Είναι νομίζω επιβεβλημένο να αντιπαραβάλλουμε την ζωή μας σήμερα, τα πιστεύω μας, με την ζωή και τα πιστεύω των ηρώων της Πατρίδας μας διότι έχει λεχθεί από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ότι “χωρίς Εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα στην ζωή σας” και τα χείλι του Κυρίου μας δεν ψεύδονται ποτέ. Για να θυμηθούμε λίγο την ιστορία που μας διδάσκει πάρα πολύ σοφά ότι όταν “ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς καθ’ ημών”:
«…Ὡς Χριστιανὸς ὀρθόδοξος καὶ υἱὸς τῆς ἡμετέρας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὁρκίζομαι …νὰ διαμείνω πιστὸς εἰς τὴν Θρησκείαν μου καὶ εἰς τὴν Πατρίδα μου. Ὁρκίζομαι νὰ χύσω καὶ αὐτὴν τὴν ὑστέρα ρανίδα τοῦ αἵματός μου ὑπὲρ τῆς Θρησκείας καὶ τῆς Πατρίδος μου. Νὰ χύσω τὸ αἷμα μου, ἴνα νικήσω τοὺς ἐχθρούς της Θρησκείας μου ἢ νὰ ἀποθάνω ὡς Μάρτυς διὰ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν…».
(Ὁ ὅρκος τῶν Ἱερολοχιτῶν)
«Εἶναι θέλημα Θεοῦ. Εἶναι κοντά μας καὶ βοηθάει, γιατί πολεμᾶμε γιὰ τὴν πίστι μας, γιὰ τὴν πατρίδα μας, γιὰ τοὺς γέρους γονιούς, γιὰ τὰ ἀδύνατα παιδιά μας, γιὰ τὴν ζωή μας, τὴν λευτεριά μας… Καὶ ὅταν ὁ δίκαιος Θεὸς μᾶς βοηθάει ποιὸς ἐχθρὸς ἠμπορεῖ νὰ μᾶς κάνει καλά…;».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«Νέοι, πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν πίστη σας καὶ νὰ τὴν στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ ἅρματα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ ΠΙΣΤΕΩΣ καὶ ἔπειτα ὑπὲρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ…»
(Θ. Κολοκοτρώνης)
«Ἔκατσα ποὺ ἐσκαπέτισαν μὲ τὰ μπαϊράκια τοὺς ἀπεκατέβηκα κάτω. Ἦταν μιὰ ἐκκλησία εἰς τὸν δρόμον, ἡ Παναγία στὸ Χρυσοβίτσι, καὶ τὸ καθησιό μου ἦτο ὅπου ἔκλαιγα τὴν Ἑλλάς… Σίμωσα, ἔδεσα τὸ ἄλογό μου σ’ ἕνα δένδρο, μπῆκα μέσα καὶ γονάτισα. Παναγία μου εἶπα ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μου καὶ τὰ μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε καὶ τούτη τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες νὰ ψυχωθοῦν. Ἔκανα τὸ Σταυρό μου, ἀσπάσθηκα τὴν εἰκόνα της, βγῆκα ἀπὸ τὸ ἐκκλησάκι, πήδηξα στὸ ἄλογό μου καὶ ἔφυγα. Σὲ λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν ὀχτῶ ἁρματωμένοι, ὁ ἐξάδελφός μου ὁ Ἀντώνης Κολοκοτρώνης καὶ ἑπτὰ ἀνήψια του.
– Κανεὶς δὲν εἶναι στὴν Πιάνα, μοῦ εἶπε ὁ Ἀντώνης. Οὔτε στὴν Ἁλωνίσταινα. Εἶναι φευγάτοι. – Ἃς μὴ εἶναι κανεὶς ἀποκρίθηκα. Ὁ τόπος σὲ λίγο θὰ γιομίση παλληκάρια… Ὁ Θεὸς ὑπέγραψε τὴν λευτεριὰ τῆς Ἑλλάδος καὶ δὲν θὰ πάρη πίσω τὴν ὑπογραφή του».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«ΙΔΟΥ ὁ Θεὸς μεθ’ ἠμῶν, ὃς ἐπάταξεν ἔθνη πολλὰ καὶ ἀπέκτεινε βασιλεῖς κραταιούς. Ὁ Παντοκράτωρ Θεὸς δὲν μᾶς ἀφήνει εἰς τὴν διάκρισιν τοῦ ἐχθροῦ. Ἀλλὰ εἶναι σύμμαχός μας, καθὼς πολλάκις τὸ εἴδομεν καὶ ἄμποτε εἰς τὸ ἑξῆς διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ καὶ διὰ τῆς ἐνεργείας καὶ γενναιότητος σᾶς νὰ ἀφανισθῆ ὁ ἐχθρὸς ἐξ ὁλοκλήρου…».
