Χαλάτση Αργυρώ, μέλος της ΝΕ Καρδίτσας του ΚΚΕ
Ένα ηχηρό χαστούκι δέχτηκε την περασμένη Τετάρτη η πολύχρονη προσπάθεια της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑ.Ο.Σ. να συκοφαντήσουν το ΚΚΕ, λέγοντας ψέματα ότι το Κόμμα συμμετέχει στη μετοχική σύνθεση της εταιρείας «Γερμανός». Η προβοκάτσια, την οποία συνέδραμε το σύνολο των αστικών ΜΜΕ, αλλά και η ΝΔ με τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, κατέρρευσε πλήρως από την ομολογία του καθ’ ύλην αρμόδιου πρώην υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών του ΠΑΣΟΚ. Καταθέτοντας στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής για το σκάνδαλο «Ζήμενς», ο Χρ. Βερελής ομολόγησε ότι όταν ρωτήθηκε «μετ’ επιτάσεως» από τον αρμόδιο ανακριτή που ερευνά την πώληση της «Γερμανός» στην «Cosmote» για τυχόν σχέσεις του ΚΚΕ με το μετοχολόγιο της «Γερμανός», απάντησε κατηγορηματικά ότι «δεν έχω διαπιστώσει τίποτα τέτοιο».
Η ομολογία Βερελή έρχεται να ενισχύσει τις αλλεπάλληλες στοιχειοθετημένες διαψεύσεις που από το 2006 δημοσιοποιεί το ΚΚΕ, καταγγέλλοντας την άθλια προβοκάτσια σε βάρος του, τους πολιτικούς εμπνευστές και τους εκτελεστές της. Η ομολογία Βερελή, μάλιστα, έχει διπλή αξία, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο ανακριτής «μετ’ επιτάσεως» αναζητούσε να στοιχειοθετήσει σχέσεις ανάμεσα στο ΚΚΕ και στην εταιρεία, προκαλώντας ερωτήματα για τις προθέσεις της κυβέρνησης και της Δικαιοσύνης σε μια τέτοια σοβαρή υπόθεση.
Σε κάθε περίπτωση, οι εργαζόμενοι και ο λαός πρέπει να προβληματιστούν σοβαρά από την εξέλιξη και αυτής της προβοκάτσιας, τον τρόπο με τον οποίο φυλλορροεί πλήρως τρία σχεδόν χρόνια μετά την κατασκευή της. Τα ψέματα των αστικών κομμάτων σε βάρος του ΚΚΕ, με δύναμη κρούσης το σοσιαλδημοκρατικό ΠΑΣΟΚ και τον φιλοχουντικό – φιλοβασιλικό ΛΑ.Ο.Σ., με τη συνδρομή των άλλων αστικών κομμάτων και των ΜΜΕ του κεφαλαίου, στόχο έχουν να συκοφαντήσουν το ΚΚΕ και να το αδυνατίσουν, σε μια περίοδο που οι εργαζόμενοι και ο λαός έχουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά ανάγκη από ένα ισχυρό ΚΚΕ, αδιαπραγμάτευτο στη στρατηγική και αυτοτελές στη δράση του.
Το γεγονός ότι στην κατασκευή και την αναπαραγωγή της προβοκάτσιας συμμετείχαν όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα και τα ΜΜΕ των μεγαλοεφοπλιστών και μεγαλοεργολάβων δείχνει ότι το ΚΚΕ αποτελεί τον πραγματικό αντίπαλο του αστικού πολιτικού συστήματος και της στρατηγικής που αυτό υπηρετεί. Το συμπέρασμα αυτό είναι ιδιαίτερα διδακτικό σήμερα που η αντιλαϊκή πολιτική οξύνεται, στοχοποιώντας τα εναπομείναντα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα, τους εργατικούς αγώνες και την πολιτική πρωτοπορία τους.
Καθόλου τυχαία, οι προβοκάτσιες σε βάρος του Κόμματος έρχονται και επανέρχονται με κάθε ευκαιρία, έχοντας στο επίκεντρο τα οικονομικά του ΚΚΕ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν τα αστικά κόμματα και τα ΜΜΕ την αντίδραση του ΚΚΕ στο προωθούμενο νομοσχέδιο για την ενίσχυση των υποψηφίων στις επικείμενες τοπικές εκλογές. Το νομοσχέδιο, μεταξύ άλλων, απαγορεύει την απευθείας ενίσχυση του υποψηφίου από ένα κόμμα και προβλέπει ότι η οποιαδήποτε ενίσχυση πρέπει να καταβάλλεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού.
