Μια φορά κι έναν καιρό, πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, σαν σήμερα, στις 29 Σεπτεμβρίου 480 π.Χ. (κατ’ άλλους 22 ή 23) στα στενά της νήσου Σαλαμίνας, έγινε μία ναυμαχία που καθόρισε την τύχη της Ελλάδας, της Ευρώπης και του κόσμου.
Ο Ξέρξης, βασιλιάς της πανίσχυρης αυτοκρατορίας της Περσίας, μετά τη νίκη του στις Θερμοπύλες, 7, 8 και 9 Αυγούστου, 480 π. Χ., κατέλαβε τη Βοιωτία και την Αττική, έκαψε την Αθήνα και με 670 πλοία αγκυροβόλησε στο Φάληρο της Αττικής.
Οι Αθηναίοι, αφού μετέφεραν τα γυναικόπαιδά τους έξω από την Αθήνα, με τους συμμάχους τους και 366 πλοία, 200 της Αθήνας με αρχηγό τον Θεμιστοκλή, 16 της Σπάρτης με αρχηγό τον Ευρυβιάδη, 40 της Κορίνθου με αρχηγό τον Αδείμαντο κ.λ.π. αγκυροβόλησαν στα στενά της Σαλαμίνας. Αρχηγός όλων ο Σπαρτιάτης Ευρυβιάδης.
Έχει ενδιαφέρον να αναφέρουμε τα σχετικά με τη ναυμαχία.
Οι αρχηγοί του συμμαχικού στόλου συνεδρίασαν με θέμα πού έπρεπε να συγκρουστούν με τον Ξέρξη. Οι Πελοποννήσιοι υποστήριζαν στον Ισθμό της Κορίνθου, για να εμποδίσουν τον Ξέρξη να εισβάλει στην Πελοπόννησο, αλλά ο Θεμιστοκλής στα στενά της Σαλαμίνας, γιατί εκεί η αριθμητική υπεροχή των Περσών σε πλοία ήταν άχρηστη και προβληματική. Η συνεδρίαση ήταν πολύ επεισοδιακή. Ανταλλάχτηκαν βαριά λόγια και απειλήθηκε σύρραξη. Κάποια στιγμή ο Κορίνθιος στρατηγός Αδείμαντος είπε τον Θεμιστοκλή «άπατρι», ότι δηλαδή δεν έχει πατρίδα, αφού την έκαψε ο Ξέρξης. Αυτό θεωρούνταν μεγάλη προσβολή. Ο πανέξυπνος και ετοιμόλογος Θεμιστοκλής του απάντησε: «πατρίδα μου είναι οι 200 αθηναϊκές τριήρεις», τονίζοντας και τη μεγάλη συνεισφορά της Αθήνας στον πόλεμο. Λόγο στον λόγο οξύνθηκαν πολύ τα πνεύματα και κάποια στιγμή ο Ευρυβιάδης σήκωσε τη μαγκούρα του να χτυπήσει τον Θεμιστοκλή. Εκείνος ήρεμος του είπε «πάταξον μεν, άκουσον δε». Ο Ευρυβιάδης μαλάκωσε, αλλά επέμενε να ναυμαχήσουν στον Ισθμό.
Ο Θεμιστοκλής, αφού διαπίστωσε ότι δεν μεταπείθονταν οι Πελοποννήσιοι, έστειλε τον πιστό του δούλο Σίκιννο στον Ξέρξη να του πει ότι τον θεωρεί φίλο του, ότι οι Έλληνες σκέπτονται τη νύχτα να αποπλεύσουν για τον Ισθμό και αν θέλει το καλό του, πρέπει να τους αποκλείσει στα στενά της Σαλαμίνας και να τους αναγκάσει να ναυμαχήσουν εκεί. Ο Ξέρξης πείστηκε και απέκλεισε το ίδιο βράδυ τον ελληνικό στόλο. Οι Πελοποννήσιοι δεν πίστευαν τις πληροφορίες περί αποκλεισμού τους. Συνέβησαν όμως δύο γεγονότα που τους έκαναν να πειστούν: Το ίδιο βράδυ ο Αριστείδης, ο επονομαζόμενος Δίκαιος, άσπονδος εχθρός και πολιτικός αντίπαλος του Θεμιστοκλή, εξορισμένος στην Αίγινα, παραμέρισε τις πικρίες και τις μεγάλες διαφορές που είχε μαζί του, και από την Αίγινα πήγε και τον συνάντησε, συμφιλιώθηκε μαζί του για τη σωτηρία της πατρίδας τους (το μεγαλείο του άνδρα), και ανήγγειλε στο συνέδριο ότι είναι αποκλεισμένοι. Και πάλι οι Πελοποννήσιοι αμφέβαλαν. Όταν όμως ήλθαν Τήνιοι πολεμιστές με τα καράβια τους που αυτομόλησαν από το στρατόπεδο των Περσών, και ανήγγειλαν τον αποκλεισμό, τότε όλοι πλέον πείστηκαν και άρχισαν να προετοιμάζονται για τη σύγκρουση.
Τη νύχτα περσικά πλοία κατέλαβαν την Ψυτάλλεια, νησάκι απέναντι από τη Σαλαμίνα και αποβίβασαν στρατό, για να σώζουν τους Πέρσες και να σκοτώνουν τους Έλληνες που θα κατέφυγαν εκεί κατά τη ναυμαχία.
