Ο Βουλευτής και π. Υφυπουργός Παιδείας κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, κατά την συζήτηση του σχεδίου νόμου για την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, στην Ολομέλεια της Βουλής ζήτησε να διασφαλιστεί ένα αδιάβλητο αξιολογικό σύστημα στο χώρο της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Επίσης ο κ. Σπύρος Ταλιαδούρος αναφερόμενος στην τροπολογία του ΥΠΕΠΘ με την οποία συμπληρώνεται η προβλεπόμενη από το Ν. 4009/2011 διαδικασία ίδρυσης, συγχώνευσης, μετονομασίας ή κατάργησης τμημάτων ΑΕΙ επεσήμανε ότι είναι θετικό το ότι παρέχεται πλέον η δυνατότητα στους υποψηφίους φοιτητές να επιλέγουν όχι μόνο τμήμα αλλά και κατεύθυνση. Τόνισε όμως ότι το ΥΠΕΠΘ πρέπει να λάβει πρόνοια γα τους φοιτητές που ήδη σπουδάζουν σε καταργούμενα τμήματα και να υπάρξει για όλους μεταβατική περίοδος μέχρι την ολοκλήρωση των σπουδών τους σε αυτά,ώστε να μη μετακινηθούν σε άλλη πόλη
Ειδικότερα, η ομιλία του έχει ως εξής:
«Στη χώρα μας ποτέ δεν ίσχυσε ούτε εφαρμόστηκε, παρά μόνο αποσπασματικά, ένα σταθερό και αξιόπιστο σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και του έργου των εκπαιδευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Δυστυχώς, μείναμε πίσω από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις, αθετώντας, παράλληλα, τις σχετικές δεσμεύσεις που αναλάβαμε με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι, όμως, πια κοινή η διαπίστωση ότι η αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης αποτελεί πολιτική, κοινωνική και οικονομική αναγκαιότητα και καθιστά επιτακτική την αποτίμηση της λειτουργίας και των αποτελεσμάτων του εκπαιδευτικού συστήματος, και προς την κατεύθυνση αυτή πρέπει να δράσουμε όλοι μας άμεσα.
Η πρώτη συστηματική προσπάθεια έγινε με το Ν.3374/2005 με τον οποίο ιδρύθηκε η ανεξάρτητη διοικητική αρχή που φέρει την επωνυμία «Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση» (Α.ΔΙ.Π.) και η οποία έχει ως αποστολή την υποστήριξη των Ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης στην πραγματοποίηση των διαδικασιών που στοχεύουν στη διασφάλιση και βελτίωση της ποιότητας του παρεχόμενου έργου τους, την εγγύηση της διαφάνειας των διαδικασιών, την προαγωγή της έρευνας σε συναφή ζητήματα και την ενημέρωση της Πολιτείας και των ιδρυμάτων για τις σύγχρονες διεθνείς εξελίξεις και τάσεις στον τομέα αυτόν.
Είναι, λοιπόν, αναγκαία η διασφάλιση ενός αδιάβλητου αξιολογικού συστήματος μέσα από αντικειμενικό έλεγχο των διαδικασιών, ως μέρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αυτό, αφενός θα επιτρέψει να αναπτυχθεί μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ της Πολιτείας και της εκπαιδευτικής κοινότητας, με ανάληψη της ευθύνης των δύο πλευρών στο βαθμό που αναλογεί σε κάθε πλευρά και αφετέρου θα διαμορφώσει μια κουλτούρα αξιολόγησης στα σχολεία, η οποία θα στηρίζεται στη συμμετοχή και στη συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών αλλά και στη διασφάλιση δικαιοσύνης και ίσων ευκαιριών ανάμεσά τους, μακριά από κομματικές σκοπιμότητες και αντεγκλήσεις.
Με αφετηρία τις παραπάνω σκέψεις είναι σαφές ότι σε καμία περίπτωση η αξιολόγηση δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε εργαλείο τιμωρίας των εκπαιδευτικών ή μισθολογικής υποβάθμισης, αλλά αποτίμησης του τι μπορούμε να προσφέρουμε, τι προσφέρουμε και πως μπορούμε αυτό να το κάνουμε καλύτερα. Όλοι και όλα πρέπει να αξιολογούνται στην εκπαίδευση, η ίδια η Πολιτεία και οι εκπαιδευτικοί φορείς της μέχρι και την τελευταία σχολική μονάδα, με μοναδικό γνώμονα την ποιοτική αναβάθμιση του σχολείου μας. Κανείς δεν πρέπει να φοβάται την αξιολόγηση. Πολύ περισσότερο οι εκπαιδευτικοί., η πλειοψηφία των οποίων δίνουν ένα μεγάλο αγώνα μέσα στα σχολεία και καταξιώνονται καθημερινά, αξιολογούνται καθημερινά και λογοδοτούν καθημερινά στα παιδιά τους, στους γονείς και μέσα στην κοινωνία στην οποία βρίσκονται.
Βασικός πυλώνας του σχετικού εγχειρήματος είναι αρχικά η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού, η αποτίμηση δηλαδή των ίδιων των καθηγητών και των δασκάλων για το έργο που επιτελείται στη σχολική μονάδα, μέσω του συλλόγου των διδασκόντων. Προς τη σωστή αυτή κατεύθυνση κινείται και η δημοσίευση πριν από λίγες μέρες σχετικής υπουργικής απόφασης, όπως μας ενημέρωσε και ο κος Υπουργός.
Επίσης, οποιοδήποτε σύστημα αξιολόγησης, προϋποθέτει ή σε κάθε περίπτωση πρέπει να συνοδεύεται από πολιτικές αυτοεπιμόρφωσης, είτε ευρύτερα επιμόρφωσης μέσα από ένα κεντρικό σύστημα.
Το παρόν σχέδιο νόμου αποτελεί την πρώτη συστηματική προσπάθεια της πολιτείας να διασφαλίσει ένα αδιάβλητο αξιολογικό σύστημα στο χώρο της στην Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Τέλος, ενόψει και της τροπολογίας που κατέθεσε το ΥΠΕΠΘ, η οποία κινείται στη σωστή κατεύθυνση, αφού παρέχεται η δυνατότητα στους υποψηφίους φοιτητές να δηλώσουν κατεύθυνση εισαγωγής, όπως θα δήλωναν και τμήμα, θα ήθελα να εξετάσετε και τη δυνατότητα για τα τμήματα που θα αποφασιστεί με το Σχέδιο Αθηνά να καταργηθούν να δοθεί μια μεταβατική περίοδος για να μπορέσουν οι φοιτητές που ήδη φοιτούν να ολοκληρώσουν σε αυτά τις σπουδές τους και να μην αναγκαστούν να μετακινηθούν σε άλλη πόλη. Αυτό ιδιαίτερα σήμερα σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία θεωρώ ότι είναι κοινωνικά δίκαιο.»