Τοποθέτηση της Μ. Θεοχάρη για το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα


 «Πολλές φορές σε αυτήν την Αίθουσα πολλοί από εμάς, θέλοντας να αναδείξουμε τη χρησιμότητα ενός νομοσχεδίου, επιχειρηματολογούμε, θέλοντας να τονίσουμε το κρίσιμο του θέματος.

 Στην προκειμένη, όμως, περίπτωση, τα λόγια είναι λίγα για να αποτυπώσουμε την κρισιμότητα της έγκρισης του συγκεκριμένου Προγράμματος, του λεγόμενου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Και είναι λίγα, διότι μιλάμε για τη βιωσιμότητα της χώρας μας ως οικονομίας, ως κοινωνίας και εν τέλει ως δημοκρατίας.

 

Δεν υπάρχει κανένας σε αυτήν την Αίθουσα ή έξω από αυτήν, στην κοινωνία, που να πιστεύει ότι η παρούσα Κυβέρνηση, που έχει ακόμα νωπή εντολή, θέλει να ασκήσει σαδιστική πολιτική, θέλει να τιμωρήσει τους πολίτες, θέλει να τους υποβάλλει σε καθημερινά μαρτύρια. Έχει πλήρη συναίσθηση του τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία. Έχει πλήρη συναίσθηση του πώς βιώνει την καθημερινότητα ο άνεργος, ο συνταξιούχος που δεν έχει άλλο εισόδημα, ο μισθωτός εργαζόμενος, ο αγρότης, ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας, ο νέος.

Ακριβώς επειδή έχει συναίσθηση όλης αυτής της κατάστασης και επειδή σε αυτήν την Κυβέρνηση έλαχε ο κλήρος να πάρει αυτές τις δυσβάσταχτες και επώδυνες αποφάσεις, έρχεται σήμερα σε αυτήν την Αίθουσα και ζητά τη στήριξη ενός Προγράμματος που σκοπό έχει οι θυσίες και οι κόποι του Έλληνα πολίτη να πιάσουν τόπο και τελικά αυτή η αποστολή να είναι προς όφελος του ελληνικού λαού και της σωτηρίας της χώρας.

Πώς φθάσαμε ως εδώ; Σίγουρα δεν είναι της παρούσης να παρελθοντολογούμε κάνοντας επιμερισμό ευθυνών εκατέρωθεν. Σίγουρα οι ευθύνες είναι διαχρονικές. Όμως, δεν μπορούμε να μην τονίσουμε και να μην υπενθυμίσουμε πόσο ήταν το χρέος και το έλλειμμα, όταν αναλάβαμε τις τύχες της χώρας μετά την καταστροφική επανίδρυση του κράτους από τη Νέα Δημοκρατία. Δεν μπορούμε να μην υπενθυμίσουμε ότι μέσα σε δύο χρόνια το χρέος διπλασιάστηκε, φθάνοντας το 135% του ΑΕΠ, δηλαδή 300 δισεκατομμύρια ευρώ, και το έλλειμμα στο 15,5%, αυξημένο κατά 36 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι δαπάνες υπερέβαιναν κατά πολύ των εσόδων.

Φθάσαμε στο σημείο να μην μπορούμε να ανταποκριθούμε στις βασικές μας ανάγκες, αυτές της καταβολής των μισθών και των συντάξεων, να μην μπορούμε να εξυπηρετήσουμε τις ανάγκες λειτουργίας των νοσοκομείων και των σχολείων.

Τι έπρεπε να κάνουμε; Να αφήσουμε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού και της χρεοκοπίας; Μια υπεύθυνη κυβέρνηση ποιο δρόμο επιλέγει, την καταστροφή ή τη σωτηρία; Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επέλεξε το δύσκολο δρόμο της σωτηρίας της χώρας, δρόμο με τεράστιο πολιτικό κόστος – νομίζω, όμως, ότι ήταν το τελευταίο που θα έπρεπε να μας απασχολεί. Άλλωστε, αυτό θα πει υπευθυνότητα.

Με την επιμονή του Πρωθυπουργού δημιουργήθηκε o μηχανισμός στήριξης στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μας χρηματοδότησε με το ποσό των 110 δισεκατομμυρίων. Βεβαίως, αναγκαστήκαμε να πάρουμε οριζόντια μέτρα με περικοπές μισθών και συντάξεων. Όμως, όπως ήταν διαμορφωμένες οι συνθήκες, καλύτερα ο περικομμένος κατά τι μισθός και σύνταξη παρά καθόλου μισθός και σύνταξη με όλες τις συνέπειες για κάθε νοικοκυριό.

Ταυτόχρονα, ξεκινήσαμε τις προσπάθειες της υλοποίησης των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών που έχουν να κάνουν με το παραγωγικό μας πρότυπο, τη μορφή του κράτους και της διοίκησης, τον περιορισμό της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής και την πάταξη της γραφειοκρατίας. Σίγουρα, ο αγώνας για την πάταξη της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας είναι δύσκολος, διότι χρειάζονται αξιόπιστοι μηχανισμοί και μία ευέλικτη δημόσια διοίκηση.

