Η ελληνική οικονομία έφτασε στο σημείο που βρίσκεται σήμερα, ως αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών των ηγεσιών της χώρας τα τελευταία 30 χρόνια. Το πρώτο… καρφί μπήκε με τη σταδιακή διάλυση της παραγωγικής βάσης, την οποία η εφαρμογή των μνημονίων απλώς επιτάχυνε, τοποθετώντας την ταφόπλακα.
Η Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξε, βάσει μεγέθους, δυνατοτήτων και ταξικών ιδιαιτεροτήτων, βιομηχανική. Η οικονομία της ήταν κατά βάση αγροτική και μεταποιητική-μεταπρατική, βασισμένη στις μικρές βιοτεχνίες και τις μικρομεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις
Από την ένταξή μας στην τότε ΕΟΚ το 1981, παρατηρείται μια πρωτοφανής συρρίκνωση του πρωτογενούς τομέα. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (που δέσμευε τους αγρότες σε συγκεκριμένη γραμμή παραγωγής) που ακολουθήθηκε και οι επιδοτήσεις, που δημιούργησαν μεν μια ψευδαίσθηση ευημερίας αλλά προς λάθος κατεύθυνση, κατέληξαν μακροπρόθεσμα να αλλοιώσουν την παραγωγική μας ταυτότητα.
Αυτό έπληξε βαθιά την εγχώρια παραγωγή και οδήγησε στην ολοκληρωτική μας εξάρτηση από τις εισαγωγές, σε προϊόντα που παραδοσιακά παρήγαμε σε καλύτερη ποιότητα. Συνακόλουθα, η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας κατρακύλησε.
Η υπηρεσία, της υπηρεσίας, ω υπηρεσία!
Μετά το τεράστιο πλήγμα που δέχτηκε ο πρωτογενής τομέας, που θα μπορούσε να είναι ο τροχός που θέτει σε κίνηση την ελληνική οικονομία, ακολουθήθηκαν πολιτικές που παραμελούσαν ή σκοπίμως αγνοούσαν και άλλους ζωτικούς παραγωγικούς τομείς, ευνοώντας κάποιους λιγότερο κερδοφόρους, για την ικανοποίηση ίδιων ή έξωθεν συμφερόντων.
Από τη στροφή της νέας χιλιετίας, οι αναπτυξιακοί νόμοι στην Ελλάδα ενισχύουν τους παρασιτικούς τομείς της αγοράς. Ο συσχετισμός των δραστηριοτήτων και η συμμετοχή τους στο ΑΕΠ είναι χαρακτηριστικά: 3% πρωτογενής τομέας, 9% δευτερογενής και 88% υπηρεσίες! Το κυρίαρχο μαζικό προϊόν, όπως το αντιπροσωπεύουν οι παντός τύπου υπηρεσίες, είναι «αέρας».
Σε αυτόν τον λιγότερο αποδοτικό τομέα, του business plan και των κάθε είδους συμβούλων επικεντρώθηκαν οι επενδύσεις, εκείνος «γέννησε» αναπόφευκτα διαφθορά και εντός αυτού του εικονικού χρηματοπιστωτικού μοντέλου χάθηκε η αποτελεσματικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η πρόκληση της επόμενης μέρας
Η μοναδική σίγουρη οδός προς την ανάπτυξη, είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση. Ένα βιώσιμο σχέδιο που θα περιλαμβάνει σαρωτικές αλλαγές σε διαδικασίες, δομές, ουσία και ριζωμένες αντιλήψεις.
Όσο δεν επιχειρείται επαναπροσανατολισμός του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, σε παραγωγικό και διοικητικό επίπεδο, η χώρα θα κινείται στον ατέρμονο κύκλο του δανεισμού και της συνακόλουθης δημοσιονομικής λιτότητας. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δημοσιονομική προσαρμογή χωρίς παραγωγική αναδιάρθρωση, με αποτέλεσμα να μην αλλάζει τίποτα δραστικά και φυσικά να μην έχουμε ανάπτυξη, γιατί αγνοούμε ή παραβλέπουμε το αίτιο της κρίσης.
