Ειδήσεις

Ο βουλευτής Σπύρος Λάππας για την αναθεώρηση του Συντάγματος


Δεν είναι τυχαίο ότι ημερίδες, συνέδρια, συγγράμματα, αποφάσεις των Επιτροπών της Βουλής, έχουν παραδεχτεί και έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το πολιτικό σύστημα, ειδικά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, έχει απολέσει ένα πολύ μεγάλο μέρος της τιμής και της αξιοπιστίας του. Βρίσκεται πλέον στο ναδίρ, παρακάτω δεν υπάρχει. Αυτή η συζήτηση μακάρι να είναι μία ευκαιρία να αποκαθίσταται σιγά-σιγά το πολιτικό σύστημα, κερδίζοντας μέρος της χαμένης τιμής και αξιοπιστίας του, γιατί χωρίς τιμή και αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος εκ των κομμάτων του οδηγούμαστε σε μία παρέκβαση του δημοκρατικού πολιτεύματος, που γεννά τέρατα. Βρισκόμαστε σήμερα σε μια εποχή  τεράτων, αφού το κοινοβουλευτικό μας σύστημα εμφανίζει μία μοναδική εικόνα από τη διαχρονική ανάγνωση της ιστορίας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους.

Μπορεί να λεχθεί ιδίως για το άρθρο 86 με μία σοβαρότητα ότι αποτελεί ένα μέρος του αφηγήματος ή του διαλόγου, σχετικά με την πολιτική διαφθορά; Εγώ θα έλεγα «ναι». Βρισκόμαστε σε μία εποχή όπου εκείνο το μεγάλο ερώτημα που αναδύθηκε στα χρόνια των δυσκολιών τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας –και παγκοσμίως – είναι «Τι είναι η δημοκρατία και πώς κερδίζεται». Είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη και να πάρουμε τολμηρές αποφάσεις.

Έχει δίκιο η περιρρέουσα λαϊκή αντίληψη της κοινωνίας, η κοινωνία των πολιτών, που λέει ότι το άρθρο 62 ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία το πολιτικό σύστημα να μην κοιτάει ποτέ τον εαυτό του στον καθρέφτη και να αθωώνει τον εαυτό του; Έχει βάση; Έχει βάση όχι επειδή είναι αυτή η διάταξη, αλλά γιατί ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόστηκε και η πρακτική του είναι σκανδαλώδης.

Αυτό είναι, λοιπόν, η βάση για την οποία η λαϊκή βούληση, η κοινωνία των πολιτών είναι δύσπιστη και καχύποπτη απέναντί μας, απέναντι συνολικά στο πολιτικό σύστημα. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ως προς το άρθρο 62 επιλύει ικανοποιητικά σε έναν βαθμό το θέμα.

Άρα, λοιπόν, η προηγούμενη άδεια της Βουλής καταργείται για όλα τα αδικήματα. Αυτός είναι ο κανόνας. Όταν έχουμε υποψία ότι κατηγορείται ένας Βουλευτής για ένα αδίκημα που έχει λάβει χώρα κατά την άσκηση των καθηκόντων του και έχει πολιτικά χαρακτηριστικά, τότε κατ’ εξαίρεση η Βουλή δεν θα αίρει την ασυλία. Αυτό νομίζω ότι είναι βασικό και ικανοποιεί και τη νομική επιστήμη από δογματική άποψη, αλλά επιλύει και τα μεγάλα προβλήματα και τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες της κοινωνίας των πολιτών.

Υπήρξαν πολλές φορές στο ελληνικό Κοινοβούλιο πριν το 2015 μεγάλες προσωπικότητες της πολιτικής που έχουν εκφραστεί κατά αντίθετο τρόπο. Για παράδειγμα: Το 2006 ο κ. Βενιζέλος είπε στη Βουλή: «Θεωρώ ότι δεν χρειάζεται καμία αναθεώρηση το άρθρο 62…..». Τότε χρειάζονταν ερμηνευτική δήλωση, σήμερα δεν χρειάζεται. Βλέπετε τις μεγάλες αντιφάσεις της πολιτικής και των πολιτικών που διώχνουν μακριά τον πολίτη, όχι μόνο από την κάλπη –βλέπετε τα ιλιγγιώδη και αβυσσαλέα ποσοστά αποχής των εκλογών-, αλλά και μακριά από την Πολιτική -με κεφαλαία γράμματα το «π»- και τους πολιτικούς.

Μετά τον κ. Βενιζέλο παίρνει τον λόγο ο κ. Πάγκαλος  το 2006 και λέει: «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να δημιουργήσουμε συνθήκες που θα κάνουν προβληματική την άσκηση του λειτουργήματος.». Αυτό ήταν το ζητούμενο ή να αναιρέσουμε την πρακτική που οδηγούσε σε απίστευτες καταστάσεις; Είχαμε Βουλευτή του Ελληνικού Κοινοβουλίου που δεν ήρθε η ασυλία του για ανθρωποκτονία την ώρα που γλεντούσε το βράδυ με μία ερωμένη του εκτός γάμου. Αυτό δεν μας ενδιαφέρει, βέβαια, γιατί είναι προσωπικό. Είχε σχέση με τα υπουργικά του καθήκοντα; Ο εκδότης πολλών μπλοκ ακάλυπτων επιταγών συνδέεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την άσκηση των βουλευτικών του καθηκόντων; Βλέπετε ότι οι ακραίες περιπτώσεις είναι αυτές που κεντρίζουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και τη σκανδαλίζουν αφόρητα. Έχουμε, λοιπόν, σοβαρές ευθύνες ως πολιτικό σύστημα και ως κόμματα, αλλά και ατομικά ο καθένας μέσα στο κόμμα που ανήκει. Άρα, λοιπόν, να είμαστε πιο τολμηροί.

