Με πρωτοβουλία του Προϊσταμένου του Κέντρου Βάμβακος Δρα Μωχάμεντ Νταράουσε πραγματοποιήθηκε με επιτυχία την Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011 στο Αμφιθέατρο του Κέντρου Βάμβακος Θεσσαλίας, η ενημερωτική ομιλία του Δρα Ζώη Ζαρταλούδη, εντομολόγου στο Ινστιτούτο Προστασίας Φυτών Θεσσαλονίκης του ΕΘΙΑΓΕ.
Ο Δρας Ζ. Ζαρταλούδης ενημέρωσε τους βαμβακοπαραγωγούς του Νομού Καρδίτσας σχετικά με την αντιμετώπιση των προσβολών του πράσινου σκουληκιού, που παρουσιάζει έξαρση τα τελευταία δυο χρόνια, προκαλώντας μεγάλη ζημιά στην παραγωγή βαμβακιού στο Ν. Καρδίτσας. Επίσης στοιχειοθέτησε μια ολοκληρωμένη πρόταση για την αντιμετώπιση του πράσινου σκουληκιού στο βαμβάκι, αναφέρθηκε στην αντιμετώπιση του ρόδινου σκουληκιού και στο Αλευρώδη που προκαλούν ζημιά στις βαμβακοκαλλιέργειες.
Ακολουθούν συνοπτικά αποσπάσματα από την ενημερωτική ομιλία του Δρα Ζ. Ζαρταλούδη.
«Η διαχείριση των εντόμων εχθρών στη σύγχρονη γεωργία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μιας οικονομικής παραγωγικής διαδικασίας. Αυξάνει τα οφέλη των παραγωγών και μειώνει την περιβαλλοντική μόλυνση από την υπερβολική χρήση των εντομοκτόνων.
Στη χώρα μας το πράσινο σκουλήκι είναι κατά περιόδους πολύ σοβαρός εχθρός του βαμβακιού ιδιαίτερα εάν ευνοηθεί κυρίως από τις καιρικές συνθήκες. Προσβάλει τη βαμβακοκαλλιέργεια σε πάρα πολλές περιοχές της χώρας, με εξάρσεις μάλιστα ορισμένες χρονιές. Σε ορισμένες περιπτώσεις η ζημιά μπορεί να ξεπεράσει το 90% της παραγωγής (Κεντρική και Β. Ελλάδα, 2003, 2010). Είναι κυρίως τροπικό και υποτροπικό μεταναστευτικό είδος, που η ικανότητά του να διαπαύει, του επιτρέπει την επέκτασή της διασποράς του και στην εύκρατη ζώνη. Είναι ευρύτατα διαδεδομένο στην νότια και κεντρική Ευρώπη. Είναι εξαιρετικά πολυφάγο είδος. Εκτός από το βαμβάκι, προσβάλει καλαμπόκι, τομάτα, πιπεριά, μελιτζάνα, πατάτα, αγγινάρα, καπνό, σιτάρι, κριθάρι, σουσάμι, σόργο, ηλίανθο, μηδική, αγγουριά, πεπονιά, κουνουπίδι, μπάμια, φασόλια, σόγια, φάβα, κουκιά, μπιζέλι, μαρούλι, λινάρι, λούπινο αρκετά αυτοφυή είδη, ανθοκομικά (κυρίως γαρυφαλιά, χρυσάνθεμο, ζέρμπερα) και σπανιότερα καρποφόρα δένδρα. Διαχειμάζει σαν νύμφη σε κελί που δημιουργεί μέσα στο έδαφος και δραστηριοποιείται όταν οι θερμοκρασίες εδάφους ξεπερνούν τους 18 0C συνήθως τον Απρίλιο.
