Το Μουζάκι μέσα από το Πέρασμα των χρόνων- Η Ιστορία και οι προσωπικότητες του Δήμου Μουζακίου


Η ιστορία της περιοχής του Μουζακίου ξεκινά από την εποχή του Ομήρου. Η συνεχής ανθρώπινη παρουσία, στα ΒΔ. της Καρδίτσας και στις υπώρειες της Πίνδου, μαρτυρείται από τους αρχαίους οικισμούς, τα βυζαντινά θρησκευτικά μνημεία και κάστρα, την τοπική αρχιτεκτονική, θύμησες της μακραίωνης αυτής πορείας του τόπου.
Αρχαία εποχήΣυγγραφείς όπως ο Στράβων, ο Πτολεμαίος, ο Δίων ο Κάσσιος, ο Αππιανός, ο Πλούταρχος, ο Πλίνιος, ο Τίτος Λίβιος και ο Ιούλιος Καίσαρας, κάνουν λόγο για την αρχαία πόλη των Γόμφων («γόμφοι» = καρφιά, περόνες, πιθανόν αποδίδεται η διαμόρφωση του εδάφους της περιοχής). Η πόλη αυτή ήταν μια από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαιότητας στη Δ. Θεσσαλία. Γεωγραφικά τοποθετείται σε απόσταση 2 χλμ. ΒΔ. από τη σημερινή κωμόπολη του Μουζακίου στη θέση «Επισκοπή». Ήταν κόμβος σημαντικός και πέρασμα για τα χωριά της Αργιθέας, ενώ συνέδεε την Ήπειρο με τη Θεσσαλία. Μαζί με την Μητρόπολη και το Κιέριο ήταν οι 3 μεγαλύτερες πόλεις της περιοχής στην αρχαιότητα. Την εποχή της επέκτασης της Μακεδόνικης κυριαρχίας, η πόλη έπεσε στα χέρια του Φιλίππου Β’ και μετονομάσθηκε προς τιμήν του σε Φιλιππόπολη. Τότε ήταν μία από τις πιο εύρωστες οικονομικά πόλεις της θεσσαλικής γης, αφού ήδη από το 340 π.Χ. οι Γόμφοι έκοψαν αργυρά νομίσματα και αργότερα χάλκινα με το όνομα τους. Στα χρόνια του Β’ Μακεδονικού πολέμου (200-197 π.Χ.) η πόλη πολιορκήθηκε και κυριεύτηκε από το Βασιλιά ίων Αθαμάνων Αμύνανδρο, σύμμαχο ίων Αιτωλών και των Ρωμαίων και σφοδρό πολέμιο ίου Φιλίππου του Ε’ της Μακεδονίας. Η πόλη διέθετε ύψωμα και ισχυρότατο αμυντικό τείχος, ίσως το πιο ισχυρό όλης της Θεσσαλίας. Το 171 π.Χ. αναπτύχθηκε στην περιοχή ίων Γόμφων ο στρατός του Ρωμαίου Υπάτου Λικινίου Κράσσου, που προηγουμένως είχε διέλθει από την Ήπειρο στη Θεσσαλία διαμέσου των διαβάσεων της Πίνδου. Στα χρόνια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι Γόμφοι ενεπλάκησαν στους εμφυλίους πολέμους μεταξύ των Καίσαρα και Πομπήιου και το 48 π.Χ., ακολουθώντας την πολιτική του Κοινού των Θεσσαλών, τάχθηκαν με το μέρος του Πομπήιου με ολέθριες γι’ αυτούς συνέπειες. Αρνήθηκαν να ανοίξουν τις πύλες τους στο στρατό του Καίσαρα και εκείνος ύστερα από πολιορκία κατέλαβε και λεηλάτησε ολόκληρη την πόλη, σκοτώνοντας πολλούς Γομφείς.

Βυζαντινοί Χρόνοι

Στους χρόνους του Βυζαντίου και ειδικότερα στα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού τον 6ο αι. μΧ, η οχύρωση της πόλης ίων Γόμφων ισχυροποιήθηκε και κατά την ύστερη βυζαντινή εποχή η πόλη έγινε έδρα Επισκόπου (Προκόπιος, Περί Κτισμάτων, Δ’, 3). Η Επισκοπή Γόμφων υπαγόταν στη Μητρόπολη της Λάρισας και διατηρήθηκε μέχρι την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Πριν το 1601 συγχωνεύτηκε στην Επισκοπή Φαναριού. Στους βυζαντινούς χρόνους η πόλη ήταν τιμάριο κάποιου Σπαχή Αλβανού, του Θεόδωρου Μουζάκ. Για τα γύρω χωριά, το καθένα με τη δική του ιστορία και πορεία στο χρόνο, έχουμε ελάχιστες πληροφορίες κυρίως από θεσσαλικά χειρόγραφα (15ος-18ος αι.). Η καταστροφή του αρχειακού υλικού, δυστυχώς, εξαιτίας των ατελείωτων περιπετειών του Έθνους, υπήρξε ανεπανόρθωτη.
Τουρκοκρατία