Είναι γνωστό πως η διαδικασία που τηρούνταν, η διαδικασία δηλαδή της Βουλής για τη δίωξη, δεν σήμαινε τελικά το ακαταδίωκτο ως εξαίρεση, αλλά ως κανόνα. Και αυτό είναι κάτι που πραγματικά γράφεται με μελανά γράμματα εις βάρος του πολιτικού συστήματος.  Σε όλες τις πολιτισμένες χώρες ο κανόνας και το αυτονόητο είναι να δίνεται άδεια αμέσως για δίωξη. Εκτός από σπάνιες περιπτώσεις, όταν είναι πρόδηλο ότι αυτή σχετίζεται με τα κοινοβουλευτικά καθήκοντα του Βουλευτή.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το άρθρο 62 πρέπει να λάβει μία άλλη μορφή.

Σχετικά με το άρθρο 86, νομίζω ότι είναι το αγκάθι και η πληγή στο μάτι του πολιτικού συστήματος εδώ και χρόνια. Μια σφυγμομέτρηση που έκανε η «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» παλαιότερα έδειχνε ότι το 82% των Ελλήνων πολιτών όλων των κατηγοριών -απευθυνόταν σε επιστήμονες, σε νομικούς, σε πολίτες, σε εργαζόμενους- είπε ότι το άρθρο 86 είναι κάτι το οποίο αποτελεί προσβολή για την αρχή της ισότητας απέναντι στον ποινικό νόμο.

Για την τροποποίηση του άρθρου 86, ένας θεσμός της ίδιας της ελληνικής πολιτείας, η Γενική Γραμματεία Καταπολέμησης κατά της Διαφθοράς, κατ’ εντολή που πήρε από την GRECO και από την υπηρεσία του ΟΗΕ για την καταπολέμηση της διαφθοράς -δηλαδή υπερεθνικά όργανα των οποίων οι αποφάσεις έχουν και εθνική υποχρέωση. Το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο έχει υπερεθνικό χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 28, που είναι υποχρεωτικό για το εγχώριο δίκαιο- μας είχε κάνει δύο συστάσεις. Λέει πως δύο πράγματα πρέπει να γίνουν. Η κατάργηση της δυνατότητας του Κοινοβουλίου να ανακαλεί με απόφασή του την ποινική δίωξη των μελών της Κυβέρνησης. Δεν μπορεί μία Βουλή με κάποια πολιτική συγκυρία, με κάποια δεδομένα, με κάποια δικογραφία, να αποφασίζει για τη δίωξη του Υπουργού και να αλλάζει μία κυβέρνηση ή να αλλάζουν οι πλειοψηφίες και να έρχεται ένα άλλο Κοινοβούλιο να ανακαλεί ή να αναστέλλει την άρση ποινικής δίωξης που αποφάσισε η προηγούμενη Βουλή. Αυτό είναι απαράδεκτο και δεν μπορεί να υφίσταται ούτε δογματικά ούτε πολιτικά. Και μας δίνει την εντολή να το αλλάξουμε. Δεν το αλλάζουμε και το κρατώ ως επιφύλαξη κυρίως ως νομικός. Αλλάζουμε, βέβαια, το ειδικό καθεστώς της παραγραφής του άρθρου 86.

Έχει χυθεί τόση μελάνη για το θέμα της δωροδοκίας αν είναι κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία των καθηκόντων. Και έχω να πω κάτι δημόσια στη Βουλή, κάτι που είπαμε και είπα και ως ο άνθρωπος που έγραψε το κεφάλαιο του πορίσματος για το σκάνδαλο της «NOVARTIS», σχετικά με την αρμοδιότητα της Βουλής και σχετικά με το αδίκημα της δωροδοκίας. Η δωροδοκία δεν μπορεί να είναι ποτέ μα ποτέ μέσα στα πλαίσια των καθηκόντων του υπουργού. Δεν είναι δυνατόν να λέμε ότι αν ο υπουργός είναι με τη γίδα στην πλάτη, ξέρετε αυτό είναι ένα αδίκημα που εντάσσεται στα υπουργικά καθήκοντα. Είναι δυνατόν; Προκαλούμε την κοινή γνώμη, προκαλούμε την κοινωνία των πολιτών και προκαλούμε και τη δογματική της νομικής επιστήμης.

Θα κλείσω με αναφορά στον Χανς Κέλσεν, ο οποίος έλεγε «Μα, τι είναι δικαιοσύνη; Κανένα άλλο ερώτημα δεν έχει συζητηθεί με τόσο πάθος. Για κανένα άλλο ερώτημα δεν έχει χυθεί τόσο πολύτιμο αίμα, τόσα πικρά δάκρυα, κανένα άλλο ερώτημα δεν έχει στοχαστεί τόσο βαθιά και πιο φωτεινά πνεύματα από τον Πλάτωνα μέχρι τον Καντ. Και όμως, το ερώτημα αυτό παραμένει μέχρι σήμερα αναπάντητο. Ίσως, γιατί είναι ένα από εκείνα τα ερωτήματα για τα οποία λέγεται με μια στάση στοχαστικής παραίτησης, πως ο άνθρωπος δεν θα βρει ποτέ μια οριστική απάντηση. Μπορεί, όμως, να προσπαθεί διαρκώς για να δώσει καλύτερες απαντήσεις.». Μακάρι, η σημερινή συζήτηση να τείνει προς το να δίνει πάντοτε καλύτερες απαντήσεις!

 

Προηγούμενο άρθρο Κρατικός έλεγχος των σωματείων, συκοφάντηση και τρομοκράτησή τους
Επόμενο άρθρο Στην 24ωρη Πανελλαδική Απεργία συμμετέχουν οι εργαζόμενοι στους ΟΤΑ