Ο βουλευτής κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, τ. Υφυπουργός Παιδείας στην ομιλία του στη Βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου «Αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού-καθιέρωση κανόνων αξιολόγησης και αξιοκρατίας στην εκπαίδευση και λοιπές διατάξεις» μεταξύ των άλλων επεσήμανε ότι: «το υπό συζήτηση σχέδιο-νόμου δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εκπαίδευσης και δημιουργεί επιπλέον δυσκολίες στον εκπαιδευτικό κλάδο.»
Ειδικότερα τα βασικά σημεία της ομιλίας του κ. Σπύρου Ταλιαδούρου έχουν ως εξής:
«Αρχικά, θα ήθελα να επισημάνω ότι πριν την κατάθεση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου δεν προηγήθηκε η απαραίτητη διαβούλευση με τους φορείς της εκπαίδευσης. Το σχέδιο δεν κοινοποιήθηκε καν στις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες. Με τον τρόπο όμως αυτό αιφνιδιάστηκε και αναστατώθηκε ο χώρος της εκπαίδευσης.
Επίσης, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αγνοεί το σύνολο των μέτρων τα οποία είναι αναγκαία για τη στήριξη και αναβάθμιση των εκπαιδευτικών και του έργου τους, δηλαδή την καθιέρωση ετήσιας επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών και την επιστημονική και εργασιακή αναβάθμισή τους. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η εκπαιδευτική προϋπηρεσία εξαφανίζεται μέσα σε ένα σύνολο ποικίλων μοριοδοτήσεων, δεν εισάγονται αντικειμενικά μόρια για τις αποσπάσεις ενώ οι καθηγητές Πληροφορικής ΠΕ 19-20 αποκλείονται από κάθε θέση στελέχους της εκπαίδευσης.
Ακόμη, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι κοινωνικά άδικο. Καταρχάς καταργεί τη δυνατότητα διορισμού των πολυτέκνων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3255/2004, δηλαδή με την απόκτηση του τέταρτου τέκνου τους ενώ η μοριοδότησή τους είναι ιδιαιτέρως χαμηλή. Επίσης, με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου καθιερώνεται «οδύσσεια» για τους αδιόριστους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα πρέπει να επιδίδονται σε ένα συνεχές κυνηγητό τίτλων, σπουδών, μορίων κ.α.. για να καταφέρουν να εισαχθούν με μόνιμο καθεστώς στην δημόσια εκπαίδευση. Ακόμη, δεν προσδιορίζεται πότε θα διοριστούν οι επιτυχόντες διοριστέοι εκπαιδευτικοί του γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ 2008 οι οποίοι έχουν γεννημένο δικαίωμα ενώ δεν λαμβάνεται μέριμνα για τους αδιόριστους επιτυχόντες του ΑΣΕΠ οι οποίοι έχουν συγκεντρώσει 24μηνη προϋπηρεσία.
Στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης, το παρόν νομοσχέδιο διατηρεί το βασικό μεταρρυθμιστικό έργο της Κυβέρνησης της Ν.Δ., για τον εκσυγχρονισμό και την αναμόρφωση των δημοσίων Α.Ε.Ι, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξία του, παρά το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις είχε καταψηφίσει τους σχετικούς νόμους, και επιφέρει μόνο επιμέρους αλλαγές.
Με το παρόν νομοσχέδιο καταργείται η “βάση του 10″. Η καθιέρωση της «βάσης του 10» ήταν εξαιρετικά σημαντική καθώς διασφάλιζε την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης από τα Α.Ε.Ι., με την εισαγωγή υποψηφίων που διαθέτουν ένα στοιχειώδες επίπεδο γνώσεων και μπορούν έτσι να ολοκληρώσουν μέσα στο προβλεπόμενο χρονικό διάστημα με επιτυχία τον κύκλο σπουδών τους.
Πρέπει να τονιστεί ότι η «βάση του 10» είχε τη σύμφωνη γνώμη των Πρυτάνεων, των Προέδρων ΤΕΙ και της ΟΣΕΠ ΤΕΙ. Εξάλλου ως προς τις αιτιάσεις ότι το πρόβλημα κάποιων Τμημάτων ΤΕΙ είχε επιτείνει η καθιέρωση της «βάσης του 10» πρέπει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουμε, από τους σπουδαστές που εισήγοντο στα Τμήματα με βαθμούς χαμηλότερους του 10, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που τελικά κατάφερναν να πάρουν πτυχίο.
Η «βάση του 10» αναδεικνύει τα Τμήματα αυτά και καθιστά εμφανές το πρόβλημα, έτσι ώστε να προχωρήσει η πολιτεία στα αναγκαία μέτρα (μετονομασία, αλλαγή γνωστικού αντικειμένου, συγχώνευση κ.α.) για να προσαρμοστούν τα Τμήματα αυτά στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας και να καταστούν ελκυστικά για τους υποψήφιους.
Η κατάργηση της «βάσης του 10» αποτελεί σαφώς μέτρο που υποβαθμίζει την ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης.
Συνολικά, από τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου προκύπτει ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εκπαιδευτικής κοινότητας και αντί να επιλύει προβλήματα δημιουργεί επιπλέον προσκόμματα και δυσκολίες στον εκπαιδευτικό κλάδο και σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Δυστυχώς το νομοσχέδιο αυτό σε καμία περίπτωση δεν συμβάλλει στην αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης στην χώρα μας και για τον λόγο αυτό το καταψηφίζω.»