Πρώτη φορά ζούμε σε τέτοιες συνθήκες περιορισμού, όπου αναγκαζόμαστε να περνάμε τόσες ώρες μέσα στο σπίτι με αυτούς που συγκατοικούμε. Για άλλους συγκάτοικοι είναι οι γονείς, για άλλους τα παιδιά, για άλλους ο σύζυγος και για κάποιες γυναίκες ο άνθρωπος που τις έχει κακοποιήσει στο παρελθόν. Φανταστείτε λοιπόν πόσο δυσμενής γίνεται η συμβίωση για πολλές ώρες την ημέρα μαζί του.
Ο κορωνοϊός πέρα από τις επιπτώσεις στη ζωή μας, στην υγεία μας, στην ψυχολογία μας, έγινε και η αιτία να αυξηθούν τα περιστατικά έμφυλης βίας. Από την μια ο κατ’ οίκον περιορισμός που προκαλεί άγχος και πίεση, από την άλλη η ανασφάλεια στο εργασιακό περιβάλλον και η μείωση των εισοδημάτων που προκαλεί η πανδημία, γίνονται αφορμή ο άνθρωπος που έχει κακοποιήσει στο παρελθόν να ασκήσει βία ευκολότερα.
Την περίοδο αυτή του εγκλεισμού στο σπίτι και της απομόνωσης, δε μπορούμε να έρθουμε σε επαφή με φίλους και συγγενείς. Είμαστε αποκομμένοι από το υποστηρικτικό και από το εργασιακό περιβάλλον. Συνακόλουθο είναι να μειώνεται η δυνατότητα κάποιων γυναικών όταν το έχουν ανάγκη ,να ζητήσουν βοήθεια και υποστήριξη από το συγγενικό ή φιλικό περιβάλλον. Επιπρόσθετα φοβούνται και αποθαρρύνονται να καλέσουν στις τηλεφωνικές γραμμές στήριξης για να μην τις ακούσουν οι θύτες που βρίσκονται μαζί τους υποχρεωτικά στο σπίτι. Το γεγονός ότι βρίσκονται στον ίδιο χώρο με τον άνθρωπο που τις κακοποιεί όλη μέρα είναι τραγικό ,αφού δεν βρίσκουν ασφάλεια ούτε μέσα στο σπίτι τους.
Ενώ τα μέτρα καταπολεμούν την διασπορά του ιού, οι συνθήκες προκαλούν την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Σε περιόδους ιδιαίτερου κινδύνου, χρειάζεται να αυξηθεί τόσο η κοινωνική ευαισθητοποίηση όσο και τα αντανακλαστικά της πολιτείας, ώστε να προστατεύσουν τις γυναίκες που βρίσκονται σε κίνδυνο.
Καθώς η παθογένεια αυτή, ξετυλίγεται, μπορεί να εκδηλωθούν και άλλες τραγικές πτυχές, όπως η σωματική κακοποίηση των παιδιών.
Κανείς δεν επιτρέπεται και δεν αξίζει να γίνει αντικείμενο κακοποίησης από κανέναν. Η βία αφήνει σημάδια και διαχρονικά τραύματα τα οποία δυσκολεύουν την ζωή των ανθρώπων που τα κουβαλούν. Ο κάθε ένας από εμάς πρέπει να έχει τη θέληση να βοηθήσει. Σε τέτοιες έκτακτες συνθήκες, δε μπορούμε να μένουμε αμέτοχοι θεατές.
Το σπίτι μας θα έπρεπε να είναι το μέρος που νιώθουμε ασφαλείς και προστατευμένοι, ένα καταφύγιο από το άγχος και την πίεση της καθημερινότητας.
Δυστυχώς όμως για πολλές γυναίκες σημαίνει το ακριβώς αντίθετο , αφού αγωνίζονται για την επιβίωσή τους ακριβώς εκεί όπου έπρεπε να προστατεύονται. Το μένουμε σπίτι για το καλό όλων, μπορεί να αποδειχτεί πολύ επικίνδυνο για κάποιες γυναίκες που αναγκάζονται να μείνουν σπίτι με τον άνθρωπο που τις κακοποιεί.
Πολλές γυναίκες και παιδιά πέφτουν θύματα βίας χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν βοήθεια καθώς βρίσκονται συνεχώς στον ίδιο χώρο με τον δράστη τους .Στην περίπτωση αυτή εγώ, εσύ, ο γείτονας πρέπει να γίνει η φωνή τους και να καταγγείλει επώνυμα ή ανώνυμα το περιστατικό. Είναι απάνθρωπο να αγνοήσει κάποιος τον κίνδυνο και τον πόνο που βιώνουν οι γυναίκες που κακοποιούνται. Είναι αναισθησία να κλείσουμε τα αυτιά στις φωνές που θα ακούσουμε από το διπλανό διαμέρισμα. Αυτή την δύσκολη περίοδο πρέπει να σκεφτούμε αυτές τις γυναίκες και να βρούμε έναν τρόπο να τις βοηθήσουμε. Δεν πρέπει να τις αφήσουμε μόνες τους. Τώρα που οι δρόμοι είναι κλειστοί και όλοι εμείς σε απαγόρευση, ας κυκλοφορήσει ελεύθερα η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά.
Γράφει η Λία Ρογγανάκη, Πρόεδρος Περιφερειακής Επιτροπής Ισότητας, των Φύλων της Περιφέρειας Θεσσαλίας, Γενικός–Οικογενειακός Ιατρός