Το Όραμα του Ν. Πλαστήρα & ο σχεδιασμός για την τεχνητή Λίμνη


Ομιλία του κ. Σέφη Αναστασάκου στην «Ημερίδα για την συμβολή του Νικ. Πλαστήρα  και Κων. Καραμανλή στη δημιουργία της τεχνητής λίμνης Ταυρωπού».

Αισθάνομαι ιδιαίτερη συγκίνηση που βρίσκομαι ανάμεσά σας και έχω την τιμή ν’ απευθύνομαι σε σας, καλώντας σας να στρέψουμε την προσοχή μας στο πρόσφατο παρελθόν, φέρνοντας στη μνήμη μας κάποιες εποχές όπου οι Δημόσιοι Άνδρες με Πατριωτισμό, με Αφοσίωση στο Χρέος και με Αυταπάρνηση, έδιναν και την τελευταία ικμάδα της δράσης τους στην υπηρεσία του Καθήκοντος, μιας διαρκούς προσφοράς προς το Κοινωνικό Σύνολο.

Σε κάποιες εποχές, αγαπητοί μου συμπατριώτες, όπου από την ζωή των Μεγάλων Ανδρών έλειπε η Σκοπιμότητα , η Πολιτική μικρότητα, η Ιδιοτέλεια και ο Καιροσκοπισμός.

Σε κάποιες εποχές, όπου οι Ηγήτορες της Φυλής μας, που διαχειρίζονταν τις τύχες του Λαού μας, είχαν στη λευκή πολιτική τους διαδρομή, Όραμα για Κοινωνικές Αλλαγές, Μεταρρυθμίσεις, δημιουργία Παραγωγικών Υποδομών, Προοπτικές και Σχεδιασμούς, που απέβλεπαν μόνο στην ανακούφιση των αδυνάτων και στην βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης των Ταπεινών και Καταφρονεμένων συμπατριωτών τους.

Αυτός ο Τόπος, αυτή η Χώρα, που βρίσκεται στην εσχατιά της Χερσονήσου του Αίμου, για πάνω από 150 τουλάχιστο χρόνια βρέθηκε στο «μάτι του κυκλώνα», πολεμικών συγκρούσεων, κοινωνικών και πολιτικών αναταραχών και εσωτερικών επώδυνων κρίσεων, είναι βέβαιο ότι δεν θα μπορούσε ν’ ανορθωθεί, αν στις κρίσιμες στιγμές δεν είχε την τύχη να την οδηγήσουν στο δρόμο των μεγάλων οριζόντων, ηγέτες οι οποίοι έβλεπαν την διαδρομή τους σαν Αποστολή και την Προσφορά τους στο Σύνολο, σαν ανέκκλητη Εντολή του ίδιου του Λαού μας.

Αγαπητοί φίλοι,

Είναι για το λόγο αυτό, που αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω αφ’ ενός μεν τις ευχαριστίες μου και αφ’ ετέρου τα θερμά μου συγχαρητήρια στο Δήμο Ιτάμου και ιδιαίτερα τον άξιο και τιμημένο Δήμαρχο, τον φίλο και συντοπίτη μου Βασίλη Τσαντήλα, τόσο για τη σύλληψη της Ιδέας της Ημερίδας αυτής, όσο και για την άρτια αυτή διοργάνωσή της.

Ο Νικόλαος Πλαστήρας και ο Κων/νος Καραμανλής συμπορεύτηκαν στην πολιτική σε μικρό χρονικό διάστημα στο τέλος της δεκαετίας του ’40 και στην αρχή εκείνης του ’50, είχαν όμως ένα κοινό στοιχείο:

Τους συνέδεε ακατάλυτα και ιστορικά αναπόσπαστα, το μεγάλο έργο του Φράγματος της Λίμνης Μέγδοβα, όπου το νερό των Αγράφων, αποτέλεσε και αποτελεί σήμερα πηγή ζωής του Θεσσαλικού Κάμπου και σημαντική συνεισφορά στις ενεργειακές ανάγκες της χώρας μας.

Τους συνδέει επίσης η εναρμόνιση της Σύλληψης ενός μεγαλόπνοου Οράματος, ιδιαίτερα τολμηρού και σπουδαίου έργου υποδομής, με την έμπρακτη υλοποίηση και ολοκλήρωσή του μέσα μόλις σε τέσσερα χρόνια.

