Για την υπεύθυνη και συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος των κλειστών ημιυπαίθριων χώρων μίλησε στη Βουλή την Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010 η Βουλευτής του Ν. Καρδίτσας Μαρία Θεοχάρη στο πλαίσιο της συζήτησης του σχετικού νομοσχεδίου.
Στην ομιλία της, η Βουλευτής αναφέρθηκε στο φαινόμενο των ημιυπαίθριων χώρων, που άρχισε με στόχο την βελτίωση της ποιότητας ζωής όλων όσων διαμένουν σε διαμερίσματα-«κλουβιά». Το σκεπτικό του κανονισμού ήταν ότι, μέσω των ημιυπαίθριων χώρων, οι ένοικοι θα μπορούσαν να απολαμβάνουν τον φυσικό χώρο και το ευνοϊκό κλίμα της χώρας μας και να έρχονται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον.
Δυστυχώς, ο κανονισμός αυτός καταστρατηγήθηκε, και αντί να οδηγήσει στην βελτίωση των όρων διαβίωσης των κατοίκων των μεγαλουπόλεων, είχε τα αντίθετα αποτελέσματα: την αυθαιρεσία εις βάρος του περιβάλλοντος. Γύρω μας είναι αμέτρητοι οι ημιυπαίθριοι χώροι που έχουν μετατραπεί σε κλειστούς, κάτι που είναι όχι μόνο αντιαισθητικό, αλλά και απόλυτα παράνομο, καταλήγοντας να χάνεται το νόημα ύπαρξης του ημιυπαίθριου χώρου, αφού δεν επιτελεί τον αρχικό σκοπό του, αλλά μετατρέπεται σε δωμάτιο του εκάστοτε διαμερίσματος.
Δεν χωράει αμφιβολία στο ότι αυτή η παράνομη μετατροπή αποτελεί αυθαίρετη κατασκευή: από την στιγμή που ο παράνομα κλειστός χώρος, που πριν ήταν ημιυπαίθριος, προστίθεται στο διαμέρισμα, αμέσως αυξάνεται η επιφάνεια του διαμερίσματος, και στην ουσία αλλάζει ο συντελεστής δόμησης.
Βάσει της πάγιας νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η αύξηση του συντελεστή δόμησης συνεπάγεται χειροτέρευση των όρων διαβίωσης των πολιτών και συνεπώς έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 24 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Επομένως η διατήρηση του αυθαιρέτου, είτε πρόκειται για εξαίρεση από την κατεδάφιση, είτε για «τακτοποίηση», όπως προτιμά να την ονομάζει η προηγούμενη κυβέρνηση, είναι αντίθετη με το Σύνταγμα και τις σχετικές πολεοδομικές διατάξεις.
Όπως υπογράμμισε η Μαρία Θεοχάρη, καθήκον της Πολιτείας είναι να προστατεύει την περιουσία των πολιτών, να προασπίζει τα αγαθά που αποκτήθηκαν με νόμιμο, και όχι παράνομο και αυθαίρετο τρόπο. Να εξασφαλίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών στον νόμο και την έννομη τάξη, προκειμένου να εγγυάται την αποτελεσματική λειτουργία του κράτους. Να προασπίζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας, που απειλείται όταν εκείνοι που σέβονται και τηρούν τους νόμους και τους κανόνες, τους όρους δόμησης στην προκειμένη περίπτωση, τίθενται σε μειονεκτική θέση έναντι των παραβατών.
Έχουμε υποχρέωση να πατάσσουμε την αυθαίρετη δόμηση, όχι να την επιβραβεύουμε. Για να γίνει αυτό χρειάζεται πολιτική βούληση, κάτι που σαφώς έλλειπε από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, που αντί να καταπολεμήσει το πρόβλημα στη ρίζα του, το κουκούλωνε με πρόχειρα εισπρακτικά μέτρα. Με την ρύθμιση για την νομιμοποίηση των αυθαιρέτων, μετέτρεπε την ανικανότητά της σε κερδοφόρο επιχείρηση, αδιαφορώντας τόσο για την ποιότητα ζωής των Ελλήνων όσο και για την προστασία του περιβάλλοντος. Στην ουσία, με τη ρύθμιση αυτή, ενθάρρυνε τους πολίτες να παρανομούν, καθώς η παραβατικότητα αντί να τιμωρηθεί, επιβραβευόταν, και μάλιστα με ψευδή ‘τακτοποίηση’, διατηρώντας την αυθαιρεσία.
Εμείς, ως κυβέρνηση, δεν διστάζουμε να δυσαρεστήσουμε εκείνους που έσπευσαν να εκμεταλλευθούν την ρύθμιση αυτήν της Νέας Δημοκρατίας, και να αναστείλουμε την εφαρμογή της. Επρόκειτο για αποσπασματική και όχι βιώσιμη λύση, που επέτεινε το πρόβλημα αντί να το επιλύει.
Βασικό σημείο της πολιτικής που θα ακολουθήσουμε στο θέμα αυτό θα πρέπει να είναι η εξάλειψη του φαινομένου από εδώ και στο εξής, χωρίς πρόχειρες λύσεις, αλλά με μία υπεύθυνη, συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος, και ελπίζουμε ότι σε αυτήν μας την προσπάθεια θα βρούμε συμμάχους όλους τους Έλληνες.