Το σύνολο του ελληνικού στόλου αναπτύχθηκε σε μήκος τριών χιλιομέτρων, στο στενό μεταξύ της Χερσονήσου της Κυνοσούρας (κάβο βάρβαρος) και Κερατσινίου, με κάλυψη από τη στεριά Αθηναίων οπλιτών για να αποφευχθεί η κύκλωση. Τα αθηναϊκά πλοία ήταν αντιμέτωπα με τα βαριά και ψηλά φοινικικά. Το κάθε φοινικικό πλοίο είχε πάνω του 30 τοξότες να τοξεύουν τους Αθηναίους, κατά τη ναυμαχία.
Την άλλη μέρα το πρωί, 8 π.μ. περίπου άρχισε η σφοδρή σύγκρουση. Στην αρχή ήταν αμφίρροπη. Η πλάστιγγα άρχισε να γέρνει, όταν οι Αθηναίοι ανέπτυξαν τις σπάνιες ναυτικές τους αρετές. Ο Θεμιστοκλής υπολόγισε δύο καθοριστικές λεπτομέρειες: το βαρύ σκαρί των εχθρικών φοινικικών πλοίων που τα καθιστούσε δυσκίνητα μέσα στο στενό και τον άνεμο που έπνεε τέτοια ώρα και εποχή στη Σαλαμίνα. Έτσι τα φοινικικά πλοία πάλευαν με τα κύματα, οι τοξότες τους αστοχούσαν, ενώ οι αθηναϊκές τριήρεις έπλεαν με ευελιξία στον αφρό, εμβόλιζαν τα εχθρικά πλοία είτε στα πλευρά και τα βύθιζαν είτε στις σειρές των κουπιών και τα ακινητοποιούσαν. Όταν άρχισε να υποχωρεί η πτέρυγα του φοινικικού στόλου που ήταν απέναντι από τους Αθηναίους, τότε παρέσυρε και τις άλλες γραμμές, με αποτέλεσμα τη συντριβή του περσικού στόλου. Οι Πέρσες έχασαν 200 πλοία, οι Έλληνες 40. Οι νεκροί Πέρσες ήταν πάρα πολλοί. Όσοι από τους Πέρσες έπεφταν στη θάλασσα, πνίγονταν γιατί δεν ήξεραν να κολυμπούν, σε αντίθεση με τους Έλληνες που γνώριζαν κολύμπι. Ο Αριστείδης, αρχηγός των πλοίων της Αίγινας αποβιβάστηκε στην Ψυτάλλεια και εξόντωσε όλη την περσική φρουρά και όσους Πέρσες ξέβραζε εκεί η θάλασσα και έσωζε τους Έλληνες.
Ο Ξέρξης από τον θρόνο του που είχε στήσει σε μια πλαγιά στο Αιγάλεω έβλεπε τη ναυμαχία και την ήττα του στόλου του. Αυτή η ήττα του προκάλεσε πανικό και παρόλο που του απόμειναν περισσότερα πλοία από όσα είχαν οι Έλληνες, αποφάσισε να επιστρέψει αμέσως στην Περσία, γιατί φοβήθηκε μήπως οι Έλληνες πλεύσουν στον Ελλήσποντο και καταστρέψουν τις γέφυρες που κατασκεύασε για να έχει πρόσβαση στην Ευρώπη. Ο Θεμιστοκλής πρότεινε να τον κυνηγήσουν, αλλά δεν εισακούστηκε. Έτσι, ο Ξέρξης επέστρεψε στην Περσία, αφήνοντας στη Θεσσαλία τον στρατηγό του Μαρδόνιο με 300.000 στρατό να ξεχειμωνιάσει και την άλλη χρονιά να τιμωρήσει τους Έλληνες. Όμως, τον άλλο χρόνο, 479 π. Χ., στις Πλαταιές ο Μαρδόνιος γνώρισε τη συντριβή. Χιλιάδες Πέρσες σκοτώθηκαν, μεταξύ των οποίων και ο Μαρδόνιος. Έτσι, με τη θεία δίκη, που πίστευαν πολύ οι αρχαίοι μας πρόγονοι, αποδόθηκε η δικαιοσύνη για τον θάνατο του βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα και απομακρύνθηκε για πάντα από την Ευρώπη ο περσικός κίνδυνος.
Ωραίο θα ήταν να υπάρχουν στα σχολεία μας, σε πλατείες, πάρκα, δρόμους, αυλές δημοσίων κτιρίων, κλπ, αγάλματα σπουδαίων προσωπικοτήτων της αρχαιότητας: του Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Περικλή, Φειδία, Μιλτιάδη, Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη, Αλεξάνδρου, και τόσων άλλων σπουδαίων προγόνων μας να θυμίζουν στους Έλληνες και σε όλον τον κόσμο το μεγαλείο και τη συνεισφορά των προγόνων μας στην ανθρωπότητα. Θα ήταν ωραίο να γυριστούν από το επίσημο ελληνικό κράτος κινηματογραφικές ταινίες με θέμα ιστορικά γεγονότα, που αποτέλεσαν σταθμούς στην παγκόσμια ιστορία: μάχη στο Μαραθώνα, Θερμοπύλες, Σαλαμίνα, Πλαταιές, νίκες του Αλεξάνδρου, Οδύσσεια, Ιλιάδα, Πελοποννησιακός πόλεμος, κλπ. Δυστυχώς τα παρουσιάζουν ξένοι και μάλιστα διαστρεβλωμένα.
Αν οι Έλληνες δεν νικούσαν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα, ο δυτικός πολιτισμός δεν θα υπήρχε, όπως είναι σήμερα. Ας μην το ξεχνούμε αυτό σήμερα πρώτα εμείς και δεύτερον οι φίλοι μας Ευρωπαίοι.
Γράφει ο Δημήτρης Απ. Ρήτας, Φιλόλογος, συγγραφέας, στιχουργός, Δ/ντής Περιφερειακού Θεάτρου Καρδίτσας