Όμως, αν θέλουμε να υπάρχει ισορροπία και δικαιοσύνη στα μέτρα, θα πρέπει να γίνει διεύρυνση της φορολογικής βάσης και να συμμετέχουν στα βάρη και οι έχοντες και όχι μόνο τα συνήθη υποζύγια και οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Γι’ αυτό, λοιπόν, με την πρώτη ευκαιρία θα πρέπει να αποκατασταθούν οι όποιες αδικίες έχουν γίνει σ’ αυτές τις ομάδες.

Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που συζητάμε είναι ένα σχέδιο εθνικής στρατηγικής που εκτός από το βασικό στόχο, που είναι η δημοσιονομική εξυγίανση, θα πρέπει να εξυπηρετεί και δύο άλλους βασικούς πυλώνες, που είναι η ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή. Αν δεν ανοίξει ο κύκλος της ανάπτυξης, η ύφεση θα βαθαίνει και δεν θα υπάρχει η δυνατότητα χρηματοδότησης και βιωσιμότητας του χρέους. Άρα, οι κόποι και οι θυσίες του λαού θα πάνε χαμένες.

Αυτό το αντιλήφθηκαν και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και γι’ αυτό προσανατολίζονται στην αποδέσμευση σημαντικών κονδυλίων του ΕΣΠΑ, χωρίς εθνική συμμετοχή, για να μπορέσει έτσι να επανεκκινηθεί η πραγματική οικονομία που θα βοηθήσει να παραχθούν πρωτογενή πλεονάσματα.

Ψηφίζω, λοιπόν, το Μεσοπρόθεσμο έχοντας πλήρη συναίσθηση της ευθύνης που μου αναλογεί, διότι θέλω η χώρα μου να λάβει την πέμπτη δόση του δανείου, γιατί θέλω η χώρα μου να έχει αύριο!

Σίγουρα, η απόφαση είναι δύσκολη και βαριά, γιατί πράγματι κουβαλάμε την πέτρα του Σίσυφου. Όμως, αναλογιζόμενη τις επιπτώσεις στα ελληνικά νοικοκυριά, αν δεν λάβουμε τις επόμενες δόσεις του δανείου, θεωρώ ότι επιτελώ ένα πατριωτικό καθήκον απέναντι στους πολίτες που με έστειλαν στην ελληνική Βουλή. Δεν παραχωρώ σε κανέναν το δικαίωμα να ισχυρίζεται ότι είναι πιο πατριώτης, πιο Έλληνας ή πιο ευαίσθητος από εμένα και τους άλλους συναδέλφους μου που δίνουν θετική ψήφο στο Μεσοπρόθεσμο. Εξάλλου δεν το επιτρέπουν οι κοινωνικές μου καταβολές, διότι προερχόμενη από αγροτική οικογένεια, μπορώ να αντιληφθώ τις δυσκολίες που βιώνει η μέση ελληνική οικογένεια.

Εκείνοι που μας εγκαλούν ότι υποθηκεύουμε το μέλλον της χώρας, ας μας πουν ακριβώς τη συνταγή που περιέχει ποσά, ρεαλισμό και όχι φθηνό λαϊκισμό. Ας μας πουν πού θα βρεθούν τα χρήματα από τον Ιούλιο και μετά, για να καλύψουμε τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις μας, τους μισθούς και τις συντάξεις. Ας μας πουν πώς θα αντιμετωπίσουμε τη στάση πληρωμών που ουσιαστικά σημαίνει χρεωκοπία. Οι μαγικές λύσεις που προτείνονται δεν υπάρχουν. Θέλουμε συγκεκριμένες προτάσεις που να συνθέτουν τη λύση του προβλήματος και την επιβίωση της χώρας.

Θα ήταν πιο εύκολα τα πράγματα, αν υπήρχε εθνική συστράτευση και εθνική συναίνεση. Όμως, από τη στιγμή που δεν παρέχεται αυτή η συναίνεση, πρέπει να προχωρήσουμε και θα προχωρήσουμε μαζί με τους πολίτες, γιατί αυτό επιτάσσει το εθνικό και πολιτικό μας χρέος απέναντι στη χώρα, την ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα τη νέα γενιά. Κάνουμε το καθήκον μας, εδραιώνοντας ένα σταθερό μέλλον για τη χώρα.

Για όλους αυτούς τους λόγους ψηφίζω το Μεσοπρόθεσμο.»

Προηγούμενο άρθρο Επιτυχημένη εκδήλωση στο Αγναντερό
Επόμενο άρθρο Ολοκληρώθηκε με επιτυχία η «Γιορτή Βιβλίου, Τέχνης & Πολιτισμού» Καρδίτσας