Τόνισε στη Βουλή ο Σπύρος Ταλιαδούρος
Ο Βουλευτής Καρδίτσας και τ. Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, κατά την ομιλία του στις 26/05/2010 στη Βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου «Νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης και αποκεντρωμένης διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης» επεσήμανε την ανάγκη να δημιουργηθούν δύο επιπλέον Δήμοι στο Νομό Καρδίτσας.
Ειδικότερα η ομιλία του κ. Ταλιαδούρου έχει ως εξής:
«Θα ήθελα να επισημάνω ότι το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου δεν στηρίζεται σε εμπεριστατωμένη μελέτη για το ισχύον σύστημα αποκέντρωσης και τοπικής αυτοδιοίκησης, ούτως ώστε να προκύπτουν με σαφήνεια οι αδυναμίες και δυσλειτουργίες του σημερινού συστήματος και να προτείνονται οι αναγκαίες αλλαγές. Σε ένα τόσο σημαντικό πεδίο, όπως είναι η διοικητική οργάνωση της χώρας μας, οι όποιες αποφάσεις πρέπει να είναι κατ’ εξοχήν προϊόν ουσιαστικού διαλόγου και εμπεριστατωμένης έρευνας.
Το νομοσχέδιο δυστυχώς διακρίνεται από προχειρότητα, ασάφεια στις ρυθμίσεις του, ανεπαρκή πρόβλεψη για τους αναγκαίους πόρους ενώ σε πολλές περιπτώσεις η διοικητική διάρθρωση γίνεται με καθαρά μικροκομματικά κριτήρια. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η εικόνα του σχεδίου εφαρμογής του συγκεκριμένου νομοσχεδίου είναι θολή, καθώς αναπάντητα παραμένουν ερωτήματα σχετικά με τις αρμοδιότητες, την κοστολόγηση τους, και το χρόνο έναρξης της άσκησής τους. Ειδικότερα:
Το πρώτο ερώτημα αφορά στη μεταβίβαση πλήθους αρμοδιοτήτων μαζί με το προσωπικό από τις Νομαρχίες στους Δήμους. Καλώς μεταβιβάζονται; Θα μπορέσουν να προσαρμοσθούν οι εργαζόμενοι στο νέο καθεστώς; Θα μπορέσουν οι Δήμοι να ασκήσουν τις πρωτόγνωρες αρμοδιότητες;
Το δεύτερο ερώτημα είναι εάν έχουν εξασφαλισθεί οι αναγκαίοι πόροι ώστε να μπορέσει η αυτοδιοίκηση να ανταποκριθεί στο νέο ρόλο που της επιφυλάσσει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Θα μπορέσουν να καλυφθούν τα πάσης φύσεως έξοδα λειτουργίας και υλικοτεχνικής υποδομής, αλλά και το κόστος μισθοδοσίας των περίπου 25.000 υπαλλήλων των Νομαρχιών που μετατάσσονται, το κόστος των νέων θεσμών (π.χ. του Συμπαραστάτη του Δημότη) και το κόστος της γενικότερης οργάνωσης της Αυτοδιοίκησης;
Το τρίτο ερώτημα αφορά τον μεγάλο αριθμό των κανονιστικών πράξεων που πρέπει να εκδοθούν μέχρι το τέλος της χρονιάς για την εφαρμογή του νομοσχεδίου. Είναι εφικτή η έκδοση των πράξεων αυτών μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα;
Το τέταρτο ερώτημα που γεννάται είναι αν όντως θα μπορέσει να επιτευχθεί η εξοικονόμηση 1,8 δις ευρώ, που εξαγγέλλει η Κυβέρνηση, μέσω του περιορισμού των Ν.Π.Δ.Δ. και των επιχειρήσεων των ΟΤΑ ά και β΄ βαθμού. Φοβάμαι ότι ο ισχυρισμός αυτός της Κυβέρνησης μέχρι σήμερα παραμένει ατεκμηρίωτος και αποτελεί απλά μια αόριστη εξαγγελία.
Το πέμπτο ερώτημα αφορά την οριστική κατάργηση των Τ.Υ.Δ.Κ. και την υποχρεωτική μετάταξη από 01-01-2010 των υπαλλήλων που υπηρετούν σε αυτές στους Δήμους που αποτελούν πρωτεύουσες των Νομών. Γιατί δεν έχει προβλεφθεί μεταβατική περίοδος προκειμένου οι Τ.Υ.Δ.Κ. και οι υπάλληλοί τους να ολοκληρώσουν έργα και να παραδώσουν έργα και μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη και γενικότερα να κλείσουν κάθε εκκρεμότητα που υπάρχει; Πιστεύω ότι μια μεταβατική περίοδος 4 ετών είναι απαραίτητη. Ακόμη, μετά το πέρας των 4 ετών και την οριστική κατάργηση των Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. πιστεύω ότι θα πρέπει να δοθεί στο προσωπικό τους δυνατότητα επιλογής της υπηρεσίας στην οποία θα μεταταχθούν (αποκεντρωμένη διοίκηση, περιφέρειες, δήμους του αντίστοιχου νομού, αυτοτελή υπηρεσία εποπτείας Ο.Τ.Α.).
