Ο Βουλευτής, τ. Υφυπουργός Παιδείας και Αναπληρωτής Τομεάρχης του Τομέα Παιδείας της Ν.Δ., κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, ως Εισηγητής στο σχέδιο νόμου “Ελληνόγλωσση Εκπαίδευση στο εξωτερικό και άλλες διατάξεις” τόνισε ότι το σχέδιο νόμου είναι πρόχειρο και χωρίς συνολικό σχεδιασμό.
Ειδικότερα, η ομιλία του κ. Ταλιαδούρου έχει ως εξής:
«Είναι βέβαιο ότι η ελληνική πολιτεία οφείλει να διασφαλίσει όχι μόνο την διατήρηση αλλά και την διάδοση του ελληνικού πολιτισμού μέσα από τον κύριο φορέα έκφρασής του, την ελληνική γλώσσα. Η διδασκαλία και εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, είναι εξαιρετικά κρίσιμη καθώς αποτελεί μονόδρομο για τη συντήρηση της ελληνικής συνείδησης στους τρίτης και τέταρτης γενιάς Έλληνες της διασποράς και πρέπει να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει κάποιες θετικές ρυθμίσεις προς την κατεύθυνση αυτή, πλην όμως αντιμετωπίζει πρόχειρα και αποσπασματικά τα θέματα της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό. Φιλοδοξεί μεν να προωθήσει τόσο την εκπαίδευση της διασποράς όσο και την διάδοση της ελληνικής γλώσσας και παιδείας, χωρίς όμως να έχει σαφή συνολικό σχεδιασμό.
Βασική επιδίωξη του νομοσχεδίου, σύμφωνα και με την αιτιολογική του έκθεση, είναι να αποκτήσουν οι νέοι της ομογένειας δεξιότητες και στα δύο εκπαιδευτικά συστήματα, μέσω της κατάργησης των “αμιγών ελληνικών σχολείων”. Θα ήθελα να επισημάνω ότι τα αμιγώς ελληνικά σχολεία, στα οποία, όπως π.χ. στη Γερμανία, από το 2006 διδάσκεται η γερμανική γλώσσα, έχουν προσφέρει σημαντικά οφέλη στην ελληνόγλωσση εκπαίδευση. Τα ελληνικά Λύκεια είναι το τελευταίο στάδιο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συντελούν τα μέγιστα στην τελειοποίηση της γλωσσικής επάρκειας λόγω όγκου και είδους μαθημάτων, έτσι ώστε οι μαθητές να είναι προετοιμασμένοι, μορφωτικά και εκπαιδευτικά, για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οι μαθητές όμως αυτών των σχολείων έχουν πρόσβαση μόνο στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ θα έπρεπε να διεκδικούν και την εισαγωγή τους στη γερμανική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για το λόγο αυτό εν όψει των νέων συνθηκών που διαμορφώνονται θα πρέπει να οδηγηθούμε στη σταδιακή και συστηματική εξέλιξη των αμιγώς ελληνικών σχολείων σε σύγχρονα δίγλωσσα ενταγμένα και στο εκπαιδευτικό σύστημα της αλλοδαπής χώρας.
Αυτό το νέο σύστημα ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης με σχολεία ενταγμένα στο εκπαιδευτικό σύστημα της αλλοδαπής χώρας, προϋποθέτει την ύπαρξη ενός προσεκτικού και λεπτομερούς σχεδιασμό, που θα συνέβαλε ουσιαστικά στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης του απόδημου ελληνισμού και στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας.
Φοβάμαι ότι με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο όχι μόνο αιφνιδιάζεται η ελληνική ομογένεια, αλλά δεν δίνεται ο επαρκής χρόνος για την προσαρμογή και μετεξέλιξη των αμιγώς ελληνικών σχολείων στα νέα δεδομένα. Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να μιλάμε για κλείσιμο σχολείων αλλά για αλλαγή του εκπαιδευτικού τους προγράμματος, ώστε να αναβαθμιστούν. Αντιλαμβανόμαστε τα προβλήματα που τίθενται από την οικονομική κρίση, αλλά η μείωση του κόστους δεν θα πρέπει να αποτελεί αυτοσκοπό.
