Ο Βουλευτής και τ. Υφυπουργός Παιδείας κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, ως Εισηγητής του νομοσχεδίου “Ρυθμίσεις Θεμάτων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και άλλες διατάξεις”, τόνισε στη Βουλή ότι στόχος όλων των πολιτικών δυνάμεων πρέπει να είναι η ποιοτική αναβάθμιση των Α.Ε.Ι.. Ειδικότερα, επεσήμανε τα εξής:
” Η ανώτατη εκπαίδευση αποτελεί δημόσιο αγαθό και όλες οι δυνάμεις πρέπει να εργαστούμε προς την κατεύθυνση της αναβάθμισής της με κάθε τρόπο. Εμείς είμαστε υπέρ της αριστείας, της διεθνοποίησης, της αξιολόγησης και της κοινωνικής λογοδοσίας των ελληνικών Α.Ε.Ι. Στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης πρέπει να συνεχισθεί η προσπάθεια για την εξάλειψη των αγκυλώσεων και οι παθογενειών και να δοθεί έμφαση στην διεπιστημονικότητα και την επιστημονική καινοτομία, ώστε να συνεχιστεί η πορεία αναβάθμισης των Ιδρυμάτων μας, η οποία ξεκίνησε από το 2004.
Βασικός σταθμός στην προσπάθεια για την αναβάθμιση της ανώτατης δημόσιας εκπαίδευσης αποτέλεσε η ψήφιση του ν.3649/2007 «Μεταρρύθμιση του Θεσμικού Πλαισίου για τη Δομή και Λειτουργία των Α.Ε.Ι.», ο οποίος αποτέλεσε καρπό εξαντλητικού διαλόγου με όλους τους φορείς της ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι σημαντικότερες καινοτομίες που εισήχθησαν με το νόμο αυτό είναι οι, μεταξύ άλλων, οι εξής: α) η πρόβλεψη σύνταξης τετραετούς ακαδημαϊκού-αναπτυξιακού προγράμματος από τα Α.Ε.Ι., β) η θέσπιση υποχρέωσης για κατάρτιση εσωτερικού κανονισμού σε κάθε Α.Ε.Ι.., γ) η κοινωνική λογοδοσία των Α.Ε.Ι. και δ) η ενίσχυση της διαφάνειας στα Α.Ε.Ι., με την εφαρμογή της αρχής της δημοσιότητας σε όλες τις δραστηριότητές τους. Στη συνέχεια, η εισαγωγή του θεσμού της αξιολόγησης αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα.
Η τόσο σημαντική αυτή προσπάθεια για την αναβάθμιση των ελληνικών Α.Ε.Ι. πρέπει να συνεχισθεί. Πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη και να μην απαξιώνουμε τα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τους Έλληνες Καθηγητές. Τα ελληνικά Πανεπιστήμια και Τ.Ε.Ι. χρειάζονται ρυθμίσεις που θα θωρακίζουν και δεν θα αποδομούν τον δημόσιο και ακαδημαϊκό χαρακτήρα τους. Πρέπει να στηριχθεί και να προωθηθεί η αυτοδιοίκηση των Ιδρυμάτων. Η μεταρρύθμιση στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης προς την κατεύθυνση της περαιτέρω αναβάθμισης της ποιότητας των σπουδών τους πρέπει να συνεχισθεί, για να επιτύχει όμως και στην πράξη πρέπει να είναι ταυτόχρονα ρεαλιστική και εφαρμόσιμη.
Προς την κατεύθυνση αυτή, κινούνται και οι ρυθμίσεις του υπό συζήτηση νομοσχεδίου, οι οποίες στοχεύουν στην βελτίωση της κείμενης νομοθεσίας αλλά και στην εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των Α.Ε.Ι..