Τους συνδέει επίσης, τους δύο αυτούς μεγάλους άνδρες, η ασίγαστη έγνοια, για μια διαρκή και αποτελεσματική δράση και δημιουργία, που στο τέλος του δρόμου αντίκριζαν με ικανοποίηση και αγαλλίαση την ολοκλήρωση των έργων που σχεδίαζαν και οραματίζονταν.

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ

Αλλά ας πάρουμε το νήμα της Ιστορίας και ας ακολουθήσουμε μαζί τα βήματα εκείνου του νέου αξιωματικού, που τον Σεπτέμβριο του 1922 η Πατρίδα του εναπόθεσε στις πλάτες του το ύψιστο Χρέος, την επιβίωση του Έθνους και του Λαού. Αυτός ο γιος κολλίγα, ο Νικόλαος Πλαστήρας, που έβλεπε μόνο τη σωτηρία της Πατρίδας του, μετά τον όλεθρο της Μικρασιατικής Καταστροφής και αφού ολοκλήρωσε το έργο της Επανάστασης, θα εμφανισθεί ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης στις 2 Ιανουαρίου του 1924 και αιφνιδιάζοντας τους νεοεκλεγέντες Εθνοσυμβούλους θα πει:

«Με την χαρμόσυνον αυτήν προσδοκίαν δια το Μέλλον, καταθέτω σήμερον την εξουσίαν της Επαναστάσεως ενώπιον της κυριάρχου Εθνικής Συνελεύσεως».

Τέσσερις μέρες αργότερα, ο πανίσχυρος Αρχηγός της Επανάστασης του 1922, θα εγκαταλείψει την Αθήνα και θα έλθει στην Καρδίτσα, ως απλός ιδιώτης πλέον, ως άλλος Κιγκινάτος και θα παρέμεινε εθελοντικά στην εφεδρεία του Έθνους όταν και όποτε αυτό θα τον καλούσε. Στην Καρδίτσα θα δει για λίγες μέρες τη μητέρα του και θα φροντίσει τα πέντε ορφανά παιδιά που είχε υιοθετήσει, όταν βρίσκονταν στα πεδία των μαχών. Τα είχε περιμαζέψει απ’ τη Μακεδονία, τη Θράκη και την Μικρά Ασία, από περιοχές όπου πέρασε κατά τη διάρκεια  των πρόσφατων πολέμων. Πρόκειτο για την Κυριακούλα απ’ την Μακεδονία, τον Αλέξανδρο απ’ τη Θράκη και την Μαρία, τη Λυδία και τον Γιάννη απ’ τη Μικρά Ασία. Για τα παιδιά αυτά, αισθάνονταν μια ιδιαίτερη αγάπη και δεν έπαψε ποτέ να φροντίζει για την ανατροφή τους και την επαγγελματική τους αποκατάσταση. Θα διατηρήσει στενό σύνδεσμο με όλα αυτά, σ’ όλη του τη ζωή, ακόμα και όταν αυτά θα δημιουργήσουν δικές τους οικογένειες.

Αλλά την γενέτειρά του θα την εγκαταλείψει σύντομα, γιατί έπρεπε να μεταβεί σε σανατόριο της Ελβετίας, αφού η κατάσταση της υγείας του παρουσίαζε επιδείνωση και δεν επιδέχονταν άλλη καθυστέρηση. Η Άννα Παπαδοπούλου, η «Μάνα του Στρατιώτου», θα επιμεληθεί αυτή τη φορά για την μετάβαση και για την διαμονή του σε θεραπευτήριο του Schatzalp στο Davos της Ελβετίας. Οι ειδικές κλιματολογικές συνθήκες της ορεινής αυτής περιοχής, σε συνδυασμό με την συστηματική ιατρική παρακολούθηση, θ’ ανακόψουν την επιδείνωση της υγείας του στην πρώτη φάση και θα επιφέρουν ανακούφιση στον ταλαιπωρημένο οργανισμό του.

