Η κυβέρνηση εμφανίζει την ενεργοποίηση των θετικών μέτρων ως δεδομένη αλλά η πραγματικότητα απέχει πολύ απ’ αυτό. Για να ενεργοποιηθούν οι παρεμβάσεις του 2019 και του 2020 πρέπει να πειστούν οι δανειστές ότι είναι εφικτή η παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ για όλη την περίοδο από το 2018 μέχρι και το 2021. Σκοπεύει η ελληνική κυβέρνηση να δημιουργήσει αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα με τους φόρους. Είναι και το μοναδικό μέγεθος που αποτυπώνεται να αυξάνει καθ’ όλη την περίοδο μέχρι το 2021. Δεσμεύει δηλαδή τη χώρα για χρόνια και μετά τη λήξη του μνημονίου. Η εξάρτηση πλεονασμάτων από τους φόρους αναδεικνύει και το τεράστιο ρίσκο για την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων που χωρίς αυτά όχι μόνο δεν υπάρχουν αντίμετρα αλλά αναβιώνει και ο κίνδυνος επιβολής πρόσθετων μέτρων. Η αύξηση των φορολογικών εσόδων θα μπορούσε να μην είναι επώδυνη για τους πολίτες αν τροφοδοτούνταν αποκλειστικά από την αύξηση του ΑΕΠ και όχι από τα πρόσθετα εισπρακτικά μέτρα που το συρρίκνωσαν για το έτος 2018 μόλις και μετά βίας στα 188 δις ευρώ ενώ η πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών το Μάιο του 2014 ήταν ότι αυτό θα έφτανε στα 217 δις ευρώ. Δηλαδή χάνουμε 30 δις σχεδόν εισοδήματος εξαιτίας της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου. Κάθε ελληνικό νοικοκυριό γίνεται κατά 7.000 ευρώ φτωχότερο. Και ταυτόχρονα οι φτωχότεροι Έλληνες θα πληρώσουν επιπλέον και τα 14,2 δις ευρώ αχρείαστα μέτρα που τους επέβαλαν με το 4ο μνημόνιο. Έτσι με τον τρόπο αυτό αποκαλύπτεται σε όλους η μεγαλύτερη πολιτική εξαπάτηση που γνώρισε ποτέ η πατρίδα μας.
Του Ορέστη Ψαχούλα, Εντεταλμένου Συμβούλου Περιφέρειας Θεσσαλίας στους τομείς Απασχόλησης & Εμπορίου