Μοναστηριακά χειρόγραφα μαρτυρούν ότι σχεδόν ολόκληρη η περιοχή Μουζακίου στην Τουρκοκρατία ήταν τιμάριο ενός σπαχή από το Φανάρι και ανήκε στο βιλαέτι του Φαναριού. Η Βατσουνιά, το Ελληνόκαστρο, η Γελάνθη, η Κρυοπηγή, η Λαζαρίνα, το Μαυρομμάτι, το Μουζάκι, το Πευκόφυτο, η Πορτή, η Δρακότρυπα και το σημερινό Ανθοχώρι και ονομάζονται σε απογραφές της τουρκικής διοίκησης, σε προθέσεις των Μοναστηριών των Μετεώρων και σε αρχεία του Αλή Πασά ως βυζαντινοί οικισμοί. Σε ενθύμηση του 1574 γίνεται λόγος για ένα παιδομάζωμα στη Λαζαρίνα, ενώ σύμφωνα με απογραφή του 1454/55 το Μαυρομμάτι ήταν χωρισμένο σε δύο τιμάρια, ένα εκ των οποίων ανήκε στο Δούκα Μαυρομμάτη.

Απελευθέρωση

Στις αρχές του 1800 ταυτόχρονα με την υπόλοιπη Ελλάδα, γίνονταν στην περιοχή του Μουζακίου αλλά και σε ολόκληρη τη Θεσσαλία, από το Πήλιο μέχρι τα Άγραφα, προσπάθειες για απελευθέρωση. Το επαναστατικό κίνημα και τα αντάρτικα σώματα άρχισαν σιγά-σιγά να οργανώνονται. Έντονος πατριωτισμός και μίσος για τους Τούρκους ήταν τα κυρίαρχα συναισθήματα. Η Θεσσαλία, η περιοχή με τα περισσότερα επαναστατικά κινήματα στα Χρόνια της Τουρκοκρατίας, έδωσε δυναμικό παρόν στο μεγάλο ξεσηκωμό του Έθνους το 1821. Ωστόσο, παρά την ενεργό συμμετοχή της στον αγώνα, παρέμεινε σκλαβωμένη. Στη συνέχεια ακολούθησε η επανάσταση του 1854. Κάμπος και Άγραφα έγιναν ένα απέραντο πεδίο επιχειρήσεων και το Μουζάκι ένα από τα μεγαλύτερα επαναστατικά κέντρα. Οι Τούρκοι, μετά την καταστολή της εξέγερσης και προκειμένου να εκδικηθούν τους επαναστάτες χωρικούς, αποκεφάλισαν 100 χριστιανούς. Το τίμημα θεσσαλική ύπαιθρο. Η τελευταία απελευθερωτική εξέγερση της Θεσσαλίας (1877-78) και μαζί και του Μουζακίου, ολοκληρώθηκε με επιτυχία, ύστερα από πολλές περιπέτειες, συγκρούσεις με τους Τούρκους και νικηφόρες μάχες που ανάγκασαν την Υψηλή Πύλη να παραχωρήσει, με την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, τη Θεσσαλία και το Ν. Άρτας στο ελεύθερο Ελληνικό Κράτος. Το Μουζάκι προσαρτήθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα στις 10/05/1881 με τη διάσκεψη της Κωνσταντινούπολης. Το 1912 ο Δήμος διασπάσθηκε στις Κοινότητες: Μουζακίου, Μαυρομματίου, Γελάνθης, Λαζαρίνας, Βούνιστας, Βρόστιανης, Φλωρεσέων, Κερασέας, Ζερετσίου, Νευροβούνισιας, Σιάμου, Σκλάταινας, Βατσινιάς, Πορτής και Ροπωτού.

