Τι περιμένουν εκπαιδευτικοί και μαθητές από το μουσείο; Θεματικές ξεναγήσεις; Σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα; Ή μήπως cd-rom και υποστηρικτικό υλικό για να προετοιμάσουν μόνοι τους το πρόγραμμα που θεωρούν οτι ταιριάζει καλύτερα στις μαθησιακές συνθήκες και απαιτήσεις της ομάδας τους; Από την άλλη πλευρά τα μουσεία σε ποιους και πως απευθύνονται; Προνομιακό κοινό τους είναι μόνο οι μαθητές;
Το σχολείο και το μουσείο, θεσμοί ευρεία αποδοχής όσο και απόρριψης λόγω του κρίσιμου ρόλου τους στη διαμόρφωση συνειδήσεων, νοοτροπιών και στάσεων για την κάθε εποχή, αποτελούν μόνιμο πεδίο αντιπαράθεσης σε σχέση με το/τα κυρίαρχο/α μοντέλο/α του πολίτη. Οι ρόλοι τους οποίους καλούνται κάθε φορά να ενσωματώσουν, τα μέσα που είναι σκόπιμο και δέον να χρησιμοποιήσουν για την αυτοπραγμάτωσή τους αλλάζουν παρακολουθώντας τις αντίστοιχες προσδοκίες της κοινωνίας.
Πάνω σε αυτά τα ζητήματα είχαν την ευκαιρία να προβληματιστούν όσοι επέλεξαν να βρεθούν το περασμένο Σάββατο στο μουσείο Πόλης του δήμου Καρδίτσας. Ομιλήτρια-εμψυχώτρια του βιωματικού εργαστηρίου με θέμα τα εκπαιδευτικά προγράμματα στα μουσεία και τις νέες προκλήσεις που δέχονται ήταν η συντοπίτισσα αρχαιολόγος κ. Ράνια Φατόλα, συνεργάτης του γραφείου εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, ενός από τα πιο δραστήρια και καινοτόμα μουσεία της χώρας. Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους από το θάνατο του εμπνευσμένου διευθυντή του, κ. Δ. Κωνστάντιου το μουσείο πραγματοποιούσε μάλιστα αυτό το Σαββατοκύριακο σειρά εκδηλώσεων προς τιμήν του. Στη μνήμη του αφιερώθηκε και το εργαστήριο που πραγματοποιήθηκε στο Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο «Λ. & Ν. Σακελλαρίου».
Η εκδήλωση υπήρξε πρωτοβουλία του Δικτύου Ιστορικών και Λαογραφικών μουσείων και συλλογών ν. Καρδίτσας και διοργανώθηκε με αφορμή το πρόγραμμα «Κοινωφελής Εργασία» του Υπουργείου Απασχόλησης, στο οποίο συμμετέχει. Δίκτυο και «Φίλοι του μουσείου πόλης» βρήκαν την ευκαιρία να κόψουν παράλληλα την πρωτοχρονιάτικη πίτα τους και να ανασκοπήσουν δημόσια τη διαδρομή και τη σημασία τους για τον πολιτισμό ως βιωμένη πραγματικότητα και όχι ως σπουδαιοφανή, χωρίς ουσία και αποτύπωμα, διαδικασία. Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους 70 περίπου άτομα, μέλη των δύο σωματείων αλλά και συμμετέχοντες στο εργαστήριο που ακολούθησε, μεταξύ αυτών και ο πρόεδρος του ΔΟΠΑΚ, κ. Ιω. Ζορμπάς, οι αντιδήμαρχοι Καρδίτσας Ελ. Αγραφιώτη και Φιλ. Κωτούλας, στελέχη μουσείων και εκπαίδευσης κά.
Ο κ. Ζορμπάς ευχήθηκε στενότερη συνεργασία του Δήμου με σωματεία, τόσο δραστήρια όσο οι Φίλοι και το Δίκτυο, τα οποία συμβάλλουν με ουσιαστικές πρωτοβουλίες όπως αυτή του βιωματικού εργαστηρίου, στην ενίσχυση του κοινωνικού ρόλου των μουσείων.
Ο πρόεδρος των Φίλων του μουσείου κ. Κ. Φωτάκης εξέθεσε στη συνέχεια συνοπτικά το έργο του συλλόγου σε σχέση με την εκπαιδευτική προσφορά του μουσείου πόλης. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε στις δράσεις του προγράμματος «Ιστοριότοπος», οι οποίες περιλαμβάνουν ένα εκπαιδευτικό έντυπο, το οποίο υποστηρίζει εδώ και τρία χρόνια τις πάμπολλες επισκέψεις σχολείων του νομού (και όχι μόνο) στο μουσείο ύδρευσης που λειτουργεί με την ευθύνη του μουσείου πόλης στην Παπαράντζα και ένα cd–rom για την ιστορία του Παλαμά, εργαλείο προς αξιοποίηση από τους εκπαιδευτικούς του εν λόγω δήμου. Ανακοίνωσε επίσης ότι μέσα στο επόμενο δίμηνο θα ολοκληρωθεί το φιλόδοξο σχέδιο της παραγωγής ενός αντίστοιχου cd–rom για την Καρδίτσα, το οποίο θα αναφέρεται στην ιστορία της πόλης από τους πρώιμους Οθωμανικούς χρόνους ως τη δεκαετία του 1960 και θα διαθέτει πλούσιες πηγές σε επεξεργασμένη και αυτούσια μορφή, κείμενα και εποπτικό φωτογραφικό υλικό.