Πολλά αρπακτικά και παράσιτα κρατούν χαμηλά τα επίπεδά του. Ψεκασμοί με εντομοκτόνα για άλλους εχθρούς καταστρέφουν τον φυσικό έλεγχο και προκαλούν εξάρσεις του πληθυσμού αυτού του εχθρού. Τα πράσινα σκουλήκια έλκονται από χονδροστέλεχα και εύχυμα φυτά. Αυτό μπορεί να αποφευχθεί με μείωση των ποτισμάτων και της λίπανσης. Συνήθως το πράσινο σκουλήκι αναπτύσσει ζημιογόνους πληθυσμούς αργά το καλοκαίρι γι’ αυτό θα πρέπει να γίνεται επέμβαση νωρίς στην ωρίμανση. Πολλές βροχοπτώσεις, χαμηλές θερμοκρασίες και κατεργασία του εδάφους περιορίζουν τον αριθμό των νυμφών που επιβιώνουν ως την επόμενη άνοιξη ιδιαίτερα στα βαριά εδάφη, αλλά αν μετά υπάρξουν ευνοϊκές συνθήκες και μειωμένη παρουσία φυσικών εχθρών του πράσινου σκουληκιού, μπορεί γρήγορα να δημιουργηθούν επικίνδυνα υψηλοί πληθυσμοί χάριν του μεγάλου αριθμού αυγών που γεννάει κάθε θηλυκό.
Συνθήκες επιδημίας: Σημαντικό ρόλο σε μια περιοχή παίζει η μετανάστευση γόνιμων θηλυκών στον αγρό από κοντινές ή μακρινές αποστάσεις και ο αριθμός των αυγών που αφήνουν. Οι υψηλές βροχοπτώσεις του χειμώνα ευνοούν την ανάπτυξη πλούσιας αυτοφυούς ανοιξιάτικης βλάστησης στην οποία προσελκύονται πληθυσμοί από άλλες περιοχές. Ο τερματισμός της διάπαυσης του εντόμου επηρεάζεται από την θερμοκρασία εδάφους και ενώ εάν επικρατήσουν χαμηλές θερμοκρασίες η περίοδος εξόδων του μπορεί να καθυστερήσει πάνω από δυό εβδομάδες, σε αντίθετη περίπτωση μπορεί να επιταχυνθεί σημαντικά και σε συνδυασμό με την ύπαρξη πλούσιας ανοιξιάτικης βλάστησης μπορεί να δημιουργηθούν συνθήκες επιδημίας. Αναφέρεται ότι ενήλικα της δεύτερης γενιάς από βορειότερες περιοχές της Ευρώπης μεταναστεύουν στη λεκάνη της Μεσογείου το φθινόπωρο. Επιτυχής διαχείμανση των πληθυσμών αυτών και επικράτηση ευνοϊκών συνθηκών την άνοιξη μπορεί να ευνοήσουν επίσης επιδημία. Η πτήση των ενηλίκων αρχίζει από τα τέλη Απριλίου με αρχές Μαΐου και συλλαμβάνονται σε φερομονικές παγίδες. Η προσβολή στο βαμβάκι αρχίζει από το 2ο δεκαήμερο του Ιουνίου. Η γενιά αυτή προσβάλλει κυρίως χτένια, λουλούδια, λίγα καρύδια που εμφανίζονται μέσα στον Ιούλιο στις πρώιμες φυτείες, αλλά οι ζημιές που προκαλεί δεν είναι συνήθως σημαντικές αφού πέρα από το ότι τότε δεν αναπτύσσει μεγάλους πληθυσμούς, τα καρποφόρα όργανα που προσβάλει αναπληρώνονται σε ικανοποιητικό ποσοστό.
