Η 18η Σεπτεμβρίου 2020 είναι μια ημερομηνία που θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στο μυαλό όλων μας. Οι ζημιές που προκλήθηκαν από το καταστροφικό πέρασμα του «Ιανού» είναι τεράστιες, ιδιαίτερα μάλιστα όσον αφορά τον πρωτογενή τομέα της περιοχής μας. Ζημιές που δεν περιορίζονται μόνο στο φυτικό και ζωικό κεφάλαιο αλλά και στις εγγειοβελτιωτικές υποδομές, οι οποίες επλήγησαν σε σημαντικό βαθμό και σε σημαντικό ποσοστό. Υπάρχει μάλιστα δημοσιευμένη ήδη, σχετική μελέτη ως προς το ύψος των ζημιών από το ΤΟΕΒ Ταυρωπού. Τί γίνεται όμως από εδώ και πέρα; Ολοκληρώθηκε το κακό ή πρέπει να αναμένουμε και χειρότερα;
Η απάντηση είναι προφανής και δυστυχώς δεν είναι -με τα μέχρι στιγμής δεδομένα- η επιθυμητή. Αν και ήδη έχουν ξεκινήσει οι αποζημιώσεις των καλλιεργειών που επλήγησαν και δρομολογείται η αποζημίωση του κεφαλαίου των αγροκτηνοτροφικών μονάδων, δυστυχώς είμαστε αρκετά πίσω ως προς την αποκατάσταση των υποδομών. Η μη αποκατάσταση των πληγέντων εγγειοβελτιωτικών υποδομών εγκαίρως, θα οδηγήσει στην αδυναμία καλλιέργειας των ποτιστικών καλλιεργειών (κυρίως βαμβάκι και καλαμπόκι) σε σημαντικές εκτάσεις την ερχόμενη άνοιξη όπως άλλωστε κατέδειξε και η ιδιαίτερα κατατοπιστική σχετική μελέτη από το ΤΟΕΒ Ταυρωπού. Ως συνέπεια, θα οδηγηθούν οι αγρότες της περιοχής μας σε σημαντικές απώλειες εισοδήματος με την προαναφερθείσα σχετική μελέτη να κάνει λόγο για άμεσες απώλειες της τάξης των 4.000.000 €. Θα συμφωνήσουμε σε αυτή την πρόβλεψη, ανλάβουμε υπόψη τη διαφορά στην πρόσοδο μεταξύ μιας ποτιστικής καλλιέργειας (π.χ. βαμβάκι) έναντι μιας μη ποτιστικής καλλιέργειας (π.χ. σιτάρι) αναγόμενη στα εκτιμώμενα πληττόμενα στρέμματα και σε μια χρονιά που θα εξελιχθεί με κανονικές ή ευνοϊκές για τη διαμορφωθείσα κατάσταση καιρικές συνθήκες. Τί θα συμβεί όμως αν δεν εξελιχθούν ευνοϊκά οι καιρικές συνθήκες και δεν καταφέρουν να αποδώσουν ούτε τα ελάχιστα δυνατά οι καλλιέργειες; Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν όλοι, ότι τότε οι οικονομικές απώλειες θα είναι ακόμη σημαντικότερες αφού θα οδηγηθούμε και σε απώλειες ενισχύσεων. Να μην ξεχνάμε μάλιστα, πως οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις της περιοχής μας είναι μικρομεσαίου μεγέθους και οριακής βιωσιμότητας, κύριας και αποκλειστικής απασχόλησης, οδηγώντας σε ακόμη μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα.
Θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας και τις ζημιές που θα προκληθούν στις επιχειρήσεις που απασχολούνται γύρω από τον αγροτικό τομέα και τις σημαντικότατες απώλειες από την αναπόφευκτη μείωση του συνολικού κύκλου εργασιών, πρωτίστως βέβαια των καταστημάτων γεωργικών εφοδίων. Κατ’ επέκταση, το ίδιο θα συμβεί και με όλες τις υπόλοιπες επιχειρήσεις της περιοχής, εμπορικά και λοιπά καταστήματα, αφού ο πρωτογενής τομέας είναι ο βασικός πυλώνας οικονομικής στήριξης και ανάπτυξης της περιοχής μας. Έπεται μάλιστα, οικονομικά δύσκολων χρόνων λόγω της πρωτύτερης άσχημης οικονομικής γενικά κατάστασης, επιβαρυμένης μάλιστα και με τις αποκαταστάσεις των ζημιών της πρόσφατης θεομηνίας. Το οικονομικό λοιπόν αποτέλεσμα θα είναι τεράστιο και δυσβάσταχτο για όλους και για όλη την περιοχή.