Πιο συγκεκριμένα, θα ήθελα να κάνω τις εξής παρατηρήσεις επί του νομοσχεδίου:
1. Το νομοσχέδιο θέτει ως βασικό του στόχο την δημιουργία σχολείων, ενταγμένων στο εκπαιδευτικό σύστημα της αλλοδαπής χώρας, πλην όμως δεν διευκρινίζει ειδικότερα με ποιά μέτρα προτίθεται να ολοκληρώσει τον στόχο αυτό. Πως θα γίνει η ένταξη; Με νομοθετική πρόβλεψη, με Μορφωτικό Πρωτόκολλο, με ξεχωριστή συμφωνία με κάθε κρατίδιο; Πώς θα προβλεφθούν οι όροι της ένταξης και σημαντικά ζητήματα όπως η υποστήριξη ορισμένου αριθμού μαθητών, ο τρόπος εποπτείας της διδασκαλίας από το σχολείο και η υποστήριξη από την χώρα προέλευσης; Επίσης, δεν διευκρινίζεται πώς θα καταρτιστούν τα προγράμματα σπουδών των δίγλωσσων σχολείων, τα οποία μάλιστα είναι ιδιαιτέρως απαιτητικά. Οι λεπτομέρειες αυτές απουσιάζουν από το νομοσχέδιο, αποδεικνύοντας ότι ο σχεδιασμός είναι πρόχειρος. Εμείς συμφωνούμε με τις κατά’ αρχήν προθέσεις του νομοσχεδίου, πλην όμως το νέο σύστημα ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης θα πρέπει να καθοριστεί με σαφήνεια, με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, χωρίς κενά και αοριστίες, και αφού αυτά επιλυθούν να προχωρήσουμε σταδιακά στην κατάργηση των Λυκείων που δεν είναι βιώσιμα.
2. Εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα, που δεν αντιμετωπίζεται στο νομοσχέδιο είναι η αναγνώριση των δίγλωσσων σχολείων από τις εκπαιδευτικές αρχές των άλλων χωρών. Εάν αυτό δεν συμβεί, τότε η εισαγωγή των μαθητών στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. Θα πρέπει να ληφθεί ειδική μέριμνα για την πιστοποίηση της ποιότητας των προγραμμάτων σπουδών που θα παρέχουν τα δίγλωσσα σχολεία, ώστε να αναγνωρίζονται από το αλλοδαπό εκπαιδευτικό σύστημα.
3.Η μεταβατική περίοδος που προβλέπεται στο νομοσχέδιο (άρθρο 5 παρ.4), δηλαδή μέχρι το εκπαιδευτικό έτος 2012-2013 δεν είναι επαρκής. Εφόσον στοχεύουμε στην εφαρμογή ενός νέου συστήματος στην εκπαίδευση του απόδημου ελληνισμού, θα πρέπει να υπάρχει και ο κατάλληλος χρόνος ώστε να διαμορφωθεί προσεχτικά και μελετημένα το νέο μοντέλο και να εξασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση στην διάδοχο κατάσταση. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται τουλάχιστον μια τριετής μεταβατική περίοδος.
4.Δεν συμφωνούμε με τον αποκλεισμό των ομογενών και των αλλοδαπών από το διδακτικό προσωπικό (άρθρο 17 παρ.1). Η αξιοποίησή τους ήταν χρήσιμη για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση. Εξάλλου, η μη δυνατότητα των ομογενών και των αλλοδαπών να διδάσκουν υπό προϋποθέσεις στα δίγλωσσα σχολεία, θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα στα Τμήματα Ξένων Γλωσσών των Πανεπιστημίων του εξωτερικού, από τη στιγμή που οι απόφοιτοί τους δεν θα έχουν την ευκαιρία να διδάξουν στα σχολεία αυτά. Επίσης προβλέπεται μεν η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, εξ αποστάσεως, πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους (άρθρο 17 παρ.2), πλην όμως αυτό δεν είναι επαρκές. Μία φορά μόνο θα επιμορφώνονται και μάλιστα εξ αποστάσεως; Θα πρέπει το ζήτημα αυτό να εξεταστεί και να ρυθμιστεί κατάλληλα.»