Η επόμενη γενιά στο βαμβάκι αρχίζει την προσβολή πριν τα τέλη Ιουλίου ενώ το μεγαλύτερο μέρος της προσβολής παρατηρείται συνήθως από τις 5 Αυγούστου μέχρι 20 Αυγούστου. Σε αυτή την γενιά πρέπει να γίνει επέμβαση εφόσον υπάρχουν 3-4 προνύμφες στο κορυφαίο τμήμα 100 φυτών (ή σε 100 χτένια ή καρύδια), που είναι όριο οικονομικής ζημιάς. Στο τρίτο δεκαήμερο του Αυγούστου μεγάλο μέρος του πληθυσμού νυμφώνεται. Η γενιά αυτή αναπτύσσει μεγάλους πληθυσμούς. Σε χρονιά έξαρσης μεγάλη ένταση προσβολής διατηρείται όλο τον Αύγουστο και μπορεί να προσβάλλει μεγάλες περιφέρειες. Οι προνύμφες προσβάλλουν χτένια, λουλούδια και κυρίως παραγωγικά καρύδια που τότε δεν προλαβαίνουν να αναπληρωθούν. Αυτή η γενιά είναι η καταστρεπτικότερη και ευνοείται από τη πλούσια καρποφορία. Την εποχή αυτή περιοριστικός παράγοντας για το έντομο είναι οι τυχόν πολύ υψηλές θερμοκρασίες (40 0C και άνω) και οι ξηροθερμικοί άνεμοι.
Εγκεκριμένα εντομοκτόνα
- Τα εκλεκτικά σκευάσματα του Bacillus thuringiensis, var. aizawai και Bacillus thuringiensis, var. kurstaki
- Το σχετικά εκλεκτικό diflubenzuron (δεν είναι τοξικό για τα ωφέλιμα, παρά μόνο για τα ανήλικα στάδια των Chrysopidae, Orius και Coccinellidae), καθώς και
- Το spinosad στο οποίο το έντομο δεν έχει αναπτύξει ανθεκτικότητα Επίσης,
- Τα πυρεθρινοειδή:, beta-cyfluthrin, cyfluthrin, cypermethrin, deltamethrin, esfenvalerate, , lambda cyhalothrin, tau-fluvalinate και zeta cypermethrin
Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν και άλλα εντομοκτόνα που όμως ήδη αποσύρθηκαν ή είναι σε διαδικασία απόσυρσης αφού δεν καταχωρούνται στο παράρτημα 1 της Οδηγίας 91/414 της Ε.Ε
Διαχείριση ανθεκτικότητας στα εντομοκτόνα
Σημειώνουμε ότι το πράσινο σκουλήκι έχει ήδη αναπτύξει ανθεκτικότητα σε πολλά εντομοκτόνα κατά περιοχή. Προτείνεται γενικά κατά την αντιμετώπιση των εχθρών:
- Η μη υπέρβαση των συνιστώμενων δόσεων και η εναλλαγή χρήσης εντομοκτόνων διαφορετικής κατηγορίας (Οργανοφοσφωρικά, καρβαμιδικά, πυρεθρίνες).
- Να μη χρησιμοποιείται το ίδιο εντομοκτόνο περισσότερο από 2 φορές το χρόνο.
- Να αποφεύγεται η χρήση πυρεθρινών νωρίς στη καλλιεργητική περίοδο και εφόσον είναι δυνατό να περιορίζεται η χρήση τους σε μία γενιά, (στρατηγική αντιμετώπισης σε Ισραήλ, Τέξας των Η.Π.Α. και Αυστραλία).
- Επίσης να χρησιμοποιούνται μείγματα εντομοκτόνων με συνεργιστική δράση και να αποφεύγεται η χρήση μεμονωμένα πυρεθρινών, όταν εκτιμάται ο κίνδυνος να μην έχουμε επαρκώς αποτελεσματική δράση και να αναπτυχθεί ανθεκτικότητα.
- Προτείνεται ακόμα η διατήρηση μικρών αψέκαστων λωρίδων καλλιέργειας και αυτοφυούς βλάστησης – «καταφύγια», που επιτρέπει τη προστασία της βιοποικιλότητας και την επιβίωση και ευαίσθητων πέρα από τα ανθεκτικά άτομα του εχθρού, ώστε διασταυρούμενα μεταξύ τους να δώσουν λιγότερο ανθεκτική γενιά. Επιτρέπεται επίσης έτσι η επιβίωση ωφελίμων- φυσικών εχθρών τους που τρέφονται ή παρασιτούν στα άτομα του εχθρού που επιζούν.
Πληροφορίες: Δρ Μ. Νταράουσε
Τηλ. 24410 79939-79926
Κιν. 6977997324
E-mail: ethiage@otenet.gr