Τον Απρίλιο 1925, θα γυρίσει στην Ελλάδα και θα κατευθυνθεί και πάλι στη γενέτειρά του, την Καρδίτσα. Θα παραμείνει όλο το θέρος εκεί και ιδιαίτερα στην εξοχική του κατοικία στην Νεράιδα της Νευρόπολης, μια ορεινή δασοσκεπής περιοχή, κατάλληλη για τη συνέχιση της θεραπείας του και η οποία, δεσπόζει του ομώνυμου οροπέδιου. Δεν επιθυμούσε να έχει κάποια ανάμειξη στις πολιτικές εξελίξεις και απέφευγε να σχολιάζει τα τεκταινόμενα και την κυβερνητική αστάθεια, που τότε επικρατούσε. 

Ο Πλαστήρας επισκέπτονταν την Νευρόπολη, μια που και ο γιατροί θα του συνιστούσαν την διαβίωσή του σε κατάλληλο ορεινό περιβάλλον, για να βοηθήσει την κλονισμένη υγεία του. Απ’ τα βουνά που στεφανώνουν το απέραντο οροπέδιο, ο Πλαστήρας θ’ ατενίζει την πράσινη θάλασσα που απλώνονταν μπροστά του και τότε ήταν που έκανε τους πρώτους γόνιμους συνειρμούς για το μεγάλο έργο της δημιουργίας ενός φράγματος, που οραματίζονταν.

Θ’ αναγκασθεί όμως να εγκαταλείψει και πάλι την Ελλάδα, αυτή τη φορά διωκόμενος από την παγκαλική δικτατορία, αλλά σύντομα στις 10 Νοεμβρίου 1926, θα ξαναεπιστρέψει. Μετά από μια αποφασιστική παρέμβασή του για την εξομάλυνση των πολιτικών διαφορών στην τότε «οικουμενική» κυβέρνηση ο Πλαστήρας εγκαταλείπει την Αθήνα και επιστρέφει και πάλι στην Καρδίτσα. Ανεβαίνει τώρα πιο συχνά στην ορεινή Νεράιδα της Νευρόπολης, κοντά στη φύση, αφού η αρρώστια του συνεχίζει να τον κατατρέχει. Στην κατάφυτη αυτή περιοχή από έλατα και σ’ ένα άριστο φυσικό περιβάλλον, σε υψόμετρο 1.500 μέτρων, θα συστήσει έναν πρότυπο αστικό θερινό συνεταιρισμό, καλώντας μάλιστα τον φίλο του Σόλωνα Κυδωνιάτη, καθηγητή του Ε.Μ.Π. και αργότερα ακαδημαϊκό, να σχεδιάσει τον οικισμό του, όπως διασώζει τη μαρτυρία αυτή ο Αθαν. Ταλιαδούρος στο βιβλίο του «Μισός αιώνας στη Βουλή».

ΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΤΟΥ ΦΡΑΓΜΑΤΟΣ

Κατά την διαμονή του στο θέρετρο αυτό, η ιδέα του για την αξιοποίηση των υδάτων αρδεύοντας τον κάμπο, ολοένα και γίνονταν  επίμονη. Θα συλλάβει τότε την ιδέα κατασκευής ενός φράγματος, με την μετατροπή της έκτασης των 30.000 στρεμμάτων του οροπεδίου σε τεχνητή λίμνη, όπου μέσα θα συγκεντρώνονταν τα νερά του ποταμού Μέγδοβα, που διέσχιζε την περιοχή. Στη συνέχεια θα μπορούσε να κατασκευασθεί υδροηλεκτρικό – αρδευτικό έργο παραγωγής ρεύματος με βάση την υδάτινη αυτή ενέργεια. Με τις σκέψεις αυτές, θα καλέσει τον συμπατριώτη του μηχανικό καθηγητή Α. Κουτσοκώστα, μετέπειτα πρύτανη του Πολυτεχνείου και θα του αναπτύξει τους σχεδιασμούς του.

«Βλέπεις στο βάθος δεξιά τα νερά της λίμνης που γυαλίζουν;», του είπε μια μέρα. «Είναι η γούρνα της Βαβάς. Κρατάει νερό σχεδόν όλο το χρόνο. Το υπέδαφος πρέπει να είναι στεγανό».