Το λόγο πήρε στη συνέχεια ο βουλευτής και πρόεδρος του Δικτύου κ. Π. Σιούφας, ο οποίος αναφέρθηκε στην τρέχουσα δράση του Δικτύου μέσω του προγράμματος «Κοινωφελής Εργασία» και στη σημαντική δουλειά υποδομής που παράγεται μέσω της επιστημονικής καταγραφής και τεκμηρίωσης των 15 μουσείων και συλλογών που συμμετέχουν πλέον στο Δίκτυο. Το Δίκτυο μουσείων της Καρδίτσας είναι το μόνο θεματικό πολιτισμικό δίκτυο στη Θεσσαλία και ο μοναδικός φορέας με τη μορφή της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας, ο οποίος κατάφερε να ενταχθεί στο πρόγραμμα. Συγκεκριμένα υπολογίζεται ότι από την έναρξη του προγράμματος στα μέσα Οκτωβρίου οι 7 συνεργάτες του Δικτύου (αρχαιολόγοι, ιστορικοί, εθνολόγοι, προγραμματιστές) υπό την εποπτεία και επιστημονική καθοδήγηση του κ. Π. Κομπορόζου κατέγραψαν όλο το υλικό των μουσείων και των συλλογών που λειτουργούν εκτός της πόλης και ένα σημαντικό ποσοστό των αντίστοιχων στην Καρδίτσα. Στην τρέχουσα φάση πραγματοποιείται η επεξεργασία των δεδομένων και η ηλεκτρονική τους καταχώρηση ενώ στο τελικό στάδιο το υλικό θα πάρει τη μορφή εγγραφών σε συγκεκριμένο μουσειακό λογισμικό, ώστε να είναι δυνατή η σωστή ανάκληση της πληροφορίας αλλά και η οργάνωση και διαχείριση εκθέσεων μέσω διαδικτύου.
Στο δεύτερο μέρος της εκδήλωσης, στο οποίο συμμετείχαν περίπου 30 εκπαιδευτικοί και άνθρωποι από το χώρο των μουσείων και της τέχνης, η ομιλήτρια-εμψυχώτρια του βιωματικού εργαστηρίου κ. Φατόλα αναφέρθηκε στη πλούσια εκπαιδευτική δραστηριότητα του ΒΧΜ, η οποία έχει προσαρμοστεί στις δύσκολες τρέχουσες συνθήκες της έλλειψης προσωπικού και κονδυλίων. Σχολικές ομάδες αλλά και «λέσχες φιλίας», τα γνωστά ΚΑΠΗ αποτελούν πλέον τους συχνότερους οργανωμένους επισκέπτες του μουσείου. Οι δομημένες ξεναγήσεις και οι δραστηριότητες που πραγματοποιούνται με τις τελευταίες ακολουθούν τις προτιμήσεις και τα ενδιαφέροντα του συγκεκριμένου κοινού. Ακολούθησε κύκλος συζήτησης όπου ακούστηκαν ποικίλες απόψεις και προβληματισμοί σχετικά με τους τρόπους επικοινωνίας του μουσείου με το κοινό, ιδιαίτερα το εκπαιδευτικό, τις πρακτικές δυσκολίες και τις πιθανές λύσεις, οι οποίες μπορούν να προκύψουν μέσα από τη στενή συνεργασία μουσείων και εκπαιδευτικής κοινότητας. Στη συνέχεια οι συμμετέχοντες επεξεργάστηκαν μαζί με την εμψυχώτρια του σεμιναρίου και την επιστημονική υπεύθυνη του μουσείου κ. Φ. Λέκκα σχέδια δομημένων εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων στο μουσείο πόλης με αφορμή δύο εκθέματα του μουσείου.
Το εργαστήριο έκλεισε με τη δέσμευση των μουσείων της πόλης, του Δικτύου αλλά και των εκπαιδευτικών να περάσουν σε ένα πιο ώριμο και ουσιαστικό στάδιο συνεργασίας, μέσα από την επεξεργασία ενός προγράμματος δομημένων ξεναγήσεων και εισηγήσεων, το οποίο ανέλαβε να επεξεργαστεί το μουσείο πόλης.