Η ψήφιση του ν. 4009/2011 για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Πανεπιστημίων και ΤΕΙ), αποτέλεσε ένα γεγονός με μεγάλη πολιτική σημασία καθώς ο νόμος αυτός εγκρίθηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής. Ο νόμος αυτός υιοθέτησε καινοτόμες επιλογές αναφορικά με τη διοικητική δομή και την ακαδημαϊκή λειτουργία των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Κατά την εφαρμογή του όμως, στο σκέλος κυρίως της διοίκησης των ιδρυμάτων, παρουσιάστηκαν ορισμένες δυσλειτουργίες.
Για το λόγο αυτό και έρχεται προς ψήφιση το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο περιλαμβάνει ρυθμίσεις, οι οποίες έχουν δύο βασικά χαρακτηριστικά: Αφενός προβλέπουν την ύπαρξη ενός μεταβατικού χρονικού διαστήματος, ρεαλιστικού και ικανού για την σταδιακή εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, και αφετέρου περιλαμβάνουν ορισμένες αλλαγές σε σημεία τα οποία αποδείχθηκε, κατόπιν εξαντλητικού διαλόγου με όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές (πολιτικά κόμματα, Σύνοδος Πρυτάνεων, Σύλλογοι διδασκόντων σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, κλπ) ότι χρήζουν βελτιωτικών παρεμβάσεων. Οι αλλαγές αυτές δεν ανατρέπουν τη βασική φιλοσοφία του ν. 4009/2011, αλλά δημιουργούν βασιμότερες προϋποθέσεις για την καλύτερη, πληρέστερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή του.
Στόχος των προτεινομένων ρυθμίσεων είναι η όσο το δυνατόν πιο ομαλή μετάβαση της οργάνωσης και λειτουργίας των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων από το προϊσχύσαν στο νέο νομοθετικό καθεστώς. Για το λόγο αυτό, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εστιάζουν σε θέματα που διασφαλίζουν α) τη χρηματοδότηση των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, β) τη επίτευξη μιας όσο το δυνατόν πιο λειτουργικής ισορροπίας μεταξύ των αρμοδιοτήτων των διαφόρων οργάνων διοίκησης των Ιδρυμάτων, γ) τη βελτίωση του τρόπου ανάδειξης των οργάνων διοίκησης των Ιδρυμάτων, δίνοντας έμφαση στη συνταγματικά προβλεπόμενη έννοια της αυτοδιοίκησης τους, και τέλος δ) στην επίλυση ζητημάτων που έχουν προκύψει από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στο ν. 4009/2011.
Πιο συγκεκριμένα, οι βασικές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου είναι οι εξής:
1. Το Τμήμα δεν αποτελεί μόνο την βασική εκπαιδευτική μονάδα του Ιδρύματος αλλά ανάγεται και σε βασική ακαδημαϊκή μονάδα.
2. Τα εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου εκλέγονται με την προβλεπόμενη διαδικασία. Σε περίπτωση όμως δύο διαδοχικών άγονων εκλογικών διαδικασιών, εφαρμόζεται η επιστολική ή ηλεκτρονική ψήφος. Παρόμοιες διαδικασίες, για να αποφεύγονται οι ατέρμονες εκλογικές διαδικασίες, προβλέπονται για τον Πρύτανη και για τον Κοσμήτορα.
3. Την ευθύνη για τη διαδικασία ανάδειξης των μελών του Συμβουλίου σε κάθε Ίδρυμα αναλαμβάνουν τα Πρυτανικά Συμβούλια.
4. Οι Κοσμήτορες, οι οποίοι σύμφωνα με το ν.4009/2011 ορίζονταν από το Συμβούλιο, θα εκλέγονται πλέον από τους Καθηγητές και υπηρετούντες λέκτορες της Σχολής.
5. Η θητεία όλων μονομελών και συλλογικών οργάνων των Α.Ε.Ι., η οποία ολοκληρώνεται στις 31 Αυγούστου 2012, παρατείνεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012. Η θητεία των οργάνων που δεν ολοκληρώνεται στις 31 Αυγούστου 2012, συνεχίζεται κανονικά μέχρι την προβλεπόμενη λήξη της, καθώς οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση θα έπληττε τις δημοκρατικές διαδικασίες και την αυτοδιοίκηση των Α.Ε.Ι…”