Η ιδέα αρχίζει να προχωρεί και ο Στρατηγός Πλαστήρας θα την εξηγήσει στις Τεχνικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, οι οποίοι θα συντάξουν μια Προκαταρτική Μελέτη, που περιλάμβανε και τ’ αποτελέσματα των γεωτρήσεων. Στη συνέχεια, οι αρχικοί αυτοί σχεδιασμοί απέκτησαν επίσημη επιστημονική κάλυψη και εγκρίθηκε η χρηματοδότηση της Μελέτης.

Με τη συνεργασία του καθηγητή Α. Κουτσοκώστα, και του Ελβετού μηχανικού Bouts Senn, θα γίνουν σύντομα οι πρώτες επίσημες μελέτες για το μεγάλο αυτό έργο, που, εκτός απ’ την παραγωγή ρεύματος χαμηλού κόστους, θα άρδευε με τα νερά της τεχνητής λίμνης (που σήμερα φέρει τ’ όνομα του εμπνευστή της), το μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργειών της Θεσσαλίας. Κατά τους σχεδιασμούς αυτούς, η γεωφυσική διαμόρφωση της περιοχής του οροπεδίου της Νευρόπολης, προσφέρονταν να κατασκευαστεί το φράγμα στην στενωπό που σχημάτιζαν τα απότομα βουνά, για να συγκεντρωθούν τα ύδατα του ποταμού Μέγδοβα (Ταυρωπού). Από τη λίμνη αυτή που θα σχηματίζονταν, τα νερά θα διέρχονταν μέσα από μια σήραγγα και θα έπεφταν στο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο. Κατόπιν, μέσα από ένα στεγανό αρδευτικό δίκτυο, θα διοχετεύονταν  στον θεσσαλικό κάμπο.

Οι μελέτες αυτές του φράγματος, του υδροηλεκτρικού εργοστασίου και του δικτύου άρδευσης του θεσσαλικού κάμπου, δεν θα τύχουν της άμεσης αξιοποίησης. Οι πολιτικές αναταραχές, οι πόλεμοι αλλά προπάντων η αναγκαστική απουσία του Πλαστήρα στο Εξωτερικό μέχρι το 1944, αποτέλεσαν εμπόδια στην αξιοποίησή τους. Θα προχωρήσουν και θα ολοκληρωθούν μετά από είκοσι χρόνια, στην περίοδο των κυβερνήσεων Πλαστήρα 1950 -1952. Θα ενταχθεί τότε το όλο έργο, στο ενεργειακό πρόγραμμα και στον σχεδιασμό της εκβιομηχάνισης της χώρας. Το 1953 και μετά το θάνατο του Πλαστήρα, ο Σπ. Μαρκεζίνης, υπουργός Συντονισμού στην κυβέρνηση Παπάγου, θα εξασφαλίσει γαλλικές επενδύσεις ύψους 125.000.000 δολαρίων και στις 14 Δεκέμβριο 1955, ο τότε πρωθυπουργός Κων. Καραμανλής, θα θεμελιώσει το «Φράγμα Μέγδοβα (Ταυρωπού)» και αργότερα το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο της Δ.Ε.Η., υλοποιώντας το «Όραμα Πλαστήρα», που θα ολοκληρωθεί το 1960, λυτρώνοντας τον άνυδρο κάμπο της Θεσσαλίας. Απ’ τη δεκαετία του ’80 η ευρύτερη αυτή περιοχή της τεχνητής λίμνης «Νικόλαος Πλαστήρας», παρουσιάζει επίσης αυξανόμενο τουριστικό ενδιαφέρον, χάρη στον συνδυασμό του τεχνικού έργου και του φυσικού ορεινού περιβάλλοντος.

Το έργο αυτό, σήμερα είναι μοναδικό και πολυδιάστατο. Αρδεύει 300.000 στρεμ. στη Θεσσαλία και υδρεύει 80.000 πολίτες του Νομού, από τα νερά της λίμνης παράγεται ηλεκτρικό ρεύμα απ’ τον υδροηλεκτρικό Σταθμό Μοσχάτου, ενώ η ίδια με την τουριστική της ανάπτυξη και προοπτική ενισχύει το εισόδημα των παραλίμνιων περιοχών, αλλά και ολόκληρου του νομού γενικότερα.

