Τοποθέτηση Μ. Θεοχάρη στο σχέδιο νόμου «Διάθεση γεωργικών φαρμάκων στην Αγορά, ορθολογική χρήση αυτών και συναφείς διατάξεις»


Η χρήση των γεωργικών φαρμάκων αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη πτυχή της αγροτικής πολιτικής και αυτό γιατί πέρα από την ποιότητα της φυτικής παραγωγής, που έχει πρωτεύουσα σημασία, εάν θέλουμε έναν πρωτογενή τομέα ανεπτυγμένο και ανταγωνιστικό, παράγοντας προϊόντα ταυτισμένα με την ποιότητα και την αξία, άπτεται και άλλων καίριων παραγόντων που πρέπει να συνυπολογίζονται, όπως η υγεία των παραγωγών και των καταναλωτών, η προστασία ου περιβάλλοντος και ιδιαίτερα των υδάτινων πόρων, αλλά και το γεγονός ότι η χρήση φυτοφαρμάκων είναι ιδιαίτερα κοστοβόρα για τους παραγωγούς, κάτι που συρρικνώνει κι άλλο το ήδη συρρικνωμένο εισόδημά τους.

 

Τα τελευταία τριάντα χρόνια εξέλειπε από τη χώρα μας ένα σαφές νομοθετικό πλαίσιο σε ό,τι αφορά τα γεωργικά φάρμακα και τη θεσμοθέτηση διάθεσής τους στην αγορά. Οι συνέπειες της έλλειψης των απαραίτητων ελέγχων ή της αλόγιστης χρήσης φυτοφαρμάκων μπορεί να είναι τραγικές τόσο για την υγεία, όσο και για την ανάδειξη ενός ανταγωνιστικού, εξωστρεφούς και ποιοτικού αγροτοδιατροφικού μοντέλου. Γι’ αυτό, λοιπόν, είναι καθοριστικής σημασίας το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα, που έρχεται να συμπληρώσει τις άλλες νομοθετικές πρωτοβουλίες του Υπουργείου και να συνθέσει ένα πλέγμα κανόνων που θα αναδείξουν ένα νέο μοντέλο, μια άλλη εικόνα της ελληνικής γεωργίας.

 

Το νομοσχέδιο επιτυγχάνει δύο βασικούς στόχους. Καταρχάς, εναρμονίζει το εθνικό δίκαιο με το κοινοτικό ενσωματώνοντας στην εθνική μας νομοθεσία δύο ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και μία Οδηγία και θεσπίζει συμπληρωματικά εθνικά μέτρα που εξυπηρετούν το δεύτερο στόχο, που είναι η ορθολογική χρήση των φυτοφαρμάκων.

 

Σε ό,τι αφορά την ενσωμάτωση, έχοντας ως βάση την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία, που είναι αναλυτική και λεπτομερέστατη, έχουμε ένα σώμα από εγκεκριμένα φυτοφάρμακα και προϊόντα που ελέγχονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όσον αφορά, τώρα, το εθνικό πλαίσιο, με το νόμο αυτό διευθετούνται τρεις πτυχές της διαδικασίας: Ποιος αποφασίζει για το φυτοφάρμακο, ποιος είναι υπεύθυνος για τη διακίνησή του και ποιος ελέγχει τα αποτελέσματα της εφαρμογής του.

 

Όσοι έχουν γνώση της παραγωγικής διαδικασίας αντιλαμβάνονται πόσο δύσκολη και πολυσύνθετη είναι η θεσμοθέτησή της σε ό,τι αφορά τα φυτοφάρμακα. Από την άλλη πλευρά, έχουμε να κάνουμε με φάρμακα και δραστικές ουσίες που απαιτούν πολύ συγκεκριμένες γνώσεις. Μιλάμε για έναν τομέα που διαρκώς εξελίσσεται με τη βοήθεια της τεχνολογίας και επομένως η συνεχής κατάρτιση είναι απαραίτητη ακόμα και για τους ειδικούς επιστήμονες. Από την άλλη, πρόκειται για ένα χώρο με τεράστια μονοπωλιακή συγκέντρωση, ακόμη μεγαλύτερη από ό,τι συμβαίνει στα ανθρώπινα φάρμακα, επομένως τα μεγέθη, αλλά και τα συμφέροντα είναι τεράστια.

Η προσπάθεια που γίνεται, λοιπόν, με το νομοσχέδιο είναι να σπάσουμε τη διαδικασία των εγκρίσεων για τα φάρμακα σε τρία επίπεδα. Την αξιολόγηση θα τη διενεργεί το Μπενάκειο Ίδρυμα, που είναι καθαρά επιστημονικός φορέας και έχει την τεχνογνωσία και την υποδομή. Η απόφαση θα λαμβάνεται από την αρμόδια Συντονιστική Εθνική Αρχή που είναι υπηρεσία του Υπουργείου. Τις όποιες ενστάσεις θα τις διαχειρίζεται η Επιστημονική Επιτροπή που ουσιαστικά προέρχεται από τα πανεπιστήμια.

 

Πάμε τώρα στη διακίνηση. Η πρώτη τομή που εισάγει το νομοσχέδιο είναι η πρόβλεψη για μια μεγάλη διαβούλευση στην οποία θα συμμετέχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς προκειμένου να διαμορφωθεί ένα εθνικό σχέδιο δράσης που στη συνέχεια θα έρθει στη Βουλή, όπου θα συζητιέται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.  

 

Η δεύτερη τομή έχει να κάνει με την κατάρτιση και την οργάνωση προγραμμάτων ελέγχου για τη διασφάλιση της υγείας των γεωργών, των καταναλωτών και του περιβάλλοντος.

