Η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κα. Μαρία Θεοχάρη, κατά τη συνεδρίαση της υποεπιτροπής υδατικών πόρων της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Προστασίας Περιβάλλοντος της Βουλής με θέμα την ποιότητα των υδάτων στους ποταμούς και τις λίμνες της Ελλάδας, αναφέρθηκε στα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Νομός.
«Προέρχομαι από μια εκλογική περιφέρεια που το υδατικό της κεφάλαιο είναι οι τρεις λίμνες της: η λίμνη Πλαστήρα, η λίμνη Σμοκόβου και η λίμνη Στεφανιάδας, η οποία έχει δημιουργηθεί από κατολίσθηση», είπε η κα. Θεοχάρη. «Η λίμνη Πλαστήρα αποτελεί το μεγαλύτερο συγκριτικό μας πλεονέκτημα. Είναι μια περιοχή με τεράστια ανάπτυξη, όμως η ανάπτυξη αυτή έχει δημιουργήσει και πολλά προβλήματα. Η αθρόα προσέλευση επισκεπτών και η δημιουργία πολλών ξενοδοχειακών μονάδων γύρω από τη λίμνη, δημιούργησαν προβλήματα ως προς τα λύματα. Δυστυχώς ο νομός δεν έχει αποκτήσει επιχειρησιακό πρόγραμμα για να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση και δεν υπάρχει βιολογικός καθαρισμός. Από τη λίμνη Πλαστήρα όχι μόνο αρδεύεται ο κάμπος, αλλά και υδρεύεται ένα μεγάλο μέρος του Νομού, όμως η ποιότητα του νερού δεν είναι καθόλου καλή.
Η λίμνη Πλαστήρα είναι ενταγμένη στο πρόγραμμα Natura. Το ίδιο συμβαίνει και με τη λίμνη Σμοκόβου. Είναι μια αναπτυσσόμενη περιοχή και πρέπει να εξετάσουμε τα όρια της ανάπτυξης, για να μην έχουμε τα ίδια αποτελέσματα με τη λίμνη Πλαστήρα. Επίσης, πρέπει να προστατεύσουμε και την αξιόλογη βιοποικιλότητα της λίμνης Σμοκόβου».
Στη συνέχεια, η Μαρία Θεοχάρη αναφέρθηκε στο γενικότερο τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Θεσσαλικός Κάμπος όσον αφορά στο νερό της άρδευσης, επισημαίνοντας ότι πρέπει να γίνουν διαχειριστικές μελέτες για να δούμε πόσο είναι το υδατικό ισοζύγιο του κάμπου. Είναι αλήθεια ότι με τον περιορισμό της μονοκαλλιέργειας του βαμβακιού έχει ελαττωθεί το πρόβλημα. Βέβαια, υπάρχει μόλυνση του υπόγειου υδάτινου φορέα, παρόλο που το πρόγραμμα μείωσης της νιτρορύπανσης έχει προχωρήσει, όμως δεν έχουμε τα επαρκή στοιχεία για να δούμε το ποσοστό της μόλυνσης του Θεσσαλικού Κάμπου.
Κλείνοντας την τοποθέτησή της, η Βουλευτής του Νομού απευθύνθηκε στον κ. Ανδρέα Ανδρεαδάκη, Ειδικό Γραμματέα της Κεντρικής Υπηρεσίας Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, αναφερόμενη στο έργο της εκτροπής του Αχελώου. Συγκεκριμένα, η κα. Θεοχάρη, τονίζοντας ότι το έργο της εκτροπής του Αχελώου είναι έργο πολύ σημαντικό για τη Θεσσαλία, καθώς είναι έργο πολυμορφικό, αρδευτικό, υδρευτικό και ενεργειακό, έθεσε το εξής ερώτημα στον κ. Ανδρεαδάκη: «Σαφώς σεβόμαστε την απόφαση του Σ.τ.Ε, αν όμως διαπιστωθεί από τις διαχειριστικές μελέτες εκ των υστέρων ότι το υδατικό ισοζύγιο στο Θεσσαλικό Κάμπο δεν επαρκεί, και μέσα σε αυτό το διάστημα έχουμε κατάρρευση ή καταστροφή των έργων, μήπως τότε θα χρειαστεί να ξαναφτιάξουμε τα έργα από την αρχή, επιβαρύνοντας εκ νέου τον Έλληνα φορολογούμενο;»
Ο κ. Ανδρεαδάκης είπε, μεταξύ άλλων, ότι όσον αφορά στην ολοκλήρωση των έργων εκτροπής του Αχελώου υπάρχει κοινωνικό θέμα, υπάρχει πολιτικό θέμα, υπάρχουν υποσχεμένα. Η στάση του Υπουργείου ήταν ότι τα ενεργειακά έργα, θα πρέπει να προχωρήσουν και προσπάθησε ως προς αυτό τουλάχιστον να διαφοροποιήσει την απόφαση του Σ.τ.Ε. Η ικανοποίηση των αναγκών στη Θεσσαλία σε νερό είναι δεδομένη και μια διαχρονική ανάγκη που δεν την αμφισβητεί κανείς.