Παρακολούθησα συνέδριο στην Καρδίτσα (23, 24, 25 Οκτωβρίου) με θέμα «Δημοτικό τραγούδι και Ιστορία», που διοργάνωσαν το Κέντρο Ιστορικής και Λαογραφικής ‘Ερευνας «Ο Απόλλων» Καρδίτσας και το τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μπορούν οι ιστορικοί του μέλλοντος (και του παρόντος) να θεωρήσουν ιστορικές πηγές τους στίχους των δημοτικών τραγουδιών; Και ναι και όχι είναι η απάντηση εξ όσων κατάλαβα.
Εκείνο που ενθουσίασε πάντως ήταν οι προσπάθειες να διαλυθεί η σύγχυση και η ομίχλη που επικρατεί στην παράδοση της χώρας, κυρίως στον χώρο της μουσικής και της λαϊκής ποίησης, του συναισθήματος και της πραγματικότητας.
Αυτό αρκεί για το «εύγε» στους διοργανωτές και τους εισηγητές, μερικοί εκ των οποίων φάνηκε ότι είχαν κοπιάσει πολύ για την ολιγόλεπτη ανακοίνωσή τους. Απομένει στους ακροατές να ανακοινώσουν σε τι τους βοήθησε η παρακολούθηση ενός τέτοιου συνεδρίου, που, κακά τα ψέματα, δεν συνηθίζεται στους υλόφρονες καιρούς μας. Μερικοί μόνο που ακούν τη λέξη παράδοση ανατριχιάζουν από αηδία.
Πού να ‘ξεραν τι θησαυρούς κουβαλάει τούτη η παράδοση και μάλιστα πολλούς που δεν έχουμε ακόμη ανακαλύψει. Πολλοί ταυτίζουν την παράδοση με την οπισθοδρόμηση, την εμμονή σε εθνική τάχα υπεροχή μέσω μύθων και συμβόλων, με ανικανότητα να παρακολουθήσουμε τις εξελίξεις και την τεχνολογία, προσκόλληση σε αταβισμούς κι ένα σωρό άλλες τέτοιες ανοησίες.
Λησμονούν το αυτονόητο, ότι δηλαδή ο άνθρωπος είναι ένα λευκό χαρτί χωρίς τη μνήμη του (εν προκειμένω τη συλλογική μνήμη), ώσπερ χάρτην εύεργον ες απογραφήν, που έλεγε ο στωικός Χρύσιππος (και μετά ο Λοκ το παρουσίασε ως tabula rasa).
Ο άνθρωπος, έλεγε ο Νίτσε, δεν μπορεί να μάθει να ξεχνά ότι είναι συνεχώς συνδεδεμένος με το παρελθόν, όσο μακριά, όσο γρήγορα κι αν τρέχει, σέρνει πάντοτε πίσω του την αλυσίδα, που διδάσκει (η αλυσίδα) τη θνητότητα. Η μνήμη είναι γεμάτη πόνους και χαρές (ξενιτειά, ξεριζωμός, θάνατος, πανηγύρια· το παράλογο δεν λείπει).
΄Ολα τούτα είναι αργόσυρτες κατακτήσεις και γερά ριζωμένες στις κοινοτικές βεβαιότητες, εμπεριέχουν και τη χαρά και την αιδώ και τη σιωπή και τον λυγμό. Είναι μια προσπάθεια να απελευθερωθεί μέσα μας το διονυσιακό στοιχείο και όχι όπως φρονούν οι δυτικοί (Φρόιντ, Σοπενχάουερ) να απελευθερωθούμε ή να παραιτηθούμε από το διονυσιακό.
Ο μύθος είναι λόγος, γιατί καλά και σώνει να τον μεταφέρουμε στον γείτονά μας ή στις μικρούλες μας βεβαιότητες; Τι είναι η συλλογική μνήμη και συνείδηση αν όχι μια θάλασσα μεταφορών, μετωνυμιών, ανθρωπομορφισμών; Θάλασσα – αλήθεια· πώς αλλιώς; Το δημοτικό τραγούδι εμπεριέχει τα μυστήρια του πρωινού που γεννά η φιλοσοφία της Ανατολής, σε αντίθεση με τη λογική της Δύσης που αναγκαστικά φιλοξενεί την κούραση του ηλιοβασιλέματος.
Εκείνο που προσωπικά εισέπραξα είναι ότι ο πολιτισμός, ο λόγος, δεν είναι θέμα μόνο ερμηνείας· η αμιγής ερμηνεία είναι βία! Η ελευθερία της λογικής και της σύγκρισης (με βαλκανικά κι ευρωπαϊκά δημοτικά κείμενα) είναι πλανεύτρα· περιπλάνηση και όχι ταξίδι. Το δημοτικό τραγούδι είναι φρουρός μιας τεράστιας παρακαταθήκης συμπεριφοράς και σημασιών, δεν έχει χρείαν να υπηρετεί πιστά την Ιστορία, παρότι είναι πολύ κοντά της και, πλειστάκις, δεν την προδίδει.
‘Οταν αυτό συμβαίνει, δεν σημαίνει τίποτε κακό· μας βοηθά να μη βαλτώσουμε σε άτεγκτους ορισμούς και ερμηνείες. Χρειάζεται πολλά περισσότερα ο ιστορικός άνθρωπος.
Γράφει ο Γιώργος Σταματόπουλος, Συγγραφέας-Δημοσιογράφος