Όλα τα παραπάνω ερωτήματα και οι αμφιβολίες που προκύπτουν για τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου και την εφαρμογή τους, δημιουργούν ανασφάλεια στο προσωπικό της Αυτοδιοίκησης η οποία οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, μεταξύ άλλων, και σε παράλυση των λειτουργιών των υπηρεσιών καθώς και σε κίνδυνο οριστικής απώλειας κοινοτικών πόρων, υπονομεύοντας με τον τρόπο αυτό τη λειτουργία της αυτοδιοίκησης.
Ειδικότερα για το νομό της Καρδίτσας θα ήθελα να τονίσω τα εξής:
Η δημιουργία έξι συνενούμενων Δήμων δεν ανταποκρίνεται πλήρως στους γεωμορφολογικούς και ιστορικούς παράγοντες του τόπου μας. Δεν διασφαλίζεται πλήρως η προοπτική της ανάπτυξης της Αυτοδιοίκησης και του πολίτη. Η μη υιοθέτηση της ομόφωνης πρότασης όλων των φορέων του Νομού Καρδίτσας για τη δημιουργία και δύο άλλων Δήμων της Λίμνης Σμοκόβου και Παμίσου-Σελλάνων αποτελεί μια αρνητική εξέλιξη, καθώς θέτει σε κίνδυνο τη διατήρηση του ιδιαίτερου πολιτιστικού και ιστορικού χαρακτήρα των περιοχών, που εμείς οφείλουμε με κάθε κόστος να περιφρουρήσουμε.
Ειδικότερα, η συνένωση του Δήμου Παμίσου με τον Δήμο Σελλάνων είναι καθολική απαίτηση των δημοτών. Από την συνένωση αυτή θα προκύψει ένας αμιγώς πεδινός δήμος που πληροί τα πληθυσμιακά κριτήρια, είναι κατεξοχήν αγροτικός και αναπτυξιακός και συνδυάζει και τις τρεις μορφές δομής απασχόλησης στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα.
Επίσης, σκόπιμη είναι η δημιουργία ενός Δήμου στην περιοχή της Λίμνης Σμοκόβου που θα περιλαμβάνει τα δημοτικά διαμερίσματα που είναι ενταγμένα στους υπάρχοντες Δήμους Ρεντίνας-Μενελαϊδας και Ταμασίου. Ο προτεινόμενος Δήμος έχει ομοιόμορφα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά, ανεπτυγμένες δομές πρωτογενούς παραγωγής, καλές οδικές υποδομές, ιαματικό τουρισμό, αγροτουρισμό και θρησκευτικό-αρχαιολογικό-ιστορικό-οικολογικό τουρισμό καθώς και μεγάλη δασική έκταση εκμεταλλεύσιμη τόσο παραγωγικά όσο και αισθητικά. Επίσης, ο προτεινόμενος Δήμος έχει τα αναγκαία δημογραφικά χαρακτηριστικά ώστε να είναι βιώσιμος καθώς υπάρχουν ενεργοί ακόμη νέοι αγρότες και κτηνοτρόφοι που μπορούν να ενώσουν αναπτυξιακά τον πρωτογενή τομέα με τον αγροτουρισμό και τον δευτερογενή τομέα. Πληροί δε και τις προϋποθέσεις της ορεινότητας.
Τέλος θεωρώ ότι πρόβλημα αποτελεί το ότι τα δημοτικά διαμερίσματα της Μούχας και της Καστανιάς δεν περιλαμβάνονται στο νέο Δήμο Πλαστήρα μολονότι παραλίμνια, ενώ θα έπρεπε να προβλεφθεί ότι ο καταργούμενος ιστορικός Δήμος της Ρεντίνας και το ιστορικό δημοτικό διαμέρισμα του Μαυρομματίου, όπου γεννήθηκε ο Γ.Καραϊσκάκης, θα πρέπει να χαρακτηρισθούν ως ιστορικές έδρες των Δήμων.
Κλείνοντας θεωρώ ότι η απαραίτητη διοικητική μεταρρύθμιση της χώρας μας πρέπει να πραγματοποιηθεί μόνο μετά από ουσιαστική διαβούλευση, συναίνεση και εμπεριστατωμένη έρευνα και μελέτη, χωρίς μικροπολιτικά κριτήρια και κομματικές επιδιώξεις, και εφ’ όσον βέβαια εξασφαλισθούν οι αναγκαίοι πόροι για την εφαρμογή του εγχειρήματος αυτού. Δυστυχώς όμως το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες αυτές και για τον λόγο αυτό το καταψηφίζουμε.»