Ο Βουλευτής Καρδίτσας και τ. Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, μετά από συναντήσεις με συλλόγους γονέων, φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και εκπροσώπους των σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών, και μετά την κατάθεση της υπ’ αριθμ. 9653/24.1.2011 ερώτησης και αναφορών για το ζήτημα αυτό, απέστειλε προς την Υπουργό Παιδείας υπόμνημα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να καταργηθούν ή να συγχωνευθούν Γυμνάσια, Λυκειακές Τάξεις και ΕΠΑΛ στο Νομό Καρδίτσας, δεδομένου ότι διαθέτουν άριστες κτιριακές εγκαταστάσεις και υποδομές.
Ειδικότερα, το υπόμνημα του κ. Ταλιαδούρου έχει ως εξής:
«Στις 24.1.2011 κατέθεσα προς το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων την υπ’ αριθμ. 9653/24.01.2011 Ερώτηση σχετικά με τη κατάργηση και συγχώνευση σχολικών μονάδων στο Νομό Καρδίτσας, στην οποία επεσήμανα ειδικότερα ότι η κατάργηση σχολικών μονάδων, και ιδιαιτέρως των Γυμνασίων και Λυκειακών Τάξεων Ιτέας, Κέδρου, Μαγούλας, Ματαράγκας και Μητρόπολης, των Γυμνασίων Αγναντερού, Καλλιφωνίου, Καρδιτσομάγουλας, και Λεονταρίου και των ΕΠΑΛ Μουζακίου και Παλαμά, παραβλέποντας την γεωμορφολογία της περιοχής και τις άριστες κτιριακές εγκαταστάσεις τους και εξοπλισμό, θα έχει δυσάρεστες συνέπειες τόσο για τους μαθητές όσο και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
Με την υπ’ αρίθμ. 9904/ΙΗ απάντηση του Υπουργείου Παιδείας στην ως άνω Ερώτηση, σημειώνεται ότι η ίδρυση, κατάργηση και συγχώνευση σχολικών μονάδων γίνεται μετά από πλήρη και εμπεριστατωμένη εισήγηση του οικείου Διευθυντή Εκπαίδευσης, του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης καθώς και μετά από γνωμοδότηση του αρμοδίου οργάνου της τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και ότι η οποιαδήποτε αναδιάρθρωση των σχολείων θα γίνει αυστηρά με παιδαγωγικά κριτήρια, υπηρετώντας τον μαθητή και την εκπαιδευτική κοινότητα.
Επειδή όμως η προοπτική συγχώνευσης και κατάργησης των ως άνω σχολικών μονάδων έχει αναστατώσει την εκπαιδευτική κοινότητα, του γονείς και μαθητές τους Νομού, όπως έχω διαπιστώσει μετά από συναντήσεις, συζήτηση εξέταση του θέματος με εκπροσώπους των σχολικών μονάδων, συλλόγους γονέων και εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, θα ήθελα να θέσω υπ’ όψιν σας τα παρακάτω:
Οι πιο πάνω σχολικές μονάδες δεν πρέπει να καταργηθούν ή να συγχωνευθούν, δεδομένου ότι συντρέχουν οι κάτωθι προϋποθέσεις:
1.Άριστες σχολικές υποδομές
Η ύπαρξη άριστων κτιριακών υποδομών-εγκαταστάσεων των πιο πάνω σχολικών μονάδων (αίθουσες διδασκαλίας, γραφείων κτλ), ο απαραίτητος τεχνολογικός εξοπλισμός (εργαστήρια φυσικών επιστημών και πληροφορικής, σχολικές βιβλιοθήκες, διαδίκτυο), η ύπαρξη χώρων άθλησης (αίθουσες γυμναστικής, γήπεδα αθλητικών δραστηριοτήτων), προσφέρουν το καλύτερο δυνατό εκπαιδευτικό περιβάλλον στους μαθητές. Αυτό δημιουργήθηκε με μέριμνα της Πολιτείας, κυρίως στις έδρες των πρώην Καποδιστριακών Δήμων, που αποτελούν κέντρα μιας ευρύτερης περιοχής. Συνεπώς, οι υποδομές αυτές δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν.