ΠΛΑΣΤΗΡΑΣ: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ

Κυρίες και κύριοι,

Το έργο του Φράγματος με τις ευεργητικές του προεκτάσεις, έχει μεταβάλει ολόκληρη τη ζωή του Νομού Καρδίτσας και έχει ακόμα μεγάλες προσδοκίες και ελπίδες. Η σύλληψη της ιδέας και της αναγκαιότητας του έργου απ’ τον Νικόλαο Πλαστήρα, ανήκει στη ζώσα και διαχρονική Ιστορία του Τόπου, που μέσα απ’ την οποία αναδεικνύεται η σφριγηλή φυσιογνωμία του Μαύρου Καβαλάρη, ενός κατ’ εξοχήν γενναίου Στρατιώτη και ικανού Πολιτικού, ενός Δημόσιου Άνδρα του Χρέους και του Καθήκοντος, ενός Ανθρώπου ευαίσθητου αλλά και Αποφασιστικού. Προ πάντων όμως ενός Ανθρώπου Έντιμου και Πατριώτη, που ουδέποτε νοιάστηκε για τον εαυτό του και αφοσιώθηκε μόνο στο Κοινωνικό Σύνολο.

Λίγες μέρες μετά την κηδεία του Πλαστήρα, οι συγγενείς του «κατέγραψαν» τα «περιουσιακά» του στοιχεία. Βρήκαν στη τσέπη του 216 δρχ. και δέκα δολάρια. Καμιά κατάθεση σε τράπεζα. Κανένα ακίνητο. Ούτε σπίτι δικό του δεν είχε. «Κάποτε», γράφει ο δημοσιογράφος Βάσος Τσιμπιδάρος «ο στενός του φίλος Γιάννης Μοάτσος είχε πάρει την πρωτοβουλία να του εξασφαλίσει μόνιμη στέγη, για να μην περιφέρεται εδώ και εκεί σε ξενοδοχεία και δωμάτια. Πήγε λοιπόν σε μια τράπεζα και μίλησε με το διοικητή.

«Τι,» απόρησε εκείνος.

«Ο Πλαστήρας δεν έχει σπίτι; Βεβαίως θα του δώσουμε ό,τι δάνειο θέλει και μάλιστα με τους καλύτερους όρους. Πάρτε αυτό το έντυπο να το συμπληρώσει και να το υπογράψει. Το δάνειο θα εγκριθεί αμέσως».

Χαρούμενος έτρεξε στον Πλαστήρα να του αναγγείλει το ευχάριστο νέο.

«Άιντε, ρε Γιάννη», του είπε. «Με τι μούτρα θα βγω στο δρόμο αν μαθευθεί πως εγώ, ο συνταξιούχος πήρα τόσο δάνειο για σπίτι;» Έσχισε το έντυπο στα τέσσερα και το πέταξε».

Είκοσι επτά χρόνια αργότερα, στις 4 Νοεμβρίου 1980, η καρδιά του Μαύρου Καβαλάρη, που φυλάσσονταν απ’ το φίλο του γιατρό Αντ. Παπαϊωάννου, μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του την Καρδίτσα, σύμφωνα με την επιθυμία του. Ήθελε να πάλεται στους ρυθμούς των ταπεινών και καταφρονεμένων. Ήθελε ν’ αναπαυθεί ανάμεσα στους αδάμαστους ορεσίβιους προγόνους του και τους συμπατριώτες του κολλήγους. Ήθελε να είναι ο εαυτός του γιατί, «δει τον αγαθόν άνδρα παυόμενον της αρχής, μη πλουσιώτερον αλλ’ ενδοξότερον γεγονέναι»

————————————————————————————————-

* Ο Σέφης Αναστασάκος είναι τ. βουλευτής Καρδίτσας και συγγραφέας της 3τομης ιστορικής, στρατιωτικής και πολιτικής βιογραφίας του Νικ. Πλαστήρα, που κυκλοφόρησε απ’ τις εκδόσεις «Επικαιρότητα». 

Προηγούμενο άρθρο Εκδηλώσεις Πολιτισμού στην Μούχα Ιτάμου
Επόμενο άρθρο ΡΕΝΤΙΝΑ: Ένα διαμάντι στο στέμμα των Αγράφων