Ειδήσεις

Το τοπίο της Δημόσιας Εκπαίδευσης αλλάζει


Πραγματοποιήθηκε με επιτυχία την Κυριακή στο Παυσίλυπο η εκδήλωση της Κοινής Δράσης εκπαιδευτικών. Θέμα  οι συνέπειες για το Δημόσιο Σχολείο και τους μαθητές, ο ρόλος των εκπαιδευτικών (προσχολική αγωγή, ολοήμερο σχολείο, «νέο Λύκειο», μαθητεία).Η εκπαίδευση ατομικό δικαίωμα, εμπόρευμα ή κοινωνικό αγαθό. Ποια πρέπει να είναι η απάντηση. εκπαιδευτικών-Γονέων- Μαθητών.

Στην γεμάτη αίθουσα από εκπαιδευτικούς και πολίτες της πόλης μας η εκδήλωση ξεκίνησε με τις εισηγήσεις των ομιλητών οι οποίοι αναφέρθηκαν αναλυτικά στα εκπαιδευτικά ζητήματα με πρώτο να παίρνει τον λόγο τον Χρήστο Κάτσικα (Εκπαιδευτικός – συγγραφέας,,μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Καλλιθέας-Νέας Σμύρνης-Μοσχάτου) ο οποίος  αναφέρθηκε στο ότι τα εκπαιδευτικά ζητήματα είναι αντανάκλαση της συνολικότερης κατάστασης στην κοινωνία και πως  μόνο έτσι είναι δυνατόν να ειδωθούν. Δεν αρκεί η διαπίστωση για τον αντιεκπαιδευτικό χαρακτήρα   των πολιτικών παρεμβάσεων στην εκπαίδευση αφού τα μέτρα που παίρνονται στην εκπαίδευση  δυσκολεύουν την δουλειά των εκπαιδευτικών να ανταποκριθούν στην ανάγκη της μόρφωσης. Όλοι, κυβέρνηση , αντιπολίτευση, ΟΟΣΑ κλπ θέλουν να προσαρμόσουν την εκπαιδευτική πραγματικότητα στις ανάγκες της λεγόμενης αγοράς. Μοχλός για τις παρεμβάσεις αυτές είναι τα επιχειρησιακά προγράμματα (ΕΣΠΑ) με τα οποία εξασφαλίζει τη συναίνεση για να αλλάξει το DNA της εκπαίδευσης σε μνημονιακή κατεύθυνση. O ομιλητής τόνισε πως οι μαχόμενοι εκπαιδευτικοί πρέπει να ξεκαθαρίσουν, ότι όλοι οι υπουργοί παιδείας από το 2012 υπηρετούν τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ και ΕΕ που για παράδειγμα για το νέο λύκειο μπορούμε σχεδιάζουν μια δομή φθηνότερη, ταξικότερη και με λιγότερους εκπαιδευτικούς και μαθητές, πράγμα το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα την απομαζικοποίηση και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η επαγγελματική εκπαίδευση σχεδιάζεται στη βάση της συρίκνωσης του αριθμού των σχολικών μονάδων και της μεγέθυνσης τους, με πρόγραμμα σπουδών που οδηγεί στην  μισοκατάρτιση και  την μαθητεία ως μορφή απλήρωτης εργασίας. Σχεδιάζουν δηλαδή ένα λύκειο με λιγότερη γνώση με  φροντιστηροποημένο το σχολικό πρόγραμμα και όπου μέσω των μαθημάτων διαφορετικής δυσκολίας θα επιτευχθεί η διαλογή-επιλογή για τα ΑΕΙ. Οι προσφερόμενες αποσπασματικές γνώσεις διανθίζονται με μια επίφαση δημιουργικότητας (δημιουργικές εργασίες) που όμως θα αποτελούν  στοιχεία αντικειμενοποίησης της βαθμολογίας για την τελική επιλογή όπου εκπαιδευτικοί και μαθητές θα αξιολογούνται ως προς την αποτελεσματικότητά τους. Θα προχωρήσει έτσι η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων αλά θα τεθούν οι άσεις και για την κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών. Τέλος οι συγχωνεύσεις και η υπογεννητικότητα θα αποτελέσουν εργαλεία για να συγκεντρωποιήσουν τα σχολεία, και με την περικοπή ωρών θα μείνουν λιγότεροι εκπαιδευτικοί στο σχολείο. Έτσι θα υποβαθμιστεί η παρεχόμενη εκπαίδευση και θα φαλκιδευθεί το μορφωτικό δικαίωμα των μαθητών.