Ευθεία συνέπεια του προωθούμενου νόμου είναι να αποκλείονται από την υποψηφιότητά τους στις εκλογές άνθρωποι των λαϊκών στρωμάτων, οι οποίοι αποτελούν και τη συντριπτική πλειοψηφία των υποψηφίων που στηρίζει το ΚΚΕ, ενώ οι τράπεζες αναλαμβάνουν να φακελώνουν τον οποιοδήποτε επιχειρήσει από το υστέρημά του να συνδράμει οικονομικά ένα αγωνιστικό συνδυασμό. Τον ίδιο σκοπό της αποκοπής του ΚΚΕ από τις πλατιές λαϊκές μάζες και την οικονομική συνεισφορά τους στο Κόμμα υπηρετεί και η απαγόρευση των κουπονιών που προωθεί ο νόμος.
Το ΚΚΕ δήλωσε από την πρώτη στιγμή ότι δεν πρόκειται να αποδεχτεί οποιονδήποτε περιορισμό στην πολιτική του επαφή με το λαό, στοιχείο της οποίας είναι και η οικονομική δουλειά με το κουπόνι. Πολύ περισσότερο, ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει σε οποιονδήποτε μηχανισμό με τον οποίο το κράτος και οι υπηρεσίες του θα επιχειρήσουν να βάλουν στο χέρι τα ονόματα των χιλιάδων που ενισχύουν από το υστέρημά τους το Κόμμα.
Η ξεκάθαρη αυτή θέση του ΚΚΕ αναζωπύρωσε την επίθεση στο Κόμμα από εκείνους που κόπτονται δήθεν για τη «διαφάνεια», την επιδιώκουν όμως μόνο όταν πρόκειται να υπηρετηθούν τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας. Γιατί η διαφάνεια ενός κόμματος είναι πρώτα και κύρια η διαφάνεια της πολιτικής τους. Και κανένα από τα κόμματα που έχουν σαν διακηρυγμένο στόχο να κάνουν τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους, περνώντας από φωτιά και σίδερο τα αντιλαϊκά τους μέτρα, δεν μπορεί να ομνύει δήθεν στη διαφάνεια, με δεδομένο ότι η πολιτική του υπηρετεί ένα σύστημα σάπιο μέχρι το μεδούλι. Ένα σύστημα που θρέφει και θρέφεται από τη διαπλοκή των μονοπωλίων με τα κόμματά τους, την οποία μάλιστα το αστικό πολιτικό σύστημα δε διστάζει μέχρι και να τη νομιμοποιήσει.
Για παράδειγμα, στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο ο κάθε επιχειρηματίας δικαιούται να χρηματοδοτήσει έναν εκλογικό συνδυασμό, αρκεί να το κάνει μέσα από την τράπεζα! Τι συμφέρον έχει όμως ένας επιχειρηματίας να ποντάρει οικονομικά σε ένα από τα κόμματα που διεκδικούν τις περισσότερες και μεγαλύτερες διοικητικές περιφέρειες, πέρα από το να προσδοκά οικονομικά ανταλλάγματα μετά την εκλογή τους;
Επομένως, το πρόβλημά τους δεν είναι ότι οι επιχειρηματίες «επενδύουν» οικονομικά στα κόμματα εξουσίας, αλλά αν αυτό θα γίνεται με διαφάνεια ή όχι. Ακόμα κι εδώ όμως η δουλειά μπάζει, αφού είναι ανόητο να πιστεύει κανείς ότι οι μεγάλοι πολυεθνικοί όμιλοι και τα κόμματά τους δε θα βρουν τρόπο να κάνουν στο σκοτάδι τις κολεγιές τους.
Τι επιδιώκουν; Κόμματα κρατικοδίαιτα, που θα ενισχύονται με προϋποθέσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι προϋποθέσεις αυτές αργά ή γρήγορα θα πάρουν τη μορφή ωμής επέμβασης στο πρόγραμμα και τη στρατηγική των κομμάτων. Παράλληλα, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα παίζουν το ρόλο του επίσημου χορηγού ζητώντας ανταλλάγματα, και μάλιστα με το γράμμα του νόμου! Το ΚΚΕ δεν πρόκειται να τους κάνει τη χάρη. Αιμοδότης του Κόμματος είναι και παραμένει ο λαός. Σ’ αυτόν μόνο λογοδοτεί, για το δικό του δίκιο παλεύει, τη δικιά του μόνο γνώμη λογαριάζει.