Η αβεβαιότητα για την επίτευξη μιας τελικής συμφωνίας, που χαρακτηρίζεται θεωρητικά ως αμοιβαία επωφελής από την κυβέρνηση, έχει ως αποτέλεσμα την συρρίκνωση της πραγματικής οικονομίας και την εξάντληση των ταμειακών διαθεσίμων του κράτους. Η διαπραγμάτευση ωστόσο που σε κάθε Eurogroup πλησιάζει σε τελικό στάδιο και επιτέλους διαφαίνεται κάποιο φως ώστε να υπάρξει χρηματοδότηση, καταλήγει χωρίς κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα με συνέπεια τη συνέχιση της οικονομικής ασφυξίας της χώρας. Οι συνεχείς οικονομικοί εκβιασμοί των εταίρων που απαιτούν συντάξεις πείνας με εφαρμογή της ρήτρας του μηδενικού ελλείματος, διάλυση των κοινωνικών δομών που έχουν απομείνει αλλά και της δημόσιας υγείας και της παιδείας λόγω έλλειψης χρηματοδότησης, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι με την ανοχή ή και την άγνοια της κυβέρνησης οι δανειστές μας θέλουν την οικονομική και πολιτική υποτέλεια της χώρας μας. Η επιμονή τους στην εφαρμογή ενός προγράμματος που φτωχοποιεί και εξαθλιώνει τον Ελληνικό λαό και τον οδηγεί σε αλληλοσπαραγμό δηλώνει απόλυτα την αδιαφορία των εταίρων για τα καταστροφικά αποτελέσματα της εφαρμογής των μνημονίων τα προηγούμενα χρόνια στην Ελλάδα.
Η σημερινή κυβέρνηση λοιπόν βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση, για την οποία έχει ευθύνη αφού με τις καθυστερήσεις και την έλλειψη ουσιαστικής στρατηγικής παρουσιάζεται πολύ κατώτερη των περιστάσεων. Οι συνεχείς αντιφατικές απόψεις στελεχών της κυβέρνησης ακόμα και για σημαντικά ζητήματα όπως το ύψος των υποχρεώσεων που έχει αποπληρώσει η χώρα τους 4 τελευταίους μήνες, αλλά και αν τελικά θέλουν τη ρήξη ή έναν περιβόητο «έντιμο» συμβιβασμό μόνον παρανοήσεις και έλλειψη πλάνου φανερώνουν. Οι ερασιτεχνισμοί με την οποία αντιμετωπίζονται από στελέχη της κυβέρνησης η έμμεση φορολογία, η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ με αναπροσαρμογή ή όχι των αντικειμενικών αξιών, η επαναφορά της 13ης σύνταξης, ο κατώτατος μισθός κτλ. δηλώνουν μια επικίνδυνη προχειρότητα. Ο πρωθυπουργός οφείλει να πάρει πρωτοβουλία και το συντομότερο δυνατό να αποσαφηνίσει τις προθέσεις της κυβέρνησης, ώστε να σταματήσει η αβεβαιότητα και η αστάθεια που οδηγεί στην ολική κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα.
Οι ιδεοληψίες, οι ανέξοδες προεκλογικές υποσχέσεις και οι δηλώσεις περί σχήματος λόγου για την κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων πλέον αποτελούν παρελθόν και σε κάθε περίπτωση η επαναφοράς τους στη δημόσια συζήτηση, αντιμετωπίζεται πλέον γραφικά από το σύνολο της κοινωνίας. Ωστόσο η πολιτική μάχη που διατείνεται ότι διεξάγει η κυβέρνηση ώστε να μην παραβιαστούν οι λεγόμενες κόκκινες γραμμές της, θεωρώ προσωπικά πως είναι προσχηματική. Μ’ αυτό τον τρόπο κερδίζει χρόνο ώστε να κάμψει τις εσωτερικές αντιστάσεις στην κοινοβουλευτική της ομάδα και να προσφέρει ένα νέο αναγκαστικό μνημόνιο στη χώρα, το οποίον θα είναι σύμφωνα με τα λεγόμενα τους προϊόν «σκληρής» διαπραγμάτευσης. Το νέο πρόγραμμα μπορεί να ονομάζεται πρόγραμμα ανασυγκρότησης, ανάπτυξης ή κάτι άλλο και θα συνοδεύεται από νέα δανεικά, τα οποία το πιθανότερο είναι να αποπληρώσουν τα φτωχά και μεσαία κοινωνικά στρώματα. Επομένως η συμφωνία μπορεί να είναι αμοιβαία, αλλά δεν θα είναι καθόλου επωφελής, παρόλο αυτά πρέπει να καταλήξει κάπου το συντομότερο γιατί ο χρόνος μαζί με τις αντοχές της κοινωνίας στερεύει.