Στη συνέχεια ο Περικλής Παυλίδης: (Επίκουρος καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης) ξεκίνησε την εισήγησή του με  την παραδοχή ότι το τοπίο αλλάζει αλλά ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί οι  αλλαγές αφού υπάρχουν ακόμη λειτουργίες και δικαιώματα (όπως το δωρεάν σχολικό σύγγραμμα) που αποτελούν καταχτήσεις προηγούμενων περιόδων.

Και πράγματι στις χώρες της ΕΕ όπως και στην Βρετανία και όπου οι αλλαγές έχουν ολοκληρωθεί ο δικαίωμα στη δημόσια εκπαίδευση υπονομεύεται μέσω της απαξίωσης του εκπαιδευτικού επαγγέλματος όπου κυριαρχεί η εργασιακή επισφάλεια, τα εξοντωτικά ωράρια εργασίας και υπάρχει συμμετοχή ακόμη και σε δαπάνες.( γονείς πληρώνουν το χαρτί υγείας σύμφωνα με δημοσίευμα του Gurdian. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που προωθείται η απομνημόνευση πληροφοριών γίνεται φανερό πως αυτό που επιδιώκουν για τον απόφοιτο και εκκολαπτόμενο εργαζόμενο είναι να παράγεται ένας μισοκαταρτισμένος, ελλιπώς μορφωμένος, ευέλικτα απασχολούμενος και με τα λιγότερα κατά το δυνατόν μορφωτικά εφόδια μέλος τη;ς κοινωνίας. Το σύστημα αυτό καθρεφτίζει τον εργαζόμενο/άνθρωπο του μέλλοντος. Βλέπουμε σήμερα πως όσο περισσότερο διαχειρίζονται την εκπαίδευση προς όφελος ιδιωτικών κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων τόσο περισσότερο δεν αναπτύσσει  το μεγαλύτερο κοινωνικό κεφάλαιο που είναι ο άνθρωπος. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν οι οδηγίες και οι παρεμβάσεις υπερεθνικών οργανισμών όπως η ΕΕ (συμφωνία της Μπολώνια) ή του ΟΟΣΑ (μέσω της PISA) οι οποίοι προωθούν οδηγίες και προσαρμόζουν την εκπαίδευση στην δικτατορία της αγοράς.

Ουσιαστικά αυτό κάνουν με τις αλλαγές για  το «νέο» λύκειο. Στην αλυσίδα αυτή κρίκο αποτελεί και η αξιολόγηση η οποία πρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις αποσκοπούν στη μείωση του κόστους λειτουργίας της εκπαίδευσης και στην πειθάρχηση και έλεγχο των εκπαιδευτικών.  Όσο πιο σκληρή μάλιστα είναι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών τόσο πιο σκληρή θα είναι η αξιολόγηση (αποτυχία, διαρροή) των μαθητών. Ο ομιλητής επίσης τόνισε πως όσο πιο πολύ αξιολογούμε έχουμε τόσο λιγότερο μαθαίνουμε  γιατί στρέφουμε το ενδιαφέρον στην επίτευξη επιδόσεων και τη προβολή τους, με μια προσήλωση  σε μοντέλα  ψευδώς  μετρήσιμα / τυποποιημένα και υστεροβουλώς  συγκρίσιμα. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού που δεν υποκαθίσταται από κανέναν διαδραστικό πίνακα ή υπολογιστή είναι σημαντικός γιατί αυτός αποτελεί τον ενδιάμεσο ανάμεσα στην νέα γενιά και στο πολιτιτισμικό κεφάλαιο γνώσεων, αξιών και συμπεριφορών το οποίο θέλουμε να μεταφερθεί. Η γνώση δεν είναι έκθεση δεδομένων/πληροφοριών αλλά είναι αποτέλεσμα νοητικών λειτουργιών οι οποίες εκδηλώνονται και μορφοποιούνται μέσα στην τάξη όπου συνδέεται η καθημερινότητα με τα μάτια της ανθρωπότητας. Στην τάξη όπου ο/η δάσκαλος χρησιμοποιεί το απρόβλεπτο για να εμβαθύνει, να εξηγήσει, να διαμορφώσει κλίμα μάθησης και να δημιουργήσει κίνητρα για την απόκτηση διανοητικής κουλτούρας. Η καλλιέργεια  νοητικών δεξιοτήτων, η δημιουργικότητα, η φαντασία δεν είναι μετρήσιμα μεγέθη. Αν τυποποιηθούν και επιδιωχθεί η μέτρησή τους συρρικνώνουν  και απειλούν την μαθησιακή διαδικασία, μετατρέποντας την τάξη σε έρημο, ανούσιο για εκπαιδευτικούς και παιδιά. Γι’ αυτό και οι εκπαιδευτικοί