Κατοχή

Στις 8/6/1943 το ιστορικό Μουζάκι γνώρισε τη σκληρότητα των Ιταλών κατακτητών. Τα ιταλικά ασκέρια ξεκίνησαν από τα Τρίκαλα και την Καρδίτσα, προκειμένου να χτυπήσουν κάθε επαναστατική αντάρτικη αντίσταση του ΕΛΑΣ στα ορεινά της Δ, Θεσσαλίας και να σκορπίσουν τη φωτιά και τον όλεθρο στο πέρασμα τους. Η είδηση αυτή αναστάτωσε τον άμαχο πληθυσμό του Μουζακίου. Όλοι τότε φεύγουν για τα βουνά και κρύβονται στα δάση του Μουζακίου, εγκαταλείποντας στη διάθεση των κατακτητών ό,τι με κόπο και ιδρώτα είχαν δημιουργήσει στα χρόνια της ειρήνης. Το Μουζάκι, παρά την αντίσταση και την άμυνα λίγων ανταρτών, κάηκε ολοσχερώς. Από τη μανία των Ιταλών δε γλίτωσαν ούτε οι γέροντες και οι άρρωστοι, που είχαν παραμείνει στο χωριό με την ελπίδα ότι δε θα τους πειράξουν οι Ιταλοί. Σκότωσαν όσους βρήκαν μέσα στο χωριό και λεηλάτησαν τα πάντα. Η ίδια μοίρα περίμενε το χωριό Πορτή και μαζί όλα τα γύρω χωριά. Αργότερα, μετά την απελευθέρωση, μια μικρή βοήθεια και του κράτους και με την εργατικότητα των Μουζακιωτών άρχισε η ανοικοδόμηση του Μουζακίου και της γύρω περιοχής, που αναγεννήθηκε μέσα από τα ερείπια της.

Όσιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω

Γεννήθηκε στο χωριό Δρακότρυπα γύρω οία 1500 και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Μονή Αγ. Τριάδος. Στα Μετέωρα ασπάσθηκε το μοναχικό σχήμα και διακρίθηκε για την πνευματικότητά του, ενώ αργότερα έγινε ηγούμενος της Μονής Φιλόθεου στο Άγιο Όρος. Όμως. λόγω της αλλαγής που επέφερε στην τάξη της Μονής (από βουλγαρική σε ελληνική), πολλοί δυσαρεστήθηκαν. Τότε αποφάσισε να ασκητέψει στη Βέροια, όπου κατόρθωσε να οργανώσει τη μοναστική ζωή, να ανακαινίσει το ναό του Τιμίου Προδρόμου και να αναπτύξει διδακτική και φιλανθρωπική δράση. Στη συνέχεια ασκήτεψε σε σπήλαιο στον Όλυμπο, όπου κατόπιν ίδρυσε την ομώνυμη Μονή. Ο ίδιος ίδρυσε και τη Μονή Σουρβιάς στο Πήλιο. Η εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του την 23η Ιανουαρίου, ημερομηνία θανάτου του.

Καραϊσκάκης Γεώργιος (1782-1827)
Γεννήθηκε το 1782 μέσα σε σπήλαιο στο χωριό Μαυρομμάτι Καρδίτσας, κοντά στη Μονή Αγ. Γεωργίου. Ο Γ. Καραϊσκάκης πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μαυρομμάτι και στη συνέχεια έζησε λίγα χρόνια στο χωριό Γράλιστα Αγράφων. Έφτιαξε σώμα κλεφτών μόλις στα 15 του χρόνια, συνελήφθη όμως και μεταφέρθηκε στα Ιωάννινα, όπου μετά από βασανισμούς αναγκάστηκε να καταταγεί στη σωματοφυλακή του Αλή Πασά. Στη συνέχεια κατατάχθηκε στο κλέφτικο σώμα του περίφημου Κατσαντώνη, όπου διέπρεψε για την τόλμη του και αναδείχτηκε σε πρωτοπαλίκαρο. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1819. Όταν το 1820 ο Αλή Πασάς πολιορκήθηκε, με τέχνασμα ο Καραϊσκάκης απέσπασε την οικογένεια του Αλή από τα Άγραφα και διεξήγαγε νέες νικηφόρες μάχες. Στη συνέχεια οδήγησε τους άνδρες του στο Ναύπλιο και ερχόμενος σε συμφωνία με το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ζήτησε από την κυβέρνηση ικανό στράτευμα για να επιτεθεί στον Κιουταχή. Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως Ανδρ.  Ζαίμης αναγόρευσε τον Καραϊσκάκη σε Γενικό Αρχηγό της Στερεάς Ελλάδας και του παρέσχε τα μέσα που χρειαζόταν. Το 1826 ο Καραϊσκάκης αναχώρησε από το Ναύπλιο και συγκρότησε στρατόπεδο στην Ελευσίνα με 3.500 άνδρες. Πραγματοποίησε μάχες κατά του Κιουταχή, ενώ μετά από λίγους μήνες, βλέποντας ότι ήταν αδύνατη η κατά μέτωπον επίθεση, αποφάσισε να κυριαρχήσει στη Ρούμελη. Εγκατέλειψε το στρατόπεδο της Ελευσίνας και κατεύθυνε τα σώματα του σε διάφορα καίρια σημεία της Α. Στερεάς. Στο Δίστομο κατατρόπωσε τουρκικό απόσπασμα, έδωσε νικηφόρα μάχη στην Αράχωβα, κατάφερε νίκες εναντίον του Μουσταφά Μπέη, του Μεχμέτ Πασά, έφερε τον Κιουταχή σε δυσχερή θέση και τον Ιανουάριο του 1827 μετά από νικηφόρες μάχες στο Δίστομο, επέστρεψε στην Ελευσίνα τιμημένος και τροπαιούχος, καθώς είχε κατορθώσει να ελευθερώσει όλη τη Στερεά. Την 22η Απριλίου πληγώθηκε θανάσιμα στο Φάληρο και τάφηκε στη Σαλαμίνα.