Σκοπός όμως δεν είναι η κινδυνολογία αλλά μέσω της καταγραφής των προβλημάτων, των εκτιμώμενων κινδύνων και των πιθανών δυσμενών αποτελεσμάτων να ληφθούν οι απαραίτητες αποφάσεις και στο σωστό χρόνο και να οδηγηθούμε στη βέλτιστη δυνατή διαχείριση και τον περιορισμό (αν όχι πλήρη αποφυγή) της εκτιμώμενης ζημιάς. Κρίνεται λοιπόν απαραίτητη, η επίσπευση των διαδικασιών αποζημίωσης όλων των πληττόμενων αγροτών και κτηνοτρόφων τόσο για τις απώλειες στην παραγωγή τους όσο και για το ζημιωθέν κεφάλαιο. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να στηριχθούν και να μπορέσουν να ορθοποδήσουν και να επανέλθουν στη διαδικασία παραγωγής το συντομότερο δυνατό. Επίσης, άμεσα θα πρέπει να δρομολογηθεί η αποκατάσταση των ζημιών στις εγγειοβελτιωτικές υποδομές ώστε να μη χαθεί η ερχόμενη καλλιεργητική περίοδος και να προχωρήσουν οι καλλιεργητές στις απαραίτητες καλλιεργητικές εργασίες ως μια κανονική χρονιά και να επιτευχθεί το μέγιστο δυνατό οικονομικό αποτέλεσμα.
Βέβαια, η αποκατάσταση αυτών των ζημιών είναι κάτι προσωρινό, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις άμεσες ανάγκες των καλλιεργειών και δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίσει από τις απαιτούμενες επενδύσεις που πρέπει να γίνουν ώστε να εξασφαλίσουμε και το μέλλον των καλλιεργειών μας και του τόπου μας. Αυτές δεν είναι άλλες από την κατασκευή ενός σύγχρονου αρδευτικού δικτύου που θα αντικαταστήσει το ήδη πεπαλαιωμένο και κατεστραμμένο. Ένα σύγχρονο κλειστό δίκτυο που όπως περιγράφεται και στη σχετική μελέτη του ΤΟΕΒ Ταυρωπού, θα εκμεταλλεύεται την γεωμορφολογία της περιοχής (μέγιστη υψομετρική διαφορά 90μ από το σημείο εκκίνησης) οδηγώντας στην εξοικονόμηση νερού και επιτρέποντας τη χρήση μεθόδων άρδευσης υψηλής αποδοτικότητας και μηδενικών ενεργειακών αναγκών.
Ο χρόνος μετράει αντίστροφα. Οι δυσκολίες είναι μπροστά μας και πρέπει οι εξελίξεις να δρομολογηθούν άμεσα ώστε να μη βιώσουμε ακόμη μία καταστροφή. Οι όποιες αποφάσεις ληφθούν θα πρέπει να εφαρμοσθούν άμεσα ενώ επ’ ουδενί λόγω δεν θα πρέπει να υπονομεύσουν τη μελλοντική μας βιωσιμότητα. Δυστυχώς, όπως αποδεικνύεται από πλήθος μελετών, ο νομός Καρδίτσας είναι από τους φτωχότερους νομούς στη χώρα μας και η διάθεση και διαχείριση των χρημάτων που απαιτούνται για τις επείγουσες αποκαταστάσεις δεν θα πρέπει να αποτρέψουν τις απαιτούμενες επενδύσεις που θα στηρίξουν την τοπική οικονομία και θα δώσουν την απαιτούμενη ώθηση για την ανάπτυξη της περιοχής μας. Γνώση υπάρχει, διάθεση υπάρχει, χρόνος και περιθώρια λάθους δεν υπάρχουν.
Του Γεωπονικού Συλλόγου Ν. Καρδίτσας