η ιαχή του ΟΧΙ κατακλύζει ολόκληρη την Ελλάδα μα και τις ψυχές όλων των Ελλήνων, γίνεται μια ιαχή που χαρακτηρίζει το αδούλωτο φρόνημα των πραγματικά ελεύθερων ανθρώπων. Ο Περικλής στον Επιτάφιο του έχει πει το σοφό «αμάθια μεν θράσος, λογισμός δ’ όκνον φέρει», δηλαδή όποιος αγνοεί τον κίνδυνο γίνεται τολμηρός, ενώ όποιος τον γνωρίζει διστάζει. Και συνεχίζει λέγοντας ότι εκείνοι που αν και γνωρίζουν καλά τους κινδύνους ωστόσο δεν τους αποφεύγουν αλλά τολμούν, κρίνονται οι πιο γενναίοι  στην ψυχή. Έτσι και ο ελληνικός λαός πάνω στα βουνά της Πίνδου και γνώριζε τον κίνδυνο και τόλμησε. Χωριά και πόλεις το ένα μετά το άλλο απελευθερώνονται. Η Κορυτσά, το Αργυρόκαστρο, η Χιμάρα, η Πρεμετή, οι Αγ. Σαράντα και τόσα άλλα μέρη γίνονται βωμοί θυσιών μα και πεδία θριάμβων. Το Μάρτιο του 1941 το 5ο Δυτικοθεσσαλικό Σύνταγμα υπερασπίζεται την Κλεισούρα και αποκρούει την εαρινή επίθεση του ιταλικού στρατού. Ήταν η μεγαλύτερη νίκη του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου που έκρινε και την έκβαση του. Το αλβανικό έπος βρίσκεται πέρα από την ψυχρή λογική, ανήκει στην υψηλότερη σφαίρα της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης, της ανθρωπιάς. Αλλά ο αγώνας, η αντίσταση του λαού, η ίδια αντίσταση κατά του ίδιου αντιπάλου, του φασισμού και του ναζισμού, με την ίδια ενότητα και ομοψυχία και ανάταση ψυχής, συνεχίσθηκε και μετά την κατάληψη της χώρας. Στην αρχή, από τις πρώτες κιόλας μέρες της κατοχής, αυθόρμητα κι ανοργάνωτα… Κατόπιν οργανωμένα. Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου δεν μπορεί παρά να συμβολίζει το σύνολο του αγώνα, αμυντικού στην αρχή (κυρίως στην Αλβανία), απελευθερωτικού ύστερα, στην κατεχόμενη πια χώρα. Η γενιά του Αλβανικού Έπους και της Εθνικής Αντίστασης πέτυχε κάτι δύσκολο και σπάνιο, πέτυχε να υποτάξει το «εγώ» μπροστά στο συμφέρον της ολότητας, να υποτάξει την πρόσκαιρη ευημερία στην ανάγκη οικοδόμησης ενός καλύτερου αύριο με γέρα ηθικά θεμέλια και με διάρκεια. Ένα μήνυμα που δεν πρέπει να το ξεχνάμε και σε καιρό ειρήνης. Το ότι οι αγωνιστές που τιμάμε σήμερα έδωσαν νόημα και περιεχόμενο στα ιδανικά του ανθρώπου φαίνεται μέσα από δικά τους λόγια. Πρόκειται για μηνύματα νέων ανθρώπων που πριν καν προλάβουν να κάνουν όνειρα και σχέδια για την προσωπική τους ζωή, πριν προλάβουν να τη χαρούν, πορεύτηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα, στη θυσία για τα ιδανικά αυτά. Είναι τα τελευταία μηνύματά τους που έγραψαν σε πρόχειρα χαρτιά την ημέρα ‘η την παραμονή της εκτέλεσής τους, συχνά μέσα στο καμιόνι που τους μετέφερε στο πεδίο των εκτελέσεων και τα πέταξαν με την ελπίδα να τα βρουν οι δικοί τους:

– Ένας φοιτητής που εκτελέστηκε στις 3 Μαΐου ’44, έγραφε στους γονείς του: «Έχετε γεια! Μην κλαις μανά, ηρωικιά ελληνίδα. Γερο κουράγιο. Σφίξε τα δόντια. Θέλω να ‘στε περήφανοι ότι ο γιος σας έπεσε στον τίμιο αγώνα για τη ζωή, τη λευτεριά, την προκοπή του λαού και την τιμή της πατρίδας…Στράτος».