Αντίθετα, η δημιουργία πολυδύναμων, μεγάλων και απρόσωπων σχολικών μονάδων, χωρίς να υπάρχουν σε αυτές οι κατάλληλες υποδομές για να φιλοξενήσουν το μαθητικό δυναμικό από τις ενδεχόμενες καταργήσεις σχολικών μονάδων, θα έχει ως συνέπεια την υποβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και θα οδηγήσει σε όξυνση φαινομένων βίας και σε δυσκολίες στην επικοινωνία εκπαιδευτικών και γονέων.
2.Ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης
Ο αριθμός του μαθητικού δυναμικού στα πιο πάνω σχολεία είναι ικανοποιητικός, δεδομένου ότι λειτουργούν όλες οι τάξεις των βαθμίδων εκπαίδευσης των Γυμνασίων και Λυκείων. Επίσης, στοιχεία δείχνουν ότι σε κάποια σχολεία ο αριθμός εισροής μαθητικού δυναμικού είναι αυξανόμενος. Ειδικότερα, οι σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες δείχνουν ότι η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση πρέπει να στηριχθούν και να αναβαθμιστούν, πράγμα που συνηγορεί υπέρ της μη κατάργησης των δύο ΕΠΑΛ.
3.Γεωμορφολογία των περιοχών
Η λειτουργία αυτών των σχολικών μονάδων, κυρίως σε πρώην έδρες των Καποδιστριακών Δήμων, που αποτελούν κέντρα ευρύτερης περιοχής, έχει αντίκτυπο και στην κοινωνική και οικονομική ζωή της ελληνικής επαρχίας. Η κατάργηση τέτοιων μονάδων θα έχει επιπτώσεις:
α) Στην μεταφορά των μαθητών: Συγκεκριμένα, αν σήμερα κάποιοι μαθητές αναγκάζονται κάτω από δύσκολες συνθήκες να μετακινούνται καθημερινά 1.30 ώρα για να παρακολουθήσουν τα μαθήματά τους, θα απαιτηθεί πολύ περισσότερος χρόνος για την μετακίνησή τους στις νέες σχολικές μονάδες. Αυτό βέβαια θα έχει ως συνέπεια την μετακύλιση του οικονομικού κόστους μεταφοράς των παιδιών στις οικογένειές τους, καθώς οι Καλλικρατικοί δήμοι δεν διαθέτουν του απαραίτητους πόρους, και θα θέσει σε κίνδυνο την ασφαλή μετακίνηση και την σωματική ακεραιότητα των μαθητών, οι οποίοι θα διανύουν καθημερινά πολύ περισσότερα χιλιόμετρα, αυξάνοντας τους κινδύνους λόγω μετακίνησης.
β) Στην κοινωνική και οικονομική ζωή των περιοχών: Εκτιμάται ότι σταδιακά θα οδηγηθούμε σε μαρασμό και ερήμωση των χωριών με αρνητικές επιπτώσεις στην τοπική οικονομική δραστηριότητα των περιοχών αυτών.
Συνεκτιμώντας τα παραπάνω και κυρίως την προσφορά των σχολείων στην παρεχόμενη εκπαίδευση, εκτιμώ ότι οι πιο πάνω σχολικές μονάδες, όχι μόνο πρέπει να παραμείνουν ενεργές αλλά ενδεχομένως και να αναβαθμιστούν μέσα από ένα νέο επανασχεδιασμό της χωροταξικής κατανομής του μαθητικού δυναμικού, λαμβάνοντας υπόψη τις σχολικές μονάδες που υπάρχουν στις έδρες των πρώην Καποδιστριακών Δήμων, που αποτελούν το κέντρο ευρύτερων περιοχών.
Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι οι συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολικών μονάδων θα πρέπει να γίνονται μόνο μετά από ουσιαστικό και διεξοδικό διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ύστερα από τον σχεδιασμό συγκεκριμένης εθνικής στρατηγικής καθολικής αποδοχής, η οποία όμως δεν είναι δυνατό να διαμορφωθεί αποσπασματικά και μέσα σε στενά χρονικά περιθώρια.»