είναι αναγκαίοι. Όχι γιατί είναι παντοδύναμοι ( πράγμα το οποίο μας αποσπά από πολύ σημαντικές παραμέτρους όπως είναι κοινωνικοί παράγοντες στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού/μαθητή ),  αλλά γιατί οδηγούν τα παιδιά σε πεδία γνώσης μεγαλύτερα και που καμιά νέα γενιά δεν θα μπορούσε να προσεγγίσει  από μόνη της  εμπειρικά. Θα υπήρχε χάσμα ανάμεσα σ’ αυτή τη νέα γενιά  και την ιδιοποίηση   των επιτευγμάτων του πολιτισμού. Οι εκπαιδευτικοί  δεν διδάσκουν δεδομένα αλλά νοητικές ικανότητες. Και αυτό μπορεί να το κάνουν δάσκαλοι όλων των βαθμίδων εφόσον σκέφτονται. Πως αλλιώς θα μπορούσε να αναπτύξει κάποιος την ικανότητα της ανάλυσης ή της σύνθεσης ή πως θα μπορούσε κάποιος να έχει δημιουργική φαντασία αν δεν έλθει σε επαφή με ανθρώπους ( στην εκπαίδευση με εκπαιδευτικούς) που σκέφτονται, συνθέτουν αναλύουν, δημιουργούν, φαντάζονται;

Οι δάσκαλοι συμβάλουν στην κατανόηση της κοινωνικής σημασίας της γνώσης εμπνέοντας και δημιουργώντας μαθησιακά κίνητρα. Συνεπώς ο πιο ασφαλής τρόπος για να καταστρέψει κάποιος την εκπαίδευση είναι να δημιουργήσει εργασιακή αβεβαιότητα, ενοχοποίηση, οικονομική επισφάλεια, να ελέγξει και να ενοχοποιήσει τους εκπαιδευτικούς για την κατάσταση της εκπαίδευσης. Αυτό θα οδηγήσει τους εκπαιδευτικούς σε συμπεριφορές συμβατές με τον μέσο όρο, θα ους οδηγήσει στην προσποίηση, τον κομφορμισμό  και την υποκρισία. Αυτό έγινε και με την διαδικασία πιστοποίησης προσόντων αλλά και με την εκπαιδευτική καθημερινότητα όπου, αυτό που «παράγεται» είναι ποιοτικά απαράδεκτο και γίνεται μόνο για την δημιουργία ελκυστικού προφίλ σε μια απορυθμιζόμενη αγορά εργασίας. Οι διανοούμενοι (άρα και οι εκπαιδευτικοί)  υποχρεώνονται να βαδίσουν στην μέση οδό, δηλαδή της οδό της εκάστοτε (και σήμερα) κυρίαρχής ιδεολογίας αφήνοντας την έρευνα και την κριτική σκέψη κατά μέρος..

Σήμερα και στην εκπαίδευση συγκρούονται δυο λογικές. Η λογική του κεφαλαίου που βλέπει τους εργαζόμενους ως μέσο κερδοφορίας κι όχι ως αναπτυσσόμενους  ανθρώπους, ως κοινωνικά  υποκείμενα, και η  λογική του κόσμου της εργασίας που απαιτεί μόρφωση σε μια κοινωνία που θα έχει πρωταγωνιστές εργαζόμενους, υποκείμενα εργασίας και κοινωνικής ζωής. Γιατί το να εκπαιδεύεις ανθρώπους σημαίνει να τους καλλιεργείς την αφοσίωση σε μια αισιόδοξη ατομική και κοινωνική προοπτική (Μακαρένκο)

Στη συνέχεια τέθηκαν ερωτήματα και τοποθετήσεις  που αφορούσαν την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών (δεν μπορεί να υπάρξει σε αυτές τις συνθήκες πραγματική, σε όφελος της εκπαίδευσης και των μαθητών), για τον ρόλο των γονέων (που μαζί με τους εκπαιδευτικούς θα πρέπει να υπερασπιστούν τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών), για το αν όλοι μπορούν να σπουδάσουν (πως αυτό το ερώτημα το θέτουν μόνο όσοι δεν έχουν ανάγκη εργασίας ή την προορίζουν για τους άλλους).

Η εκδήλωση έκλεισε με την έκκληση της Κοινής Δράσης να ανοίξει η συζήτηση για την εκπαίδευση τόσο μεταξύ των εκπαιδευτικών συλλογικοτήτων και κυρίως στην κοινωνία με στόχο την συμπόρευση όλων εκείνων των δυνάμεων που αγωνίζονται για την  υπεράσπιση των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθρο Έκκληση σε βοήθεια για τους πλημμυροπαθείς της Αττικής
Επόμενο άρθρο Έργα πνοής διεκδικεί ο Δήμος Σοφάδων για τον αγροτικό τομέα