Την πλέον ιστορική απόφαση κλήθηκε να πάρει ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου να ενεργοποιήσει την προσφυγή της χώρας στο μηχανισμό στήριξης της Ε.Ε. Έναν μηχανισμό που δημιουργήθηκε ύστερα από την επίμονη προσπάθεια του ίδιου, να πείσει τους Ευρωπαίους Εταίρους μας για την αναγκαιότητα ύπαρξής του. Σίγουρα ήταν μια δραματική απόφαση, μονόδρομος, αλλά επιβεβλημένη από τις διεθνείς συγκυρίες, καθώς οι κερδοσκόποι σφυρηλατούσαν ανελέητα τη χώρα, ποντάροντας στη χρεωκοπία της.
Ο Πρωθυπουργός δίνοντας όλον αυτό τον καιρό, έναν τιτάνιο αγώνα να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της χώρας στις ξένες αγορές και στην Ε.Ε., πήρε τη σώφρονα και πατριωτική αυτή απόφαση για τη σωτηρία της χώρας, αφού διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική πηγή άμεσου δανεισμού προκειμένου να ανταπεξέλθουμε στις άμεσες ανάγκες, ξεπερνώντας ιδεολογικές αναφορές και κομματικές σκοπιμότητες. Η προσφυγή έχει προκαλέσει αντιδράσεις και κριτική εκατέρωθεν. Αν θέλουμε όμως να είμαστε πραγματιστές και ρεαλιστές, πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τις κομματικές παρωπίδες και να κοιτάξουμε την κυνική και σκληρή πραγματικότητα κατάματα.
Για μεν τη Ν.Δ. δεν δικαιούται να ομιλεί, διότι εκείνη με την πλέον επικίνδυνη, φαύλη και ολέθρια πολιτική την τελευταία πενταετία, μας οδήγησε στην επιλογή της προσφυγής. Έφερε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού, αφού τη φόρτωσε με ένα τεράστιο χρέος και έλλειμμα. Και όταν κατάλαβαν ότι «δεν πάει άλλο», εγκατέλειψαν «το σκάφος σαν ποντικοί» προσφεύγοντας σε πρόωρες εκλογές. Ο Κ. Καραμανλής ο κατ’ εξοχήν υπεύθυνος για την κατάρρευση της οικονομίας, είχε βάλει τη διακυβέρνηση της χώρας στον «αυτόματο πιλότο». Δραπέτευσε κυριολεκτικά, ενώ απαξιεί να βγει να κάνει έστω και ένα σχόλιο για την τωρινή κατάσταση ως πρώην πρωθυπουργός. Η δε αριστερά ας διατυπώσει, αν έχει, μία συγκεκριμένη, συμβατή και ρεαλιστική πρόταση για το πού θα βρίσκαμε τα 11 δις ευρώ που χρειαζόμασταν μέσα στο Μάιο. Καλή η πολιτική κριτική, αλλά δεν δίνει απάντηση στο αδιέξοδο για το πού θα βρεθούν τα χρήματα για να καλυφθούν οι ανάγκες πληρωμών μας και να μην δηλώναμε πτώχευση.
Είναι γεγονός ότι το ΔΝΤ προκαλεί φόβο και δέος, διότι είναι ένας οργανισμός ταυτισμένος με αντικοινωνικά και αντιλαϊκά μέτρα, όπως περικοπές μισθών και συντάξεων, απολύσεις υπαλλήλων κτλ. Η Ελλάδα όμως δεν προσέφυγε απ’ ευθείας στο ΔΝΤ, αλλά στο μηχανισμό της Ε.Ε. και προφανώς ως χώρα της Ευρωζώνης θα έχει τη στήριξη των Εταίρων της. Το ΔΝΤ έχει τη μειοψηφία σ’ αυτόν το μηχανισμό, δηλαδή έχει το 30%, άρα σ’ αυτό το ποσοστό θα περιοριστεί και ο ρόλος του. Όλα τα μέτρα που μας ζήτησε η Ε.Ε. έχουν παρθεί έτσι κι αλλιώς, προκειμένου να εγκριθεί το πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Άρα λοιπόν, από εμάς εξαρτάται αν θα είμαστε συνεπείς στην εφαρμογή αυτού του προγράμματος.
Όλοι συμφωνούμε ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε τεράστιες διαρθρωτικές και δημοσιονομικές αλλαγές αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως χώρα. Όλοι μας συμφωνούμε ότι δεν έχουμε ανταγωνιστική οικονομία, ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ελλειμματικό, άρα υπάρχει επιτακτική ανάγκη αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας μας. Πρέπει να εκσυγχρονίσουμε το κράτος και τη Διοίκηση, να πάψει να υπάρχει ένα πελατειακό, εξαρτημένο και φαύλο σύστημα διακυβέρνησης. Να πατάξουμε τη διαφθορά που είναι η αιτία πολλών κακών που υφιστάμεθα σήμερα. Να ισορροπήσουμε τα δημοσιονομικά μας μέσα από ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, που ήδη ψηφίσαμε, όπου ο καθένας θα πληρώνει ανάλογα με τη δυνατότητά του και όχι να πληρώνουν μόνιμα τα συνήθη υποζύγια, δηλαδή οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι και γενικώς τα χαμηλότερα στρώματα. Γι’ αυτά τα στρώματα, λοιπόν, η Κυβέρνηση πρέπει να «βάλει πλάτη», να αντισταθεί σθεναρά στους νέους όρους που θα θελήσουν να μας βάλουν οι επιτηρητές, να μη θιγούν κυριαρχικά δικαιώματα των εργαζομένων, να μη συρρικνωθεί κι άλλο το ήδη συρρικνωμένο εισόδημά τους, να μη θιγεί ο 13ος και 14ος μισθός κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, γιατί τότε η ύφεση στην ελληνική οικονομία θα είναι τόσο βαθειά, διότι δεν θα υπάρχει ζήτηση και η κοινωνική συνοχή θα έχει διαταραχθεί ανεπανόρθωτα.
Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας, δύσκολο και επώδυνο. Πιστεύουμε ότι θα τα καταφέρουμε. Ότι οι θυσίες μας δεν θα πάνε χαμένες. Το χρωστάμε στις επόμενες γενεές που έρχονται.