Χρηστάκης Εφέντης Ζωγράφος (1820-1896)

Ο Χρηστάκης Εφέντης Ζωγράφος γεννήθηκε στο χωριό Κεστοράτι Αργυροκάστρου της Β. Ηπείρου. Γιος εμπόρου και μικροτραπεζίτη, φοίτησε σιη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων και στην Κων/πολη ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία. Εκεί εξελίχθηκε γρήγορα σ’ έναν από τους πρώτους τραπεζίτες της Κων/πολης, κατέχοντας τη θέση του ιδιαίτερου τραπεζίτη του σουλτάνου Μουράτ και συμμετέχοντας στην ίδρυση της Γενικής Εταιρείας του Οθωμανικού κράτους. Από το 1860 αναμείχθηκε ενεργά σε θέματα ίου Γένους, της Παιδείας και της Εκκλησίας και ίδρυσε σχολεία, γυμνάσια, παρθεναγωγεία και τα περίφημα Ζωγράφεια Διδασκαλεία. Αγόρασε 11 τσιφλίκια στους Ν. Καρδίτσας και Τρικάλων. Το 1877 ίδρυσε το Ορυζοποιείο Λαζαρίνας με ιταλικές εκκοκιστικές μηχανές ρυζιού και το 1894 το εργοστάσιο ζάχαρης, την πρώτη και μοναδική βιομηχανική μονάδα στα Βαλκάνια και από τεχνική άποψη και από μηχανολογικό εξοπλισμό (3.250 μηχανήματα), το τελειότερο εργοστάσιο του είδους στην Ευρώπη (450 θέσεις εργασίας). Η ίδρυση του διαμόρφωσε νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα στην περιοχή, γρήγορα όμως έκλεισε (1909) εξαιτίας της έλλειψης πρώτης ύλης. Ο Χρηστάκης Εφέντης Ζωγράφος πέθανε στο Παρίσι, έχοντας αποκτήσει με ιη σύζυγο του, Δομινίκη, πέντε παιδιά.

Δημοσθένης Ταμπάκος
Ο μεγάλος Ολυμπιονίκης της Ενόργανης Γυμναστικής, Δημοσθένης Ταμπάκος κατάγεται από την Δρακότρυπα του Δήμου Μουζακίου. Γεννήθηκε το 1976 στη Θεσσαλονίκη. Ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με την ενόργανη γυμναστική και ειδικότερα με τους κρίκους. Η αθλητική του καριέρα ξεκίνησε ίο 1992, όταν αναδείχθηκε 1ος στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και 1ος στους Βαλκανικούς Αγώνες. Κατέκτησε πολλές φορές την 1η θέση σια Πανελλήνια Πρωταθλήματα, σε Μεσογειακούς Αγώνες, σε Ευρωπαϊκά και Παγκόσμια Πρωταθλήματα. Το 2000 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, ανέβηκε στο βάθρο των νικητών, κατακτώντας το αργυρό μετάλλιο. Οι επιτυχίες του στους κρίκους δεν σταμάτησαν εκεί, αλλά συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια, πιστοποιώντας την παγκόσμια κλάση του. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2003 κατέκτησε την 1η θέση. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους κρίκους. Οι συνεχείς αυτές διακρίσεις σε μεγάλες διοργανώσεις τον κατατάσσουν σ’ έναν από τους κορυφαίους αθλητές του κόσμου στο αγώνισμα αυτό. Μάλιστα υπάρχει άσκηση στην οποία έχει δώσει το όνομα του.

Προηγούμενο άρθρο Χρ. Τέγος: Θα μπουν και άλλοι σε δικαστικές περιπέτειες
Επόμενο άρθρο Η τιμολογιακη πολιτικη της Ε.Π.Α. θεσσαλιας παραμενει αμεταβλητη