– Ένας μαθητής γυμνασίου, 14 ετών, που εκτελέστηκε στις 5 Σεπτεμβρίου ’43 έγραφε: «Πατέρα με πηγαίνουν στην Καισαριανή για εκτέλεση με άλλους επτά κρατούμενους. Μη λυπάστε. Πεθαίνω για τη λευτεριά και την πατρίδα… Αντρέας». Και ήταν μόλις 14 ετών.

– Μια εργαζόμενη κοπέλα, 23 ετών, που εκτελέστηκε στις 12 Μαρτίου ’43, αφού μίλησε στο τελευταίο της γράμμα για λευτεριά και δικαιοσύνη, συμπλήρωνε: «Σήμερα, αύριο θα με εκτελέσουν. Είμαι υπερήφανη. Ποτέ δεν περίμενα τέτοια τιμή, να πεθάνω εγώ, ένα φτωχό κορίτσι του λαού, για ιδανικά τόσο ωραία και υψηλά. Είμαι βέβαιη πως δεν θα αισθανθώ φόβο μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα… «Δήμητρα».

– Κι ένας εργάτης τον Ιούλιο του ’44 απηύθυνε στους επιζώντες, απευθύνει σε όλους εμάς το τελευταίο του μήνυμα. Έγραφε λιτά: «Χαϊδάρι 18 Ιουλίου ’44…σήμερα μας πάνε για εκτέλεση. Εμείς κάναμε το καθήκον μας. Κάντε κι εσείς το δικό σας, για την Ελλάδα, για το λαό…».

