Μ. Θεοχάρη: «Δημιουργία Ενιαίας Συνεταιριστικής Οργάνωσης στη Θεσσαλία»


Είναι κοινή  πεποίθηση όλων ότι μια από της βασικές παραμέτρους που η χώρα βιώνει αυτή τη πρωτοφανή οικονομική κρίση είναι το παραγωγικό μας πρότυπο. Εδώ και δεκαετίες δημιουργήσαμε ένα κρατικοδίαιτο θνησιγενές παραγωγικό μοντέλο μη βιώσιμο, μη ανταγωνιστικό και αδύναμο να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις.

Κοινή πεποίθηση όλων όμως είναι ότι για να βγούμε από την κρίση πρέπει να ανοίξει ο κύκλος της ανάπτυξης. Ανάπτυξη στοχευμένη σε συγκεκριμένους τομείς οι οποίοι θα προσθέτουν άμεσα στο ΑΕΠ να δίνουν έσοδα στα ασφαλιστικά ταμεία, να δημιουργούν θέσεις εργασίας. Ένας  λοιπόν από αυτούς τους τομείς είναι ο πρωτογενής τομέας η αγροτοδιατροφική παραγωγή, ένας τομέας ο οποίος πρέπει να επανασχεδιαστεί και να αναμορφωθεί εκ βάθρων για να υπάρξει ελπίδα εξόδου από την κρίση.

 

Όλοι γνωρίζαμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο μικρομεσαίος αγρότης ο οποίος εδώ και χρόνια έχει εγκλωβιστεί σε μια άνιση και άναρχη βιοπάλη. Επαναπαύτηκε από τις εφήμερες και ευκαιριακές πρακτικές επιβίωσης, βασιζόμενος στις εθνικές και ευρωπαϊκές παροχές. Πολλοί από αυτούς έπαψαν να παράγουν περιμένοντας μόνο το «τσεκ» της επιδότησης. Αυτό βεβαίως συνέβη διότι δεν υπάρχει ένα εθνικό σχέδιο αγροτικής ανάπτυξης και παραγωγικότητας που να δίνει ευκαιρίες για ανταγωνισμό. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα  της συρρίκνωσης του αγροτικού εισοδήματος, της έλλειψης επενδύσεων στον πρωτογενή τομέα, στη μείωση της αγροτικής παραγωγής σε σημαντικά προϊόντα και στη συνεχή αύξηση του κόστους παραγωγής, το συνεταιριστικό κίνημα δεν ανταποκρίθηκε στο ρόλο του ως δίχτυ προστασίας του παραγωγού.

 

Λειτούργησε ως ένας  διοικητικός μηχανισμός παραγόντων διατηρώντας συνεταιρισμούς «σφραγίδες» μόνο και μόνο να διασφαλίζονται τα προνόμια και οι προνομιούχοι. Και αυτό διαφαίνεται ότι από τους 6.500 συνεταιρισμούς που υπάρχουν το 80% περίπου είναι σφραγίδες με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στον παρεμβατικό τους ρόλο τόσο στην παραγωγή και προώθηση των προϊόντων αποκλείοντας τα καρτέλ και τους μεσάζοντες που απομιζούν τον  ιδρώτα του αγρότη όσο και το κόστος παραγωγής στα φάρμακα και τα εφόδια. Με αυτά τα δεδομένα  η τελευταία νομοθετική πρωτοβουλία του ΥΠΑΑΤ για την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου των αγροτικών συνεταιρισμών αποτελεί σημαντική διαρθρωτική αλλαγή, διότι το συνεταιριστικό κίνημα δεν χρειάζεται απλά μια οργανωτική αλλαγή, χρειάζεται μια ουσιαστική ρήξη, μια βαθιά τομή έτσι ώστε να γίνει ένα σημαντικό βιώσιμο και ανταγωνιστικό εργαλείο στον αγροτικό πληθυσμό της χώρας. Και αυτό γιατί η απελευθέρωση του εμπορίου, η ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά, το ειδικό καθεστώς με τρίτες χώρες, η εξειδίκευση των ανταγωνιστριών χωρών σε συγκεκριμένα  προϊόντα, οι μεγάλες μονάδες γεωργικών εκμεταλλεύσεων στο εξωτερικό μας βρήκαν ανέτοιμους και μας ξεπέρασαν.

 

Πεποίθηση μου είναι ότι τώρα πρέπει να πάρει πρωτοβουλία το συνεταιριστικό  κίνημα της Θεσσαλίας για τη δημιουργία ενός δυνατού ουσιαστικού φορέα , ο οποίος βασιζόμενος στο θεσμικό πλαίσιο του νέου νόμου να καταστήσει τον κάμπο της Καρδίτσας και όλης της Θεσσαλίας, που είναι ένας ευλογημένος τόπος, ισχυρό κέντρο παραγωγής και προώθησης αγροτικών προϊόντων  στηρίζοντας έτσι την τοπική κα ι εθνική  μας οικονομία. Ένας συνεταιρισμός ισχυρός, βιώσιμος, ανθεκτικός στις πιέσεις της αγοράς. Μια εμπορική επιχείρηση στην υπηρεσία των πολλών που θα καθορίζει και όχι να ακολουθεί τα δρώμενα στον αγροτικό κόσμο. Αυτό θα επιτευχθεί αν όλοι πιστέψουμε ότι ο αγροτικός χώρος δεν είναι ξοφλημένος έχει λαμπρό μέλλον αρκεί να τον στηρίξουμε όλοι αξιοποιώντας τις ευκαιρίες και δυνατότητες που δίνει το νέο θεσμικό πλαίσιο.

Προηγούμενο άρθρο Μετέωρη η μεταφορά των μαθητών στο δήμο Παλαμά
Επόμενο άρθρο Ρεμπέτικη βραδιά στο Παυσίλυπο με το μουσικό σχήμα «ΤΕΤΡΑΣ»