(Π. Μαυρομιχάλης πρὸς τὸν Θ.Κολοκοτρώνη)
«…Ἕλληνες ποτὲ μὴν ξεχνᾶτε τὸ χρέος σὲ Θεὸ καὶ σὲ Πατρίδα! Σ’ αὐτὰ τὰ δύο σας ἐξορκίζω ἢ νὰ νικήσουμε ἢ νὰ πεθάνουμε κάτω ἀπὸ τὴν Σημαία τοῦ Χριστοῦ»
(Γρηγόριος – Δικαῖος Παπαφλέσσας)
«Ὅταν σηκώσαμεν τὴν σημαίαν ἐναντίον τῆς τυραγνίας ξέραμεν ὅτι εἶναι πολλοὶ αὐτεῖνοι καὶ μαχητικοὶ κι’ ἔχουν καὶ κανόνια κι’ ὅλα τα μέσα. Ἐμεῖς σὲ οὖλα εἴμαστε ἀδύνατοι. Ὅμως ὁ Θεὸς φυλάγει καὶ τοὺς ἀδύνατους, κι’ ἂν πεθάνωμεν πεθαίνομεν διὰ τὴν Πατρίδα μας, διὰ τὴν Θρησκείαν μας καὶ πολεμοῦμεν ὅσο μποροῦμε ἐναντίον τῆς τυραγνίας κι’ ὁ Θεὸς βοηθός…».
(Στρατηγὸς Μακρυγιάννης)
«Χωρὶς ἀρετὴ καὶ πόνο εἰς τὴν πατρίδα καὶ πίστη εἰςτὴν θρησκεία τοὺς ἔθνη δὲν ὑπάρχουν». «…Τούτην τὴν πατρίδα τὴν ἔχομεν ὅλοι μαζί, καὶ σοφοὶ κι’ ἀμαθεῖς καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοὶ καὶ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ καὶ οἱ πλέον μικρότεροι ἄνθρωποι, ὅσοι ἀγωνιστήκαμεν, ἀναλόγως ὁ καθείς, ἔχομεν νὰ ζήσωμεν ἐδῶ. Τὸ λοιπὸν δουλέψαμεν ὅλοι μαζί, νὰ τὴν φυλᾶμε κι’ ὅλοι μαζὶ καὶ νὰ μὴ λέγη οὔτε ὁ δυνατὸς «ἐγώ», οὔτε ὁ ἀδύνατος. Ξέρετε πότε νὰ λέγει ὁ καθεὶς «ἐγώ»; Ὅταν ἀγωνιστῆ μόνος του καὶ φκειάση, ἢ χαλάση, νὰ λέγη ἐγώ, ὅταν ὅμως ἀγωνίζονται πολλοὶ νὰ φκειάνουν, τότε νὰ λένε «ἐμεῖς». Εἴμαστε εἰς τὸ «ἐμεῖς» κι’ ὄχι εἰς τὸ «ἐγώ». Καὶ εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μάθωμεν γνώση, ἂν θέλωμεν νὰ φκειάσωμεν χωριόν, νὰ ζήσωμεν ὅλοι μαζί….».
(Ἰω. Μακρυγιάννης)
«Μία δύναμις μὲ ἅρπαξε ἀπὸ τὴν λιτανεία πρὶν φύγουμε ἀπὸ τὰ Ψαρὰ γιὰ τὴν Χίο. Μία δύναμις θεϊκὴ μὲ γιγάντωσε… Αὐτὴ ἡ θεία δύναμίς μου ἔδωσε θάρρος διὰ νὰ φθάσω μὲ τὸ πυρπολικό μου στὴν Τουρκικὴ Ναυαρχίδα… Οἱ Τοῦρκοι ἦταν τόσοι ὥστε ἐὰν ἐπτυον ἐπάνω μας θὰ μᾶς ἔπνιγαν ἀναμφιβόλως… Εἰς τὸ ὄνομά του Κυρίου φώναξα ἐκείνη τὴ στιγμή. Ἔκανα τὸν Σταυρό μου καὶ πήδηξα στὴ βάρκα. Οἱ φλόγες τοῦ πυρπολικοῦ μεταδόθηκαν στὴν Ναυαρχίδα ποὺ τινάχθηκε στὸν ἀέρα καὶ παρέσυρε στὸν θάνατο χιλιάδες Τούρκους…».
(Κωνσταντῖνος Κανάρης)
«Κι’ ὅσο ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου δὲν ἀγαπῶ ἄλλο τίποτας. Ναρθῆ ἕνας νὰ μοῦ εἰπῆ ὅτι θὰ πάγη ὀμπρὸς ἡ πατρίδα, στρέγομαι νὰ μοῦ βγάλη καὶ τὰ δυό μου μάτια. Ὅτι ἂν εἶμαι στραβός, καὶ ἡ πατρίδα μου εἶναι καλά, μὲ θρέφει, ἂν ἡ πατρίδα μου ἀχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβὸς θανὰ εἶμαι. Ὅτι σ΄αὐτείνη θὰ ζήσω, δὲν ἔχω σκοπὸ νὰ πάγω ἀλλοῦ».
(Ἰω. Μακρυγιάννης)