Αυτοί και πάμπολλοι άλλοι, οι ανώνυμοι άνθρωποι του λαού, κράτησαν το βάρος του κατακτητή, αυτοί που κυρίως είπαν το ΟΧΙ στο φασισμό. Σ’αυτους προπάντων αξίζει να στραφεί σήμερα η σκέψη μας και η ευγνωμοσύνη μας. Το παράδειγμα τους δεν πρέπει απλώς να φωτίζει το νου, αλλά κυρίως να θερμαίνει τις καρδιές των ανθρώπων, γιατί εκεί βρίσκεται το υψηλότερο ιδανικό της ανθρώπινης υπόστασης. Η απόκρουση του φασισμού το 1940 ήταν αντίσταση λαϊκή και δημοκρατική. Το μεγάλο ΟΧΙ δεν ειπώθηκε μόνο τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου. Το επανέλαβε ο λαός με την ενεργό και σύσσωμη κινητοποίησή του, με τον αγώνα του στα πεδία των μαχών και στα μετόπισθεν. Υπήρξε μια, ασυνήθιστης έκτασης, μαζική κινητοποίηση, μια συμμετοχή ολόκληρου του λαού, ανδρών και γυναικών. Πρωταγωνιστής δεν ήταν μόνο η ηγεσία. Αυτή το πολύ επιτέλεσε τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου ένα καθήκον στοιχειώδους αξιοπρέπειας. Δεν είχε άλλη επιλογή, εκτός αν προχωρούσε στην ταπεινωτική και προδοτική για το λαό παράδοση. Πρωταγωνιστής ήταν ο λαός, ο στρατευμένος στο πεδίο της μάχης με επικεφαλής πατριώτες αξιωματικούς που πίστευαν στη νίκη. Ο λαός, που μπορούσε χωρίς να δείξει απειθαρχία, να παρουσιάσει λιγότερη ενεργητικότητα, λιγότερη ανταπόκριση στο προσκλητήριο της ιστορίας, να προχωρήσει στην άνιση μάχη ίσως μοιρολατρικά, οπότε θα την έχανε, θα είχε όμως και λιγότερες απώλειες. Όμως η αντίδραση του ήταν έντονη και ευρύτατη, επιβεβαιώνοντας ότι τα μεγάλα επιτεύγματα στα πεδία των μαχών αλλά και της ειρήνης έρχονται όταν οι λαοί, οι μάζες των απλών ανθρώπων βγαίνουν από την αδράνεια και την παθητικότητα και παίρνουν στα χέρια τους τις τύχες τους, μη αφήνοντες τες μοιρολατρικά στα χέρια ενός ‘η λίγων ηγετών. Όταν η δημοκρατία παίρνει σάρκα και οστά, μετουσιώνεται από θεωρητική αρχή σε οδηγό καθημερινής συμπεριφοράς. Η σημερινή επέτειος λοιπόν μας διδάσκει το ελεύθερο και περήφανο φρόνημα. Υποταγή ‘η άκαμπτη προσήλωση σε «προστάτες», ένοπλους η μη, εσωτερικούς ‘η εξωτερικούς, μικρούς ‘η μεγάλους, και εξάρτηση από τους προστάτες αυτούς δεν ταιριάζει σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε με τη συντριβή του Γερμανικού και Ιταλικού φασισμού και ιμπεριαλισμού. Αλλά η συντριβή αυτή ήταν μόνο ένοπλη. Ιδεολογικά, όπως φάνηκε ήδη από την επαύριο του τέλους του πολέμου, ο ιμπεριαλισμός και ο φασισμός επέζησαν. Και στην εποχή μας εξακολουθούν να εμφανίζονται απειλητικοί, άλλοτε ωμά, άλλοτε πιο ευπρόσωπα. Σήμερα με τα πυρηνικά πια όπλα στη διάθεση της ανθρωπότητας, ο κίνδυνος για την ειρήνη, επομένως και την εθνική ανεξαρτησία των λαών, είναι και υπαρκτός και μεγάλος. Οι εισβολές σε ξένες χώρες συναντούν συνήθως τη θεωρητική αποδοκιμασία αλλά και αρκετή παθητικότητα της διεθνούς κοινής γνώμης. Χρειάζεται να ενισχύσουμε την εθνική μας μνήμη, να αντισταθούμε στην παγκοσμιοποίηση δυναμώνοντας τις ρίζες μας, να κρατάμε ψηλά το εθνικό μας φρόνημα σε έναν συγκερασμό πολιτισμών, να αισθανόμαστε συνεχιστές κι απόγονοι ανθρώπων που τίμησαν την ελευθερία τους και θυσιάστηκαν γι’αυτή. Τη μέρα τούτη που γιορτάζουμε το ΟΧΙ του ’40 μπορούμε να πούμε πως τούτος ο τόπος, τούτος ο λαός, τον πόλεμο τον έζησε και τον ξέρει -και δεν τον θέλει. Την ειρήνη τη γνωρίζει και τη θέλει, την ειρήνη και την προκοπή, την ειρήνη με την προκοπή. Αγωνιζόμαστε γι’αυτην, κάνουμε το δικαίωμα μας πράξη, λέμε πάντα ΟΧΙ στον πόλεμο -για να μπορεί πρακτικά αυτό το ΟΧΙ να μετουσιωθεί στο μόνο ΝΑΙ που θα χρειαστεί να λέμε, ΝΑΙ στη ζωή, τη λευτεριά, τη δημοκρατία, ΝΑΙ στην ειρήνη!»

Προηγούμενο άρθρο Σύσκεψη για την αντιμετώπιση των πλημμύρων έγινε στο Δήμο Μουζακίου
Επόμενο άρθρο Συνεργασία Δήμου Καρδίτσας - Φιλοζωικού Ομίλου για τα αδέσποτα