Για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία στην ομαλότητα, είναι αναγκαία η χάραξη μιας νέας εθνικής παραγωγικής στρατηγικής, η δημιουργία μιας αναπτυξιακής ατζέντας ως αποτέλεσμα σοβαρής μελέτης της ελληνικής οικονομίας, που θα εκτιμά τις πραγματικές δυνατότητες (υποδομές, γνώση, διαθέσιμοι πόροι, φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο) και θα αναδεικνύει τις ιδιαιτερότητές της, θέτοντας ξεκάθαρα τους στόχους και τα μέσα πραγμάτωσής τους.
Το σημερινό αδιέξοδο θα ξεπεραστεί μόνο εάν η ελληνική παραγωγή επιστρέψει στη δημιουργική της ψυχή. Το να στηριχτούμε στις δικές μας δυνάμεις είναι ίσως το κλειδί για την έξοδο της οικονομίας από την κρίση. Να στραφούμε παραγωγικά στην ελληνικότητά μας, σε οτιδήποτε κάνει τον τόπο μας ξεχωριστό και με τον δικό μας μοναδικό τρόπο (εφευρετικότητα, καινοτομία, ιδιαίτερη τεχνογνωσία), να αναδείξουμε την ταυτότητά μας. Να απαντήσουμε στο τυποποιημένο, μαζικό και φθηνό, με την ποιότητα. Να παράξουμε δικό μας πλούτο, ανακτώντας την αυτοδυναμία μας.
Η στόχευση των αναπτυξιακών προγραμμάτων πρέπει να αλλάξει. Η απελευθέρωση των επιχορηγήσεων να βασίζεται στην αξιολόγηση του αποτελέσματος, απαιτώντας ένα τελικό, εγχώρια παραγόμενο, προϊόν και όχι απλώς προθέσεις. Οι επιχειρήσεις που θα συμβάλλουν στην εγχώρια παραγωγή θα επιβραβεύονται με έμμεσες ελαφρύνσεις, στο τέλος της επένδυσης.
Με αυτό τον τρόπο θα ενθαρρυνθούν οι προσλήψεις και θα ανοίξουν θέσεις εργασίας, βασικός στόχος κάθε αναπτυξιακής πολιτικής.
Η «πληγή» του φορολογικού
Η κοινή λογική αρκεί για να καταλάβει κανείς πως ο συνεχής δανεισμός δε συνεπάγεται ανάπτυξη, όπως προσπαθούν να μας πείσουν. Το ίδιο συμβαίνει και με την φορολογία. Οι παράλογες αυξήσεις στο ΦΠΑ και οι συνεχείς φορολογικές «μεταρρυθμίσεις», οδηγούν σε ακόμα πιο βαθιά ύφεση.
Η «φοροκαταιγίδα» που φέρνει το Μνημόνιο θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα για τον παραγωγικό ιστό της χώρας, καθώς είναι ο θάνατος του κορμού της ελληνικής οικονομίας, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που έχουν ήδη αρχίσει η μία μετά την άλλη να βάζουν λουκέτο.
Μείωση της ανεργίας και παραγωγική ανασυγκρότηση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς δίκαιο φορολογικό σύστημα. Οι υπάρχουσες συνθήκες (ασφαλιστικές εισφορές που φθάνουν σχεδόν στο 50% του μισθού, προκαταβολή φόρου στο 100%, χαράτσια, παράλογα δημοτικά τέλη κλπ.) δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.
Μόνο μέσα από μία ορθολογική και σταθερή φορολογική πολιτική που θα παρέχει κίνητρα στους εγχώριους αλλά και τους ξένους επενδυτές (ποιος θα ρισκάρει κεφάλαιο όταν έχει απέναντί του ένα κράτος που δεν επιτρέπει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό σε σταθερές βάσεις;), θα αντιστραφεί το αντι-επενδυτικό κλίμα και θα ανοίξει ο δρόμος για μια νέα επιχειρηματικότητα.
Το πρώτο βήμα για όλα τα παραπάνω, αν θέλουμε να μιλάμε για ένα αξιοπρεπές μέλλον, είναι η παραγωγική ανασύνταξη της χώρας να τεθεί (ΚΑΙ με κοινωνική απαίτηση) στο επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου.
Του Κωνσταντίνου Γ. Νούσιου
Δικηγόρου, Περιφερειακού Συμβούλου
https://nousios.wordpress.com/