 

Η τρίτη τομή είναι η ηλεκτρονική καταγραφή που θα γίνει κατά το πρότυπο της λίστας φαρμάκων και που όταν ολοκληρωθεί, θα μας δίνει τη δυνατότητα να ελέγχουμε την ποσότητα και τη δοσολογία των φαρμάκων. Θα αποτελέσει, δηλαδή, μια λεπτομερή βάση δεδομένων που θα μας δίνει στατιστικά στοιχεία, για να μπορούμε με βάση αυτά να σχεδιάζουμε και να ασκούμε πολιτικές. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε στη διάθεσή μας αρκετά στοιχεία, προκειμένου να γνωρίζουμε πού, πώς και πότε έχουμε κανονική ή υπερβολική χρήση των φυτοφαρμάκων.

 

Στη χώρα μας, δυστυχώς, υπάρχει πρόβλημα υπερβολικών ψεκασμών, λόγω έλλειψης κατάρτισης των παραγωγών, με αποτέλεσμα, αντί να λύνεται το πρόβλημα, να επιτείνεται. Οι υπερβολικοί ψεκασμοί ενέχουν τον κίνδυνο καταστροφής του εδάφους και των υδάτινων πόρων με ό,τι αυτό συνεπάγεται, αλλά και δημιουργίας υπολειμμάτων που απειλούν την υγεία, όχι μόνο του παραγωγού, αλλά και του καταναλωτή.

 

Στόχος μας, λοιπόν, θα πρέπει να είναι με βάση τα στοιχεία που θα συγκεντρώνουμε, να παρέχουμε τη σωστή ενημέρωση, έτσι ώστε να διαμορφώσουμε μία πολιτική που θα ακολουθεί τη λογική των μειωμένων φαρμάκων, λιπασμάτων, νερού και ενέργειας, προκειμένου να έχουμε καλύτερα και ποιοτικά προϊόντα.

 

Για τους ελέγχους και τις κυρώσεις, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν τρεις παραμέτρους: Καταρχάς, τον έλεγχο τήρησης των όρων για τις άδειες. Δεύτερον, τον έλεγχο ορθολογικής χρήσης των φαρμάκων και τρίτον, τον έλεγχο των υπολειμμάτων. Το νομοσχέδιο αποσαφηνίζει πλήρως τις αρμοδιότητες των αρχών και τις κυρώσεις σε περιπτώσεις παραβάσεων εισάγοντας ένα αποτρεπτικό και αναλογικό σύστημα κυρώσεων.

 

Ένα σημείο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ είναι η διάταξη που αφορά τη διαχείριση των κενών συσκευασίας και του εναπομείναντος προϊόντος. Όσοι είμαστε από την περιφέρεια και ιδιαίτερα από τη Θεσσαλία, γνωρίζουμε το φαινόμενο της αλόγιστης εναπόθεσης συσκευασιών φυτοφαρμάκων. Πιστεύω ότι πρέπει να κατατεθεί μία σαφής πρόταση για τη διαδικασία χειρισμού των  υλικών συσκευασίας. Πρόκειται για συσκευασίες που περιέχουν ουσίες επικίνδυνες για τη δημόσια υγεία και επομένως, ορίζοντας στο άρθρο 27 ότι αυτές θα τις διαχειρίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για τα απόβλητα, δημιουργείται πρόβλημα. Και τίθεται το ερώτημα: Ποιον θα επιβαρύνει η διαχείρισή τους; Βεβαίως, όχι τους παραγωγούς. Θα επιβαρύνει τους δήμους ή μήπως τις βιομηχανίες; Είναι ένα ζήτημα που απασχολεί πολύ τους αγρότες και πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε.

 

Θεωρώ ότι το νομοσχέδιο αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τον εξορθολογισμό της χρήσης και διακίνησης των γεωργικών φαρμάκων. Πέρα απ’ όσα θεσπίσει σε σχέση με την αδειοδότηση, τους ελέγχους και τη διακίνηση στην αγορά, πιστεύω ότι το βασικότερο ίσως σημείο, είναι η κατάρτιση των παραγωγών.

 

Δεν αρκεί, όμως, μόνο η πληροφόρηση για το στενό πεδίο γνώσης που αφορά τα φυτοφάρμακα. Πρέπει να ενημερωθούν οι αγρότες μας ότι υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές μορφές καλλιέργειας, που δεν απαιτούν μεγάλη χρήση φυτοφαρμάκων. Πρέπει να ενημερωθούν για τις καταστροφικές συνέπειες που έχει η αλόγιστη χρήση φαρμάκων στην υγεία των ίδιων, αλλά και στη δημόσια υγεία και στο περιβάλλον.

 

Ο Έλληνας αγρότης αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό κεφάλαιο για τη χώρα και την ανάπτυξη της οικονομίας μας, ιδιαίτερα αυτήν την κρίσιμη περίοδο που διανύει η χώρα. Είναι, λοιπόν, καθήκον μας να τον προστατεύσουμε και να του παρέχουμε τα εφόδια, ώστε να ασκεί το επάγγελμά του με τρόπο ορθολογικό και σύγχρονο. Αυτός είναι και ο στόχος του νομοσχεδίου που συζητάμε σήμερα και γι’ αυτό και το υπερψηφίζω.

 

Προηγούμενο άρθρο Με δυο ταινίες συνεχίζονται οι προβολές στο δημοτικό κινηματοθέατρο Καρδίτσας
Επόμενο άρθρο Δεν πλήρωσαν χαράτσι 500 νοικοκυριά στο δήμο Παλαμά